Η ιστορική διάσταση της εκπαίδευσης στον καπιταλισμό

Η ιστορική διάσταση της εκπαίδευσης στον καπιταλισμό

Σε κάθε κοινωνία μπορούμε να διακρίνουμε 3 βασικούς κλάδους παραγωγής:

την παραγωγή αγαθών προς κατανάλωση
την παραγωγή των μέσων και των αντικειμένων της παραγωγής
την παραγωγή του ανθρώπου ως υποκειμένου της εργασίας

Ο τρίτος αυτός κλάδος της παραγωγής επιτυγχάνεται μέσω της λειτουργίας της εκπαίδευσης με τη διάδοση γνώσεων, δεξιοτήτων, ικανοτήτων. Η εκπαίδευση επενεργεί με ποικίλους τρόπους τόσο στην παραγωγή αγαθών, όσο και στην παραγωγή των μέσων.

Ο ρόλος της εκπαίδευσης στον καπιταλισμό είναι διπλός: παρέχει τις γνώσεις ώστε ο εκπαιδευόμενος να ενταχθεί στην αγορά εργασίας από τη μία και από την άλλη του εγχαράσσει την κυρίαρχη αστική ιδεολογία.

Η μαζική εκπαίδευση όπως διαμορφώθηκε και παγιώθηκε στον 20ο αιώνα, αποτελεί προϊόν της καπιταλιστικής οργάνωσης και εξέλιξης της κοινωνίας. Ο ρόλος της έχει αντίκτυπο στη συνολική εργασία και έτσι μόνο μπορεί να γίνει κατανοητή η στρατηγική σημασία της. Ιστορικά, κεντρικό σημείο προκειμένου να κατανοήσουμε το ρόλο της, είναι ο χωρισμός χειρωνακτικής-πνευματικής εργασίας που εμφανίζεται ταυτόχρονα με τις πρώιμες ταξικές κοινωνίες και τον καταμερισμό εργασίας.
Μπορούμε να διακρίνουμε τρία κοινωνικο-οικονομικά συστήματα: δουλοκτητικό, φεουδαρχικό και κεφαλαιοκρατικό.

Στο δουλοκτητικό σύστημα έχουμε την ταύτιση των χειρωνακτικά εργαζόμενων με τα μέσα και τους όρους της εργασίας, και δεν υπάρχει κανενός είδους εκπαίδευση των εργαζόμενων πέραν ίσως αυτής που προσφέρονταν από τον ένα στον άλλο μέσα στα πλαίσια της βοήθειας στην εργασία, και της εκπαίδευσης που εξυπηρετεί δεξιότητες για την παροχή εργασίας προς τον αφέντη. Η εκπαίδευση, η αγωγή είναι προνόμια της άρχουσας τάξης. Τα διάφορα ιδεώδη όπως: άμμιλα, καλοκαγαθία, ευγένεια, αριστοκρατία, αυτοθυσία κτλ είναι αυταπόδεικτα για την άρχουσα τάξη.

Επί φεουδαρχίας ο σαφής χωρισμός της κοινωνίας (κληρονομικά προκαθορισμένος συνήθως) σε δουλοπάροικους, φεουδάρχες και κλήρο, αντανακλά στην εκπαίδευση-διαπαιδαγώγηση με εντελώς διαφορετικούς τρόπους και μορφές για την κάθε τάξη.
Η εκπαίδευση των δουλοπάροικων έχει να κάνει με τις εργασίες τους (αγροτικές, χειροτεχνικές), την θρησκευτική τους ταυτότητα αλλά και την αποδοχή-συνειδητοποίηση της κοινωνικής ιεραρχίας.
Για τους φεουδάρχες η εκπαίδευση περιλαμβάνει την οικειοποίηση των κληρονομικών παραδόσεων και υπεροχής έναντι όχι μόνο των υποτελών τους, αλλά και όσων επιβουλεύονται ή προσβάλλουν την ιδιοκτησία τους. Λαμβάνουν αγωγή σε θέματα πίστεως, τιμής και μίσους προς τους αλλόθρησκους.
Ο κλήρος λαμβάνει εντελώς διαφορετική εκπαίδευση λόγω και του σημαντικού ρόλου της θρησκείας. Έχει να κάνει με την εκμάθηση τελετουργιών και δογματικής. Είναι περισσότερο διαδικασία μύησης και δεν έχει καμία σχέση με οικοδόμηση γνώσης ή κριτική σκέψη. Κατάλοιπα αυτού του είδους παιδείας βρίσκουμε ακόμη και σήμερα (απομνημόνευση, δογματική μεταφορά γνώσης, εξ’αποκαλύψεως γνώση, υπαγωγή της παιδείας στη θεολογία).

Εμφάνιση της δημόσιας εκπαίδευσης

Κατά το πέρασμα στην κεφαλαιοκρατία έχουμε την απόσπαση του παραγωγού από τα μέσα και τους όρους της παραγωγής. Το υποκείμενο της εργασίας «…πρέπει να είναι νομικά και πολιτικά ελεύθερο άτομο, ιδιοκτήτης της ικανότητάς του προς εργασία, υποχρεωμένος να προβαίνει σε εκποίηση της εργατικής του δύναμης για προσωρινή χρήση στον ιδιοκτήτη των μέσων και των όρων της παραγωγής»1.
Ο χωρισμός της εργασίας από το αποτέλεσμα της εργασίας γίνεται παράλληλα με το χωρισμό της εκπαίδευσης από την παραγωγή, το χωρισμός της τεχνικής από την επιστήμη.
Δημιουργείται η ανάγκη οι εργάτες να έχουν ένα ελάχιστο επίπεδο γνώσεων και διαπαιδαγώγησης. Οι κατευθύνσεις αλλά και αναγκαιότητες του κεφαλαιοκρατικού συστήματος κατά την αρχική εδραίωσή του, που οδήγησαν στη δημόσια παιδεία, μπορούμε να πούμε ότι είναι οι παρακάτω:

Η αποδοχή, νομιμοποίηση από όλους της κοινωνικής ιεραρχίας και η απόκρυψη των ταξικών σχέσεων εξουσίας αποτελούν τα θεμέλια του σύγχρονου αστικού κράτους. Σε αυτά συμβάλλει η αποδοχή της σχολικής ιεραρχίας-πειθαρχίας, η «αταξικότητα», οι «ίσες ευκαιρίες» της εκπαιδευτικής λειτουργίας καθώς και ο μύθος για αυτούς που «παίρνουν τα γράμματα» αφού υπάρχει αντικειμενική αξιολόγηση.
Ως φυσικός νόμος λοιπόν παρουσιάζεται ότι όπως η επιτυχία στο σχολείο, έτσι και η «επιτυχία στη ζωή» είναι θέμα βιολογικών χαρακτηριστικών του κάθε πολίτη χωριστά. Η δημιουργία της «κοινωνίας των ίσων ατόμων» δεν θα μπορούσε να εδραιωθεί χωρίς την παιδεία για όλους, η οποία προσφέρει ίσες ευκαιρίες ανεξαρτήτως κοινωνικού στρώματος.

● Σύμφωνα με τον Μαρξ η απόκτηση γνώσεων και δεξιοτήτων κοστίζει: «Για να μεταβληθεί η γενική ανθρώπινη φύση έτσι που να αποκτήσει δεξιότητα κι επιτηδειότητα σ’ έναν καθορισμένο κλάδο εργασίας και να γίνει αναπτυγμένη και ειδική εργασιακή δύναμη, χρειάζεται μια καθορισμένη μόρφωση και εκπαίδευση, πράγμα που με τη σειρά του κοστίζει ένα μεγαλύτερο ή μικρότερο ποσό ισοδύναμων του εμπορεύματος. Τα έξοδα αυτά της μόρφωσης ποικίλουν ανάλογα με τη μεγαλύτερη ή μικρότερη ειδίκευση της εργατικής δύναμης. Αυτά λοιπόν τα έξοδα μάθησης, μηδαμινά για τη συνηθισμένη εργατική δύναμη, προστίθενται στο σύνολο των αξιών που ξοδεύονται για την παραγωγή της»2. Με αυτό το τρόπο η εκπαίδευση συνδέεται με την παραγωγή και γίνεται και η ίδια ο κύριος κλάδος της παραγωγής του εμπορεύματος εργασιακή δύναμη.

Η διαιώνιση και επέκταση του διαχωρισμού διανοητικής και χειρωνακτικής εργασίας «διαχωρίζει τη γνώση από τον άμεσο παραγωγό και δημιουργεί τις προϋποθέσεις για την υπαγωγή του στα μέσα παραγωγής, καθώς τον υποτάσσει στο ρόλο του «αμόρφωτου», του «ακαλλιέργητου», του «ατόμου με περιορισμένες ικανότητες»κλπ.»3. Όπως ήταν λογικό, μόνο η διαβαθμισμένη εκπαίδευση μπορούσε να λειτουργήσει καταλυτικά προς αυτή τη κατεύθυνση.

● Η συγκέντρωση ενός τεράστιου όγκου πληθυσμού που δεν έχει τίποτα στην κατοχή του, δημιουργεί την ανάγκη χειραγώγησής του και ένταξής του στην παραγωγική διαδικασία. Αρχικά η εξόντωση της προσωπικότητας του εργαζόμενου είχε αναληφθεί από την ίδια τη διαδικασία της εργασίας. Όμως η αντίσταση των ίδιων των απροσάρμοστων εργαζόμενων, οι αβέβαιες κοινωνικές συνθήκες για την καπιταλιστική ιδιοκτησία και οι υψηλές ιδιωτικές δαπάνες πειθάρχησης, οδήγησαν στο σχολικό μηχανισμό τον κεντρικά σχεδιασμένο.
Αποτελεί δηλαδή η δωρεάν εκπαίδευση ένα σημαντικό κομμάτι του κοινωνικού κράτους που αναδύεται στις αρχές του 19ου αιώνα.

● Συγχρόνως η εκπαίδευση πρέπει να συμβάλλει και στην εδραίωση του έθνους-κράτους. Στα πλαίσια της αστικής ιδεολογίας τα κοινά συμφέροντα του ενιαίου έθνους, του ενιαίου λαού, της μιας γλώσσας, θρησκείας, πολιτισμού τα εκφράζει άριστα η κρατικά ρυθμισμένη εκπαιδευτική δομή. Αυτή η διάσταση της εκπαίδευσης την οδηγεί ώστε να πάρει διαφορετικά χαρακτηριστικά για την κάθε χώρα. Στην Ελλάδα για παράδειγμα αυτός ο χαρακτήρας της εκπαίδευσης διατηρείται μειούμενος, ακόμη και στις μέρες μας.

Μέχρι το τέλος του 19ου αιώνα γίνεται πλήρως κατανοητό ότι το εκπαιδευτικό σύστημα πρέπει να επιφορτιστεί τη διαμόρφωση του εργατικού δυναμικού σε αντιστοιχία με τις ανάγκες της καπιταλιστικής αναπαραγωγής. Στόχος του η προετοιμασία και η επιλογή των ατόμων που θα αναλάβουν θέσεις στον κοινωνικό καταμερισμό της εργασίας αλλά και στην αποδοχή εκ μέρους τους των θέσεων αυτών.

Γενικεύεται και παγιώνεται πλέον η πυραμιδική εκπαιδευτική δομή σε τρεις βασικές βαθμίδες: κατώτερη-υποχρεωτική, μέση-ανώτερη, και ανώτατη. Υπάρχει αντιστοιχία των βαθμίδων αυτών με την κοινωνική αλλά και την παραγωγική ιεραρχία. Μια μορφή εκπαίδευσης διαμορφώνει χειρώνακτες, μια άλλη κατώτερα στελέχη κ.ο.κ.
Η πρόσβαση είναι ελεύθερη αλλά και υποχρεωτική για όλους μόνο για την κατώτερη βαθμίδα εκπαίδευσης η οποία και αποτελεί την κοινωνικά αναγκαία εκπαίδευση των κατώτερων τάξεων. Τα χαρακτηριστικά της είναι η πειθαρχία, το τελετουργικό, η καταπίεση, η επιβολή κανόνων και αξιών (ηθικών, θρησκευτικών, εθνικών) και όλα αυτά παρουσιαζόμενα ως αυτονόητα.

Η μέση εκπαίδευση συμπληρώνει την κατώτερη, ως προς την ιδεολογική λειτουργία, αλλά σε έναν ανώτερο βαθμό πιο «επιστημονικό» και φορμαλιστικό, προς ένα ανώτερο επίπεδο του διαχωρισμού πνευματικής-χειρωνακτικής εργασίας. Έχει σαφή προσανατολισμό στο μελλοντικό επάγγελμα (ή επαγγέλματα) του εκπαιδευόμενου. Η πειθαρχία είναι βίωμα των μαθητών, δεν την αμφισβητούν όπως την αμφισβητούσαν – ασυνείδητα ίσως – στην προηγούμενη βαθμίδα, ενώ η αυστηρότητα, η σκληρότητα και η αυταρχικότητα είναι πιο έντονες. Ο χαρακτήρας αυτός καθώς και οι διάφορες αντιφάσεις της εκπαίδευσης, είναι που οδηγούν πολύ συχνά σε ξεσπάσματα της νεολαίας.

Με την σταδιακή επιβολή του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, η πρακτική εργατική εμπειρία (που τις περισσότερες φορές αποτελεί γνώση αιώνων) απαλλοτριώνεται από το κεφάλαιο, διαμορφώνεται εκ νέου μέσω της παραγωγής και παρουσιάζεται αφηρημένο πλέον ως «ουδέτερη γνώση», «αντικειμενική αλήθεια» και «για το καλό της κοινωνίας».
«Αφού λοιπόν η συλλογική, πρακτική γνώση διαχωρίστηκε σε επιστήμη, έγινε απαραίτητη η δημιουργία ενός διακριτού θεσμού ο οποίος να την αναπτύσσει και ταυτόχρονα να παράγει εκείνη την ειδικευμένη εργατική δύναμη που θα ενσωματώσει ξανά παραγωγικά την επιστημονική γνώση μέσα στο συνολικό κύκλο αναπαραγωγής του κεφαλαίου. Αυτός ο θεσμός είναι το πανεπιστήμιο, το οποίο, ως ανώτερη βαθμίδα της καπιταλιστικής εκπαίδευσης, επεξεργάζεται, παρέχει και πιστοποιεί την αντικειμενοποιημένη γνώση. »4

Ειδικότερα στην ελλάδα δεν υπάρχει μία και μοναδική επίσημη κρατική ιδεολογία που να διοχετεύεται μέσα από το εκπαιδευτικό σύστημα. Πολύ σχηματικά μπορούμε να πούμε ότι ο αρχικός προσανατολισμός της ελληνικής εκπαίδευσης είναι ο εθνικιστικός χαρακτήρας, ο οποίος συμβάλλει στην διαμόρφωση της ταυτότητας του νεοελληνικού κράτους. Ταυτόχρονα επιχειρείται και η σύνδεση με τον δυτικοευρωπαϊκό κλασικισμό στην προσπάθεια εξευρωπαϊσμού.
Πάρα πολύ νωρίς σε σχέση με τα ανεπτυγμένα καπιταλιστικά κράτη, το 1834 εκδίδεται το διάταγμα για την οργάνωση των δημοτικών σχολείων (έργο του αντιβασιλέα Maurer) με το οποίο θεσπίζεται ο δωρεάν χαρακτήρας του εκπ/κού συστήματος (η συνεισφορά των γονέων προσδιοριζόταν από τους δήμους) καθώς και η υποχρεωτικότητα στην Α’θμια εκπαίδευση (προβλεπόταν πρόστιμο για τους γονείς που δεν έστελναν τα παιδιά τους στο σχολείο). Η υποχρεωτικότητα της εκπαίδευσης θα γίνει 50 χρόνια αργότερα στην Ευρώπη (1882 στη Γαλλία, 1884 στη Γερμανία), ενώ η δωρεάν εκπαίδευση θα καθιερωθεί ολοκληρωτικά στην Ευρώπη τον 20ο αιώνα (στις ΗΠΑ το 1850-1860).

Η μεγάλη άλωση

Ο ρόλος της εκπαίδευση κατά την μετάβαση στον ολοκληρωτικό βιομηχανικό καπιταλισμό του τέλους του 19ου – αρχές 20ου αιώνα φαίνεται ότι ενισχύεται σημαντικά. Μία από τις κύριες λειτουργίες του εκπαιδευτικού συστήματος είναι και η απόσπαση συναίνεσης σε πλήθος επιλογών της άρχουσας τάξης και του καπιταλισμού. Από τις ηθικές αξίες, τα δημοκρατικά ιδεώδη έως τα εθνικά προτάγματα και θρησκευτικά πιστεύω. Δημιουργείται η συνείδηση ότι τα άτομα που λαμβάνουν συγκεκριμένης μορφής εκπαίδευση και αποκτούν συγκεκριμένη ειδίκευση, συγκροτούν µία ειδική κοινωνική οµάδα, ξεχωριστή από τις άλλες, µε «εγγενή χαρίσµατα» και «εξαιρετικές» γνώσεις και προσόντα ώστε να αποστασιοποιούνται από τις άλλες οµάδες.
Ενώ στο μέτωπο της ταξικής πάλης οι εργάτες πετυχαίνουν μια σειρά από νίκες, οι εξεγέρσεις αλλά και οι επαναστάσεις που ξεσπούν δείχνουν ότι φτάνει η ώρα του τέλους του καπιταλισμού, από την άλλη έρχεται και η ενσωμάτωσή τους, η αποδοχή του ρόλου, της θέσης και εν τέλει της τάξης τους. Τα συνδικάτα, τα σοσιαλιστικά κόμματα και οι προλετάριοι «προσαρμόζονται όλο και περισσότερο στην καπιταλιστική τάξη πραγμάτων και η «άλωση» γινόταν αναπόφευκτη… Από τη μια η εχθρότητα ενάντια στο κεφάλαιο και από την άλλη η προσπάθεια αναγνώρισης και εξασφάλισης εντός της καπιταλιστικής σχέσης.»5
Κάτω από το φόβο της επανάστασης, ανάμεσα στα άλλα γενικεύεται η δωρεάν δημόσια διαβαθμισμένη παιδεία. Η εμπλοκή του κράτους στην εκπαίδευση πλέον ολοκληρώνεται. Το κράτος παρουσιάζεται ως ένας θεσμός που υπερβαίνει τα ταξικά συμφέροντα και αποτελεί τον πιο αποτελεσματικό μηχανισμό για την μεταβίβαση αξιών στους νεότερους. Γεγονός που δεν είναι άσχετο και με το δέσιμο των προλετάριων από το άρμα των εθνικών κρατών το οποίο τους οδήγησε στην αλληλοσφαγή του 1ου παγκοσμίου πολέμου.

Τειλορισμός – Φορντισμός

Οι μεγαλύτερες ίσως αλλαγές στην εκπαιδευτική διαδικασία γεννήθηκαν την εποχή της κρίσης κερδοφορίας του καπιταλισμού και ολοκληρώθηκαν τα επόμενα χρόνια έως το τέλος της δεκαετίας του 1960. Η επιστημονική ορθολογική οργάνωση της εργασίας με τον κατακερματισμό και προγραμματισμό μέσα στα εργοστάσια που προτάθηκε από τον Τέιλορ και εφαρμόστηκε αρχικά στο εργοστάσιο του Φορντ έδωσε σημαντική ώθηση στον κεφαλαιοκρατικό τρόπο παραγωγής.
Οι νέες τεχνικές διεύθυνσης της παραγωγής, δεν θα είχαν καμία τύχη αν δεν αναδιαρθρώνονταν αντίστοιχα και το σύνολο της παρεχόμενης παιδείας. Η τεράστια εξειδίκευση, ο κατακερματισμός, η αποσπασματικότητα και συσσώρευση της γνώσης αλλά και η εξαντλητική αξιολόγηση, η στρατιωτικοποίηση των σχολείων με τα εξαντλητικά ωράρια και την πειθαρχία αποθεώνονται.
Όλα τα κράτη προσπαθούν να ακολουθήσουν, και προσαρμόζουν τα εκπαιδευτικά τους συστήματα.
Επιχειρείται για πρώτη φορά η άμεση σύνδεση των σχολείων, σχολών, πανεπιστημίων με την αγορά, αλλά και η προσαρμογή τους στις απαιτήσεις του ενδοκαπιταλιστικού ανταγωνισμού στη διεθνή αγορά, παραμερίζοντας χωρίς κανέναν ενδοιασμό τα ιδεολογήματα περί “ουδέτερης γνώσης” αφού τώρα σημαία είναι η “χρήσιμη γνώση”.

Στο κοινωνικοοικονομικό επίπεδο μετά κυρίως το 2ο παγκόσμιο πόλεμο (και δια μέσω αυτού) ο Κευνσιανισμός6 αποτελεί την επιλογή για την αύξηση της παραγωγικότητας και την διαχείριση της αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης.
Η μαζικοποίηση των πανεπιστημίων αυτή τη περίοδο και η πολυταξική σύνθεση του πληθυσμού τους, μπορούμε να πούμε ότι ήταν αποτέλεσμα τριών τάσεων:
● της αύξησης της ζήτησης για διοικητικές και άλλες μη άμεσα παραγωγικές δεξιότητες.
● της “προλεταριοποίηση” αυτών των κατηγοριών ώστε οι απαιτήσεις τους και τα προνόμιά τους να ευθυγραμίζονται με την κερδοφορία του κεφαλαίου.
● της πάλης της εργατικής τάξης και των μεσαίων στρωμάτων για μεγαλύτερη πρόσβαση με στόχο την κοινωνική ανέλιξη.
Έτσι το πανεπιστήμιο παράγει και καταρτισμένους-ειδικευμένους προλετάριους αλλά και διευθυντικά στελέχη, γεγονός το οποίο δημιουργεί αυταπάτες περί κοινωνικής ανόδου στις κατώτερες τάξεις.
Τη μαζικότητα αυτή των πανεπιστημίων ακολούθησε η κρίση «Το ιμπεριαλιστικό στάδιο του καπιταλισμού και ιδιαίτερα η σύγχρονη μεταπολεμική φάση του, χαρακτηρίζονται ακριβώς από μια ραγδαία διεύρυνση των ταξικών συγκρούσεων και παράλληλα από μια ραγδαία διεύρυνση του ρόλου των ιδεολογικών μηχανισμών του κράτους και πρώτα απ’ όλα του εκπαιδευτικού μηχανισμού. Μέσα σ’ αυτά τα πλαίσια η νεολαία ριζοσπαστικοποιήθηκε με πολύ γρήγορους ρυθμούς, σ’ όλες τις χώρες του αναπτυγμένου καπιταλισμού και πρόβαλε στο πολιτικό προσκήνιο σαν κοινωνική δύναμη. Η κρίση της εκπαίδευσης ήταν ακριβώς το αποτέλεσμα αυτής της ριζοσπαστικοποίησης.»7

Στην ελλάδα

Το 1964-65 καθιερώθηκε η δωρεάν παροχή της παιδείας σε όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες (στοιχειώδη, μέση, ανώτερη και ανώτατη) και καταργήθηκε κάθε οικονομική επιβάρυνση (εκπαιδευτικά τέλη, δίδακτρα, εξέταστρα, βιβλία) μαθητών και φοιτητών. Η δημοτική έγινε η αποκλειστική γλώσσα της διδασκαλίας στο δημοτικό σχολείο και ισότιμη με την καθαρεύουσα στο Γυμνάσιο και Λύκειο. Διδάσκοντες και διδασκόμενοι και των τριών βαθμών της εκπαίδευσης ήταν ελεύθεροι να χρησιμοποιούν στο γραπτό και προφορικό λόγο τη δημοτική. Ακόμη, καταργήθηκαν οι εισαγωγικές εξετάσεις για το Γυμνάσιο και επεκτάθηκε η υποχρεωτική εκπαίδευση από 6 σε 9 έτη.
Η μαζικοποίηση των πανεπιστημίων και η νεολαιίστικη έκρηξη λαμβάνουν χώρα μετά τη μεταπολίτευση. Το πασοκ εφαρμόζει μια κεϋνσιανή πολιτική στο δημόσιο τομέα και καθυστερημένα συγκροτεί ένα υποτυπώδες κοινωνικό κράτος το οποίο ήταν καταδικασμένο ήδη από τη δημιουργία του.

Ο νεοφιλελευθερισμός

Η φάση ανάπτυξης των νεολαιίστικων εργατικών κινημάτων και των ελπίδων που γέννησαν, οδήγησαν στα μέσα της δεκαετίας του ’70 σε οικονομική κρίση τον καπιταλισμό. Η εποχή της κεϋνσιανής ρύθμισης της αγοράς είχε φτάσει στα όριά της. Οι νέες ιδεολογίες του νεοφιλελευθερισμού, του μονεταρισμού8, της αυτορυθμιζόμενης αγοράς εισβάλλουν, και η παιδεία έρχεται και εδώ να παίξει το ρόλο της. Σε όλες τις χώρες προωθούνται μεταρρυθμίσεις της εκπαίδευσης που ακολουθούν κάποιους κοινούς βασικούς άξονες:
Αναδιοργανώνεται η σχέση γενικής – επαγγελματικής εκπαίδευσης και ο διαχωρισμός μεταξύ των δύο γίνεται εμφανώς ταξικός.
● Οι διακυμάνσεις της αγοράς εργασίας αντανακλούν άμεσα στην εκπαίδευση, εισάγεται η ειδίκευση-μαθητεία πάνω στην παραγωγή.
● Αυξάνεται η εντατικοποίηση σε όλες τις βαθμίδες.
● «
εγκαινιάζονται μια σειρά νέοι θεσμοί και λειτουργίες που υποβοηθούν, με ιδεολογικό τρόπο, το καναλιζάρισμα των εκπαιδευόμενων προς τις διαφορετικές επαγγελματικές και εκπαιδευτικές κατευθύνσεις, ενώ επιδιώκουν να εξασφαλίσουν τη συναίνεση των εκπαιδευόμενων προς τις διαδικασίες επιλογής (καθηγητές “σύμβουλοι”, ο “επαγγελματικός προσανατολισμός” σαν μάθημα κλπ.»9
● Εισάγονται μια σειρά από θεσμικές ρυθμίσεις (συμμετοχή φοιτητών στη λήψη αποφάσεων, μαθητικά συμβούλια, σύλλογοι γονέων κτλ.) που στόχο έχουν την εκτόνωση και το καναλιζάρισμα των εκπαιδευόμενων μέσα στα προκαθορισμένα δημοκρατικά πλαίσια.

Να δεις τι σου ‘χω για μετά…

Το σύγχρονο καπιταλιστικό σύστημα απαιτεί εργαζόμενους παραγωγικούς σε διάφορα επαγγέλματα, ευπροσάρμοστους, να μαθαίνουν εύκολα, να αλλάζουν δουλειές συνεχώς, και να μένουν άνεργοι για μεγάλα διαστήματα. Επίσης πρέπει να έχουν ικανότητα συνεργασίας, ομαδικό πνεύμα, να είναι ανταγωνιστικοί μεταξύ τους, να ταυτίζονται με τους στόχους της επιχείρησης που εργάζονται αλλά και με τους στόχους του κράτους.

Δεδομένου της νέας κρίσης εκμετάλλευσης που διανύει το κεφαλαιοκρατικό σύστημα, και της ήττας των ταξικών αγώνων, η μεγαλύτερη αναδιάρθρωση της εκπαίδευσης σε παγκόσμιο επίπεδο έχει ήδη ξεκινήσει.
Σύμφωνα με το υπουργείο: η εκπαίδευση «σπάει» σε τυπική (το οργανωμένο σύστημα απ’ το σχολείο έως το πανεπιστήμιο), μη τυπική (κάθε άλλη δημόσια η ιδιωτική εκπαιδευτική δομή) και άτυπη (οποιαδήποτε δραστηριότητα έχουμε στον ελεύθερο χρόνο μας και πιστοποιείται). Τελικός στόχος είναι η ισοπέδωση πτυχίων, πιστοποιητικών και βεβαιώσεων, τα οποία θα αποτελούν ένα σύνολο «προσόντων», που θα κρίνει ο εργοδότης μέσω του θεσμοθετημένου Εθνικού Πλαισίου Προσόντων.

«Η όλο και πιο πολύ υπαγόμενη στα ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια εκπαίδευση, από υπόθεση του «συνολικού κεφαλαιοκράτη» τείνει να γίνει αυστηρά ιδιωτική επένδυση του ατόμου, του ίδιου του εργαζόμενου σε «μορφωτικό κεφάλαιο». Τα εξατομικευμένα προγράμματα σπουδών και οι προωθούμενοι μηχανισμοί «διά βίου κατάρτισης» ανταποκρίνονται στην ανάγκη της παγκοσμιοποιούμενης κεφαλαιοκρατικής διαχείρισης και ελέγχου της λεπτής και εύκαμπτης ισορροπίας μεταξύ απασχόλησης και ανεργίας, μέσω του κατακερματισμού και της χειραγώγησης της εργατικής τάξης»10

1 Δ.ΠΑΤΕΛΗΣ η παιδεία ως συνιστώσα της δομής και της ιστορίας της κοινωνίας, Εκπαίδευση και αξιολόγηση (στο ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ-ΚΑΒΒΑΔΙΑΣ ΚΑΤΣΙΚΑΣ εκδ.Σαββάλας 2002)

2 Κ. ΜΑΡΞ το κεφάλαιο, τομ.1, σελ. 184

3 Γ.ΜΗΛΙΟΣ “Εκπαίδευση και Εξουσία” Εκδόσεις Κριτική 1993 σελ.80

4 Από τον πρόλογο της εκδοτικής ομάδας «Κόκκινο Νήμα» στο βιβλίο “Κρίση, Αναδιάρθρωση & Ταξική Πάλη στα Πανεπιστήμια” Ιούνης 2008

5 Από την μπροσούρα της Ομάδας ενάντια στον εκβιασμό της μισθωτής εργασίας “Σκοτώνουν τα άλογα στη δουλειά και όταν γεράσουν τα θάβουν ιδίοις εξόδοις” Μάρτιος 2008 σελ.13

6 Κευνσιανισμός: Σε περιόδους ύφεσης το κράτος δαπανά σημαντικά κεφάλαια σε επενδύσεις και δημόσια έργα με στόχο την αύξηση της απασχόλησης ώστε να κινηθεί η αγορά και να επέλθει οικονομική δραστηριότητα. Επιτυγχάνεται ανάπτυξη μέσω της αύξησης της κατανάλωσης που με τη σειρά της αυξάνει την παραγωγή.

7 Γ.ΜΗΛΙΟΣ “Εκπαίδευση και Εξουσία” Εκδόσεις Κριτική 1993 σελ.128

8 Μονεταρισμός: ρύθμιση της ποσότητας του χρήματος που κυκλοφορεί (κυρίως σε περιόδους υψηλού πληθωρισμού) μέσω της μείωσης των μισθών, ώστε να μειωθεί η ζήτηση, άρα και η κατανάλωση και έτσι να συγκρατηθούν οι τιμές.

9 Γ.ΜΗΛΙΟΣ “Εκπαίδευση και Εξουσία” Εκδόσεις Κριτική 1993 σελ.140

10 Δ.ΠΑΤΕΛΗΣ ανω-κατωποίηση της παιδείας και αναβάπτιση της υποβάθμισης (περιοδικό OYTOΠIA τ.45)

ΑΝΟΙΧΤΟ ΚΑΛΕΣΜΑ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ

Η επομενη συναντηση της Πρωτοβουλιας
θα γινει την ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 14  Γεναρη στις 20.00
στο Αυτονομο Στεκι [Ζωοδ.Πηγης κ Ισαυρων]

Το υπουργείο Παιδείας προσανατολίζεται να προχωρήσει σε εκτεταμένες συγχωνεύσεις σχολείων…. Σε πρώτη φάση θα επιχειρηθεί να συγχωνευθούν ή να καταργηθούν περισσότερα από 300 ολιγοθέσια σχολεία της ηπειρωτικής Ελλάδας. Για να μεθοδευτούν αυτές οι συγχωνεύσεις πραγματοποιήθηκαν άτυπες συνεννοήσεις μεταξύ των Περιφερειακών Διευθυντών και των Διευθυντών Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης εν κρυπτώ…… Επί πλέον (σύμφωνα με το λεγόμενο “Μνημόνιο 3”) με τον εύηχο και ψευδεπίγραφο τίτλο «Αναβάθμιση του εκπαιδευτικού συστήματος» προβλέπεται πως «η κυβέρνηση συστήνει μέχρι τα τέλη Φεβρουαρίου 2011, μια ανεξάρτητη ειδική ομάδα εκπαιδευτικής πολιτικής με στόχο την αύξηση της αποτελεσματικότητας του δημόσιου εκπαιδευτικού συστήματος (πρωτοβάθμια, δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια εκπαίδευση) και της αποτελεσματικότερης χρήσης πόρων». Η ειδική αυτή ομάδα, θα κινείται έξω και πάνω από όλους τους φορείς …. Τα μέτρα συμπλρώνονται με κατάργηση του δωρεάν βιβλίου, σημαντική υποχρηματοδότηση των σχολικών επιτροπών, βίαιη μετακίνηση μαθητών και εκπαιδευτικών, μείωση μισθών και συντάξεων…………

ΑΝΟΙΧΤΟ ΚΑΛΕΣΜΑ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ

Η επομενη συναντηση της Πρωτοβουλιας
θα γινει την TΕΤΑΡTH 5 Γεναρη στις 20.00
στο Αυτονομο Στεκι [Ζωοδ.Πηγης κ Ισαυρων]

Στη Φινλανδία τα σχολεία χρηματοδοτούνται κατά 50% από τις επιχειρήσεις και τη φορολόγηση των δημοτών και κατά 50% από κρατικά κονδύλια. Η πρόσληψη των εκπαιδευτικών γίνεται σε επίπεδο σχολικής μονάδας. Το σχολικό πρόγραμμα είναι σε μεγάλο μέρος διαφοροποιημένο. Το ωρολόγιο εβδομαδιαίο πρόγραμμα ποικίλει από σχολείο σε σχολείο. Κυμαίνεται από 14 μέχρι 30 ώρες! Μετά από 8 χρόνια βασικής εκπαίδευσης ( και 1 έτος υποχρεωτικής προσχολικής αγωγής ) μόνο το 50% των μαθητών συνεχίζει στο λύκειο. Οι άλλοι μισοί μαθητές οδηγούνται στην πρόωρη, άρα υποβαθμισμένη, τεχνική επαγγελματική εκπαίδευση ή στο προπαρασκευαστικό έτος για την έξοδό τους στην ευέλικτη κατάρτιση που παρέχεται από διάφορους φορείς…


Στη Δανία προωθήθηκε το σύστημα των κουπονιών ανά μαθητή με αποτέλεσμα τα σχολεία να λειτουργούν ανταγωνιστικά. Οι δαπάνες ανά μαθητή μειώθηκαν σημαντικά.

Στην Ιρλανδία η λεγόμενη «αποκέντρωση» οδήγησε τα σχολεία σε ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ! Γονείς, μαθητές και εκπαιδευτικοί για να βρούν πόρους για το σχολείο έφθασαν στο σημείο εργάζονται 4 ώρες μετά το μεσημέρι.

Στην Αγγλία κριτήριο για τη χρηματοδότηση των σχολείων είναι οι επιδόσεις των μαθητών σε περιφερειακές εξετάσεις. Το μορφωτικό επιπεδο έχει μειωθεί δραματικά. Οι μισθοί των εκπαιδευτικών είναι πολύ χαμηλοί και το κράτος εισάγει εκπαιδευτικούς από το εξωτερικό.

Στη Γαλλία η εφαρμογή των Ζωνών Εκπαιδευτικής Προτεραιότητας (κυρίως σε περιοχές των γκέτο) είχε ως αποτέλεσμα τα παιδιά των περιοχών αυτών να οδηγούνται στην κατάρτιση και να περιθωριοποιούνται ακόμα περισσότερο. Το αποκεντρωμένο, διαφοροποιημένο σχολείο έχει επώδυνες επιπτώσεις σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες που εφαρμόστηκε. Δεν έχουν όμως λείψει και οι λαϊκές αντιδράσεις.

Στη Γερμανία έγιναν μαθητικές κινητοποιήσεις με σύνθημα «ΕΝΑ σχολείο για όλους- έξω από το πολυμερές σχολείο ».

ΖΩΝΕΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ

Προς  ένα Νέο-Άλλο- επιχειρηματικό σχολείο;

Ή

Προς άλλο ένα Νέο –επιχειρηματικό σχολείο στην Ευρώπη;

«Προσεγγίζουμε  μια εποχή μεγάλων και σοβαρών αλλαγών στην εκπαίδευση

και στις συνθήκες εργασίας και μια εποχή διαφοροποίησης

του τρόπου που εξελίσσονται τα στάδια της επαγγελματικής εξέλιξης.

Η εκπαίδευση και η επιμόρφωση δια βίου γίνονται μια αυτονόητη υποχρέωση»

(από την εισαγωγή της διακήρυξης της Σορβόνης, Μάιος  1998)

Στις μέρες μας, η ζωτική σχέση μεταξύ τρόπου παραγωγής- κατανάλωσης και εκπαίδευσης είναι περισσότερο από φανερή. Το κράτος ως εκφραστής του «γενικού συμφέροντος» θέτει ως στόχο να καλλιεργηθεί η ομοιογένεια  που  καθιστά δυνατή τη υλοποίηση ενός ανθρώπου –εργάτη, που θα του εξασφαλίζει  την συσσώρευση κεφαλαίου. Η εκπαίδευση  κλήθηκε ως  θεσμός να εκλογικευτεί  και να ανταποκριθεί στις νέες απαιτήσεις της κοινωνίας και της εργασίας. Η  κυρίαρχη αστική τάξη από τη μια επέτρεψε να απελευθερωθεί η επιστημονική σκέψη από τα δεσμά της μεταφυσικής στασιμότητας και του μπηχεϋβιορισμού  (παρόλο που ο μοναδικός σκοπός της επιστήμης  θα πρεπε να έγκειται στο ξαλάφρωμα της ανθρώπινης φύσης από τον πόνο) από την άλλη την προορίζει ώστε να  αποτελέσει τον πιο στέρεο στυλοβάτη της βιομηχανικής παραγωγής. Η εκπαιδευτικοί μηχανισμοί   τείνουν να συμπεριφέρονται ως επιχειρήσεις  υποκείμενες στους ανταγωνιστικούς κανόνες της αγοράς.

Δε διστάζουν να επιδιώκουν τον   εξορθολογισμό  κάθε σκέψης,  δράσης και συναισθήματος   φοιτητών, μαθητών , ακόμα και μικρών  παιδιών δημοτικού που είναι ιδιαιτέρως εύθραυστα.

Σεπτέμβρη 1993 η  Ευρωπαϊκή επιτροπή δηλώνει  για την ευρωπαϊκή διάσταση της εκπαίδευσης:

«Ήδη από το νηπιαγωγείο, πρέπει να διαμορφώνονται οι ανθρώπινοι πόροι για τις αποκλειστικές ανάγκες της βιομηχανίας και να ενθαρρύνεται μια μεγαλύτερη προσαρμοστικότητα  των συμπεριφορών, ώστε να ανταποκρίνονται στη ζήτηση της αγοράς εργατικού δυναμικού»

«Υπάρχει  όμως τεράστια διαφορά ανάμεσα στην προετοιμασία των μαθητών για μια μορφή ανταγωνισμού που δε γνώριζαν οι προηγούμενες γενιές, με την παραίτηση από οτιδήποτε μοιάζει με διαπαιδαγώγηση, ρίχνοντας το βάρος της εκπαίδευσης στην εκμάθηση χρηστικών γνώσεων και δεξιοτήτων» (Αλεξανδρα Περιστερακη)

Ο Κλινικός ψυχολόγος Βruce E.Levine  έγραψε το 2001

«Είχα κάποτε μια σύσκεψη με τη δασκάλα ενός εξαιρετικά έξυπνου οκτάχρονου αγοριού διαγνωσμένου με τη ψυχολογική ανωμαλία της προκλητικής αντιδραστικότητας. Εισηγήθηκα ότι ίσως το αγόρι δεν είχε καμιά ασθένεια, αλλά έπασχε απλώς από ανία. Η δασκάλα του, μια ευχάριστη γυναίκα, συμφώνησε μαζί μου .Όμως πρόσθεσε ότι «μας είπαν στο κρατικό συνέδριο πως η δουλειά μας είναι  να τους προετοιμάσουμε για τον κόσμο της εργασίας …πως τα παιδιά πρέπει να συνηθίσουν να μην τους διεγείρεται το ενδιαφέρον όλη την ώρα ειδεμή θα χάσουν τις δουλειές τους στον πραγματικό κόσμο»

Αναμφισβήτητα οφείλουμε να παρατηρήσουμε  πως η Ε.Ε  θέλει να ακολουθήσει κοινή  εκπαιδευτική πολιτική γραμμή, ώστε να αναπτυχθεί και να μπορεί να ανταγωνιστεί την άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Το 1995-1999 στις Ηνωμένες Πολιτείες έγιναν πολλές συναντήσεις της Πολιτείας με τους υπεύθυνους κυρίως της Βαριάς Βιομηχανίας. Το μεγαλύτερο πρόβλημα της μη-απόδοσης των νέων εργατών και υπαλλήλων αντιμετωπίστηκε με «κοινή προσπάθεια χάραξης Νέας Παιδείας». Έτσι, η General Motors για παράδειγμα παρουσίασε μελέτες και προτάσεις για τις απαραίτητες δεξιότητες που πρέπει να βελτιωθούν στους νέους.

«Κανένα Παιδί Πίσω»

Είναι το πρόγραμμα  που εφαρμόστηκε το 2001 στις ΗΠΑ απ’ την κυβέρνηση Μπους, με την υποστήριξη Ρεπουμπλικάνων και Δημοκρατικών μελών του Κογκρέσου. Στόχος και αυτού του προγράμματος ήταν, υποτίθεται, η δημιουργία προϋποθέσεων για ίσες ευκαιρίες σε όλους τους μαθητές.

«Πρώτα ο μαθητής»,

Διατυμπανίζει παντού το υπουργείο Παιδείας, όταν αναφέρεται στα σχέδιά του για το «νέο» σχολείο. Το «σύνθημα» δεν είναι πρωτότυπο. Ανάλογο λεξιλόγιο  χρησιμοποιήθηκε σε χώρες  της Ευρώπης  που προωθήθηκαν μέτρα για το σχολείο της αγοράς. Δυστυχώς, όμως, συνηθισμένα είναι και τα τραγικά αποτελέσματα για την εκπαίδευση και τους μαθητές, ιδιαίτερα για τους μαθητές των λαϊκών στρωμάτων.

Συνεπώς  η «μεταρρυθμιστική διάθεση» δεν είναι ούτε ελληνική επινόηση, ούτε αποτέλεσμα αποκλειστικά και μόνο μελετών και προτάσεων για τη βελτίωση του ελληνικού «απαρχαιωμένου εκπαιδευτικού συστήματος». Πρόκειται για μια σειρά μεταφράσεων και εναρμονίσεων με τους κανόνες κοινής διαχείρισης της Παιδείας στην Ευρώπη. (Αλεξ. Περιστ.)

Στη χώρα μας την τελευταία δεκαετία εφαρμόζεται τμηματικά ανεξάρτητα από τις εκάστοτε κυβερνήσεις. Μορφοποιείται μέσα από μεταρρυθμίσεις και καινοτομικές μεθόδους  διδασκαλίας  με  παραπλανητική «νεοφιλελεύθερη» φρασεολογία (διαθεματικότητα, διαπολιτισμικότητα, ευέλικτη ζώνη, project, νέο σχολείο αποκεντρωμένο, ζώνες εκπαιδευτικής προτεραιότητας ) και προωθούνται στις μέρες μας μέσα από το σχέδιο  για την τοπική αυτοδιοίκηση  ‘Καλλικράτης’.

Η τάση για κοινή αντιμετώπιση σε κοινά προβλήματα δεν είναι κατά βάση αρνητικό φαινόμενο καθώς  υπόσχεται μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα.Το ερώτημα όμως που παραμένει είναι το κατά πόσον οι αλλαγές αυτές όντως επιφέρουν βελτίωση και τι εννοούμε βελτίωση στο εκπαιδευτικό σύστημα. (Αλεξ. Περιστ.)

Εγώ αναρωτιέμαι πώς ερμηνεύεται ο όρος βελτίωση για τις ευρωπαϊκές ς επιτροπές της εκπαίδευσης, όταν από το 93΄ ευθυγραμμίζονται όλες οι εξουσίες  ομόφωνα με την αρχή: Η επιχείρηση πρέπει να είναι προσανατολισμένη στην εκπαίδευση και η εκπαίδευση προσανατολισμένη στις ανάγκες της επιχείρησης»

Τι ισχύει στην Ευρώπη από το 2000; Αποσαφήνιση   των μεταρρυθμίσεων και καινοτομιών

#   Η ευρωπαϊκή Κοινή Βάση Γνώσεων και Δεξιοτήτων  (παραθέτω ενδιαφέροντα στοιχεία από το κείμενο της Αλεξ. Περιστ.)

Η «Κοινή Βάση Γνώσεων και Δεξιοτήτων » έχει υιοθετηθεί από τις πρώτες συναντήσεις της Λισσαβόνας για την Παιδεία (2000) στο σύνολό της από τις χώρες της Ευρωζώνης (πρώτη έκδοση το 2001). Σύμφωνα με  το κείμενο αυτό καθορίζονται  όλες οι  μεταρρυθμίσεις, καινοτομίες, τα αναλυτικά προγράμματα και το παραπλανητικό λεξιλόγιο που χρησιμοποιείται πλέον στην εκπαίδευση. Είναι γεγονός πως πριν το 2000 οι έννοιες  της διαπολιτισμικότητας και διαθεματικότητας  ήταν άγνωστες στους εκπαιδευτικούς κύκλους. Η κοινη  βάση γνώσεων ανταποκρίνεται στην ανάγκη να είναι επίκεντρο του εκπαιδευτικού συστήματος ο μαθητής και να του παρέχεται κατά τη διάρκεια της σχολικής του διαδρομής η δυνατότητα μιας γνωστικής και συναισθηματικής ανάπτυξης, με την οποία θα μπορέσει να εισαχθεί στην κοινωνία όσο πιο προετοιμασμένος γίνεται. Ο στόχος είναι ποσοτικός: να εκπαιδευτούν όσο το δυνατόν περισσότεροι (Παιδεία για όλους ή «No child left behind», αν προτιμάτε ) και το περιεχόμενο των σπουδών τους να «ανταποκρίνεται στις ανάγκες της κοινωνίας» (χωρίς ωστόσο αυτές να διευκρινίζονται παρά με τη φράση «με όσα είναι απαραίτητα», κάτι που αφήνει τα περιθώρια για διαμόρφωση αναλυτικών προγραμμάτων «κομμένα και ραμμένα» στα μέτρα των αναγκών της Αγοράς όπως θα δούμε παρακάτω).

Το 2002 προτάθηκε ένα πλαίσιο για την καταπολέμηση της ανεργίας μέσω απόκτησης δεξιοτήτων. Συνδέθηκε άμεσα η Παιδεία με την αποδοτικότητα και την εύρεση εργασίας.

Σύμφωνα με αυτές τις κατευθυντήριες γραμμές, οι εθνικές επιτροπές της κάθε χώρας-μέλους
συνέταξαν τις οδηγίες για τη συγγραφή νέων σχολικών βιβλίων.
Με τη συγγραφή αυτών των βιβλίων και τη διεξαγωγή επιμορφωτικών σεμιναρίων καθιερώθηκε σε μας τους εκπαιδευτικούς η νέα ορολογία της εκπαίδευσης και ταυτόχρονα ένας καινούργιος τρόπος διδασκαλίας: διαθεματικότητα, βιωματική προσέγγιση, έννοιες που αρκετοί από μας εφαρμόζαμε μεν ήδη, αλλά εντάχθηκαν τότε στο λεξιλόγιο και στις πρακτικές όλων.

Η  ιδέα των ίσων ευκαιριών στη γνώση έγιναν αποδεκτά και αναγκαία μέτρα στο χώρο της ελληνικής δημόσιας και δωρεάν παιδείας, μακριά από τα πρότυπα ενός βαρετού και δυσανάγνωστου σχολείου που παρείχε μια ξεπερασμένη εγκυκλοπαιδική σωρεία γνώσεων. Οι νέες προσεγγίσεις είχαν και έχουν τη δυνατότητα να διαμορφώσουν ένα πεδίο ζωντανής και ανανεωμένης Γνώσης δίνοντας στο μαθητή, πρωτίστως, την αίσθηση ότι «τον αφορά» και, στην πορεία, τη δυνατότητα άμεσης αναγνώρισης και συνέχισης των σπουδών του σε όλη την Ευρώπη.

Σύμφωνα με την Κοινή Βάση που ψηφίστηκε το 2005, η Παιδεία χωρίζεται σε πέντε ως επτά τομείς Γνώσεων και Δεξιοτήτων και η Πιστοποίησή τους χωρίζεται σε Επίπεδα .

Οι τομείς είναι :
1/ η εκμάθηση της εθνικής γλώσσας της κάθε χώρας
2/ η εκμάθηση μιας δεύτερης ζωντανής γλώσσας
3/ η εκπαίδευση με στοιχεία μαθηματικών, επιστήμης και τεχνολογιών
4/ η εκμάθηση χρήσης τεχνολογιών και ψηφιακής επικοινωνίας
5/ η διαμόρφωση ανθρωπιστικής κουλτούρας
6/ η ανάπτυξη κοινωνικών δεξιοτήτων και η αγωγή πολίτη
7/ η ανάπτυξη της αυτονομίας και της πρωτοβουλίας

Με την αλλαγή κατεύθυνσης της παιδείας από παροχή γενικής καλλιέργειας σε ανάπτυξη συγκεκριμένων δεξιοτήτων , ο μαθητής λαμβάνει μια μορφή γνώσης που θα του είναι χρήσιμη, είτε άμεσα είτε στο προσεχές μέλλον. Μαθαίνει στρατηγικές μελέτης και αφομοίωσης των γνωστικών αντικειμένων, την επεξεργασία τους και το συνδυασμό τους, προωθώντας έτσι την ανάπτυξη της κριτικής σκέψης, τις μεταδεξιότητες και την προοπτική συμμετοχής στη δια βίου μάθηση.

Στον τομέα των ανθρωπιστικών σπουδών για παράδειγμα δίδεται έμφαση σε μια κοινή ευρωπαϊκή κουλτούρα. Η γνωριμία με τον πολιτισμό θεωρείται η αποτελεσματικότερη προσέγγιση των λαών, όταν δηλαδή ο μαθητής πληροφορείται για τα φιλοσοφικά, καλλιτεχνικά και επιστημονικά τους επιτεύγματα . «Μαθαίνει έτσι να εκτιμά και να σέβεται τη διαφορετικότητα, να αναγνωρίζει την ιδιαιτερότητα και να αναλύει τα “συστατικά στοιχεία” της σημερινής Ευρώπης».

Έτσι, ίσως η μεγάλη καινοτομία είναι ότι ο μαθητής καλείται να ενημερώνεται με την ιστορία, τη γεωγραφία, την αειφόρο ανάπτυξη, την αγωγή πολίτη, τη φιλοσοφία κ.ά., μαθήματα των οποίων επιμέρους σκοποί είναι η κοινή ανάπτυξη των ευρωπαϊκών χωρών και η μετάδοση ευρωπαϊκής πολιτισμικής κληρονομιάς. Πρέπει να βρει τρόπο να χτίσει διαπολιτισμική κουλτούρα. Τα σημεία αναφοράς που του δίνονται για την «κοινή κληρονομιά» είναι επιλεγμένα μνημεία, έργα και άνθρωποι που «διαμόρφωσαν τη σημερινή Ευρώπη» όπως για παράδειγμα ο Παρθενώνας, ο Μπετόβεν, ο Αϊνστάιν, η Βίβλος, ο Πλάτωνας και ο Καρτέσιος.

ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ

(Αν και μάλλον τα σχόλιά μου περιττεύουν, ήθελα απλά να προσθέσω  στο κείμενο της Αλεξάνδρας πως η κοινή βάση δεδομένων  καν έχω καταλάβει έστω και λίγο, μορφοποιείται  κυρίως μέσα από τη μέθοδο της διαθεματικότητας  και διαπολιτισμικότητας που πρυτανεύουν  τη τελευταία δεκαετία  στα πανεπιστημιακά βιβλία. Οι νέοι δάσκαλοι καλούμαστε να προσεγγίζουμε ένα θέμα από τα ερευνητικά πεδία πολλών επιστημών μαζί και απαιτείται συνεργασία ομάδων και project. Στόχος είναι μια σφαιρική αντίληψη των μαθητών για τον κόσμο μέσα από την οριζόντια σύνδεση των πολιτισμών και των μαθημάτων. Όμως κάθε άλλο παρά σφαιρική είναι καθώς η ολιστική προσέγγιση της πραγματικότητας μέσα από την έννοια και την λειτουργία του υπάρχοντος συστήματος παραπέμπει σε μια ιδεολογικά συντηρητική και ετεροκαθοριζόμενη από τους νόμους της αγοράς  αντιμετώπιση της πραγματικότητας)

Μέσα  σ αυτό το πλαίσιο διαφαίνονται από το 2006  τα αποτελέσματα της μεταρρύθμισης  που εφαρμόζεται στη Γαλλία. Το 2006 και 2007 τα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Συμβούλια της χώρας έστειλαν και ξαναέστειλαν συμβουλές, παρατηρήσεις και προτάσεις για βελτίωση. Σε γενικές γραμμές το αρχικό κείμενο αναφέρεται τόσο γενικά στο Σεβασμό των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, στην Κοινωνία της Γνώσης και των Ανταλλαγών κλπ. που είναι αφενός δύσκολο να το αποκλείσει κανείς (έχει πολύ ενδιαφέρουσες και δημιουργικότατες τοποθετήσεις), αλλά είναι αφετέρου εύκολο να διακρίνει ο έμπειρος εκπαιδευτικός ή πολιτικός, το ποιες δυνατότητες δίνονται στους εθνικούς συντάκτες να αποφασίζουν για την τελική διαμόρφωση συγκεκριμένου αυριανού πολίτη μέσα από καθοριστικές εφαρμογές και προγράμματα.

Στη Γαλλία χρόνο με το χρόνο βλέπουν μια παιδεία χωρίς αποτέλεσμα και ένα σχολείο που όλο και περισσότερο απομακρύνει τους μαθητές, τους γονείς και τους εκπαιδευτικούς (μελέτες υπάρχουν από τη δεκαετία του ’80 για τον κοινωνικό αποκλεισμό, τη σχολική αποτυχία, την πρόωρη εγκατάλειψη, «Ζώνες Εκπαιδευτικής Προτεραιότητας » κλπ.).

Προσπαθώντας να συνδυάσουν την εργασία με την Παιδεία, την ανεργία και τη σχολική αποχή, τη βία και την αναποτελεσματικότητα των μέχρι τώρα αλλαγών, οι λύσεις που προτείνονται είναι μάλλον «εξυπηρετικές» για την Αγορά: για παράδειγμα, εφαρμόζεται συστηματικά από το 2007 ένα πρόγραμμα για το «Σχολείο και Εργασία», μια πρακτική άσκηση στις Βιοτεχνίες και Βιομηχανίες που βρίσκονται κοντά στα Γυμνάσια και Λύκεια (χωρίς αμοιβή φυσικά, γιατί θεωρείται εκπαίδευση) «ώστε να έχουν κάτι να κάνουν οι νέοι και να αποφασίσουν τι τους ταιριάζει» .

Στη Γαλλία, σύμφωνα με μελέτες του Εθνικού Ινστιτούτου Στατιστικών και Οικονομικών Σπουδών ούτε η ενδοσχολική βία μειώθηκε, ούτε η σχολική αποχή. Μάλιστα, έχουν τόσο μεγάλο πρόβλημα σχολικής αποχής/αποτυχίας, που έχουν καθιερώσει κατά τη διάρκεια της υποχρεωτικής για όλους τους Γάλλους πολίτες  «Εθνικής Μέρας Στρατιωτικής Ενημέρωσης», να διεξάγεται μια σειρά εξετάσεων, ώστε να μετρηθεί ο πιθανός αναλφαβητισμός και να οδηγούνται οι ασθενέστεροι του σχολικού συστήματος ξανά σε τάξη.

«Στρατιές» Γάλλων κοινωνιολόγων  κρούουν το κώδωνα του κινδύνου από την εποχή του Pierre Bourdieu (1970-). Αναλύουν, επισημαίνουν, προτείνουν και συζητούν λύσεις. Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι καμία ως τώρα αλλαγή δεν έχει εξαλείψει τον αναλφαβητισμό και καμία μεταρρύθμιση δεν έχει καταφέρει να φέρει κοντά τις πιο ευάλωτες ομάδες πληθυσμού, οι οποίες εξακολουθούν και σήμερα να βρίσκονται στο περιθώριο μιας Παιδείας που χωράει όλο και λιγότερους (ένα από τα άλλα προβλήματα για παράδειγμα είναι η απουσία πλαισίου για τους «χαρισματικούς μαθητές»).

Τα πιο πρόσφατα κείμενα (2008 – 2010)  οδηγούν στη Δια Βίου Κατάρτιση, στο κυνήγι των πιστοποιήσεων Δεξιοτήτων και Ικανοτήτων, στο να αποδεικνύουμε δια βίου την ικανότητά μας να κατέχουμε την όποια εργασιακή θέση.

Τα  παραπάνω στοιχεία τα βρήκα στο TVXS και είναι όλο το κείμενο πολύ ενδιαφέρον

ΖΩΝΕΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ

Σύμφωνα με το σχέδιο αυτό η καινοτομία των Ζωνών Εκπαιδευτικής Προτεραιότητας εκπορεύεται από τη  θετική διάκριση η οποία συνίσταται στην άνιση μεταχείριση των ανισοτήτων με βάση τις ανάγκες προτεραιότητας των παιδιών. Είναι πλέον γενικά αποδεκτό πως το σχολείο δεν πρέπει να λειτουργεί με τον ίδιο τρόπο αν θέλει να προσφέρει ίσες ευκαιρίες σε όλους (Ευρωπαϊκή Ένωση, 1985).

Έτσι λοιπόν  υιοθετήθηκε και στη χώρα μας  η ίδια πολιτική. Η Α. Διαμαντοπούλου, σε δηλώσεις της μετά τη συνάντηση που είχε με το προεδρείο της ΓΣΕΕ, ισχυρίστηκε ότι στόχος είναι «να σταματήσουν τα σχολεία πολλών ταχυτήτων στη χώρα και να έχουν όλα τα παιδιά ίσες ευκαιρίες και ίσες δυνατότητες» και ότι αυτό θα γίνει με τις Ζώνες Εκπαιδευτικής Προτεραιότητας (ΖΕΠ)

Γιατί άραγε  φαίνεται να αγνοούν εντελώς πως σε άλλες χώρες που έχουν ήδη  εφαρμοστεί  οι Ζ.Ε.Π τα αποτελέσματα  ήταν εκ διαμέτρου αντίθετα από τα αναμενόμενα και παρόλα αυτά  συνεχίζουν να θέλουν να τα δοκιμάσουν;

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΩΝ Ζ.Ε.Π

Όπως διαφαίνεται από το σκοπό και τους στόχους του εν λόγω σχεδίου, πυρήνας της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης είναι η καθιέρωση μιας άμεσης αντιστοιχίας ανάμεσα στην έννοια της ποιοτικής εκπαίδευσης και της σχολικής επιτυχίας.  Οι Ζ.Ε.Π. δραστηριοποιούνται μέσα σε αυτό το ευρύτερο πλαίσιο, όμως η κάθε μία Ζώνη καθορίζει τις δικές της εμφάσεις και προτεραιότητες αναλόγως των ιδιαίτερων της αναγκών. Κατ’αντιστοιχία η κάθε Ζ.Ε.Π. διαμορφώνει το δικό της σχέδιο δράσης προσαρμόζοντας τις κατευθυντήριες γραμμές του Σχεδίου εκπαιδευτικής Μεταρρύθμισης και αποδίδοντας έμφαση στα σημεία που θεωρούνται ως σημεία προτεραιότητας στην κάθε ζώνη. Οι Ζ.Ε.Π. επιλέγονται με βάση κριτήρια που έχουν να κάνουν με

  • τη γεωγραφική τοποθεσία
  • την κοινωνικο-οικονομική σύνθεση των οικογενειών
  • την παρουσία αλλοδαπών ή αλλόγλωσσων παιδιών
  • τη μαθητική διαρροή
  • την αναλογία μαθητών ειδικής εκπαίδευσης. Με μια και μόνο ματιά στα κριτήρια αυτά  μπορεί κανείς να κατανοήσει την ανάγκη για διαφοροποιημένη έμφαση στη στοχοθεσία  των  διαφόρων Ζ.Ε.Π.

Με βάση τα πιο πάνω κριτήρια δημιουργούνται «Δίκτυα Εκπαιδευτικής Προτεραιότητας» (Δ.Ε.Π.). Κάθε δίκτυο έχει επίκεντρο το γυμνάσιο, τα κύρια δημοτικά και νηπιαγωγεία που το τροφοδοτούν.

Καθοδηγητικά όργανα των Ζ.Ε.Π .

Τα σχολεία που αποτελούν Δ.Ε.Π. λειτουργούν διαφορετικά από τα άλλα σχολεία. Συγκεκριμένα, για την στήριξη της καινοτομίας και καθοδήγηση των εμπλεκομένων δημιουργούνται δύο καθοδηγητικά όργανα. Η «Ομάδα Καθοδήγησης» και  το «Συμβούλιο του Δικτύου».

Η Ομάδα Καθοδήγησης αποτελεί τον πυρήνα του δικτύου.

Συμβουλεύει και παρέχει παιδαγωγική στήριξη στις παιδαγωγικές ομάδες των σχολείων ενώ παράλληλα έχει την ευθύνη για την καθιέρωση και το συντονισμό μιας εταιρικής-συνεργατικής σχέσης ανάμεσα στα σχολεία που αποτελούν το δίκτυο, αλλά και ανάμεσα στα σχολεία και την κοινότητα. Την ομάδα καθοδήγησης αποτελούν δύο «Συνυπεύθυνοι Δ.Ε.Π.» (διευθυντής γυμνασίου και ένας εκ των διευθυντών των δημοτικών), δύο «Συντονιστές Δ.Ε.Π.» (ένας εκπαιδευτικός μέσης και ένας δημοτικής μερικώς αποσπασμένοι δύο μέρες της εβδομάδας) και  «Εμψυχωτές Δ.Ε.Π.» (εκπαιδευτικοί που βοηθούν τους Συντονιστές έχοντας μείωση τεσσάρων διδακτικών περιόδων). Επίσης στην Ομάδα Καθοδήγησης συμμετέχουν οι οικείοι εκπαιδευτικοί ψυχολόγοι.

Οι εκπαιδευτικοί που αποτελούν την Ομάδα Καθοδήγησης επιλέγονται με βάση ένα ειδικό επαγγελματικό προφίλ που περιλαμβάνει μεταξύ άλλων τα κίνητρα τους να εργαστούν με μαθητές από μη προνομιούχα στρώματα, την πεποίθηση ότι η παιδεία μπορεί να αντισταθμίσει τις κοινωνικές ανισότητες, την ικανότητα τους να εργάζονται σε ομάδες έχοντας την ικανότητα να εμψυχώνουν και τέλος την παιδαγωγική τους κατάρτιση.
Το Συμβούλιο του Δικτύου στοχεύει στην ενεργοποίηση τοπικών φορέων και συνεταίρων σε ένα συνεργατικό καθεστώς με τα σχολεία. Τέτοιοι συνέταιροι μπορεί να είναι οι δημοτικές αρχές, οι σύνδεσμοι γονέων, τοπικοί φορείς, π.χ εκκλησία, αθλητικά σωματεία, και άλλοι κοινωφελείς οργανισμοί, λ.χ. κρατικές υπηρεσίες κοινωνικής ευημερίας, νεολαίας κ.ά. Αποτελεί ένα συμβουλευτικό όργανο που συνέρχεται κατόπιν πρόσκλησης της Ομάδας Καθοδήγησης για να εισηγηθεί τρόπους με τους οποίους ο κάθε φορέας μπορεί μέσα από τη λειτουργία του να συνεισφέρει στην επίτευξη του έργου του σχολείου.
Για τη συνεχή επιστημονική παρακολούθηση λειτουργεί  «Κέντρο Πληροφόρησης και Αξιολόγησης» και φροντίζει για την πληροφόρηση, καταγραφή, διασπορά των επαγγελματικών εμπειριών καθώς και για την συνεχή αξιολόγηση της καινοτομίας.



Βασικές αρχές λειτουργίας των Ζ.Ε.Π.

Πέραν της λειτουργίας των καθοδηγητικών οργάνων, ο θεσμός των Ζ.Ε.Π. περιλαμβάνει αρκετά άλλα στοιχεία τα οποία και συνιστούν τις βασικές αρχές λειτουργίας του. Συγκεκριμένα (όπως διαφαίνεται από το Σχέδιο Εκπαιδευτικής Μεταρρύθμισης) ο θεσμός των Ζ.Ε.Π. προνοεί για συνεχή κατάρτιση και επιμόρφωση των εκπαιδευτικών που εμπλέκονται. Παράλληλα, υπάρχει εισήγηση ότι παρέχονται ειδικά ωφελήματα-κίνητρα στους εκπαιδευτικούς που θα απασχολούνται στις Ζώνες, όπως μισθολογικά επιδόματα και προτεραιότητα στην εξασφάλιση υποτροφιών για μετεκπαίδευση. Επίσης ο θεσμός προνοεί για μονιμότητα του εκπαιδευτικού προσωπικού στη σχολική μονάδα (τουλάχιστον πέντε χρόνια) ώστε να υποστηρίζεται η δημιουργία οράματος και η υλοποίηση των στόχων της μονάδας.

ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ

Οι Ζ.Ε.Π μετατρέπονται σε «Ζώνες» ταξικής διαφοροποίησης και πιστοποίησης

Στη Φινλανδία τα σχολεία χρηματοδοτούνται 50% από τις επιχειρήσεις και τη φορολόγηση των δημοτών και 50% από κρατικά κονδύλια, ενώ η πρόσληψη των εκπαιδευτικών γίνεται σε τοπικό επίπεδο, σχολικής μονάδας. Το σχολικό πρόγραμμα σε μεγάλο μέρος είναι διαφοροποιημένο, όπως και το ωρολόγιο πρόγραμμα, το οποίο κυμαίνεται από 14 μέχρι και 30 ώρες. Το κριτήριο είναι η οικονομική δυνατότητα του κάθε δήμου και, φυσικά, το …ενδιαφέρον των προμηθευτών εκπαίδευσης, δηλαδή των χορηγών. Μετά τα 8 χρόνια βασικής εκπαίδευσης (συν 1 έτος υποχρεωτικής προσχολικής), μόνο το 50% των μαθητών συνεχίζει στο λύκειο. Οι άλλοι μισοί μαθητές οδηγούνται στην πρόωρη, άρα υποβαθμισμένη, τεχνική επαγγελματική εκπαίδευση ή στο προπαρασκευαστικό έτος για την έξοδό τους στην ευέλικτη κατάρτιση που παρέχεται από διάφορους φορείς.

Στη Δανία προωθήθηκε η αυτόνομη λειτουργία των γυμνασίων, αλλά και το σύστημα πιστώσεων κουπονιών ανά μαθητή. Ετσι, τα σχολεία λειτούργησαν ανταγωνιστικά και μειώθηκαν οι δαπάνες ανά μαθητή.

Στην Ιρλανδία η «αποκέντρωση» σε επίπεδο δήμου και περιφέρειας οδήγησε τα σχολεία σε επιχειρηματικές δραστηριότητες. Γονείς, μαθητές και εκπαιδευτικοί έφτασαν στο σημείο να εργάζονται 4 ώρες, μετά το μεσημέρι, για να βρεθούν πόροι!

Στην Αγγλία η «αποκεντρωμένη» εκπαίδευση είναι θεσμός εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Κριτήριο για τη χρηματοδότηση είναι οι επιδόσεις των μαθητών στις γραπτές περιφερειακές εξετάσεις. Το αποτέλεσμα είναι να κλείνουν συχνά σχολεία, λόγω έλλειψης πόρων, ενώ το επίπεδο μόρφωσης μειώθηκε. Παράλληλα, ο ρόλος του εκπαιδευτικού έχει απαξιωθεί, η δουλειά του κρίνεται και ελέγχεται συνεχώς, ο μισθός είναι χαμηλός, ενώ απ’ το ύψος της χρηματοδότησης της κάθε σχολικής μονάδας εξαρτάται το εργασιακό του μέλλον. Η Αγγλία με όλη αυτή την κατάσταση αναγκάστηκε να κάνει «εισαγωγή» εκπαιδευτικών από άλλες χώρες.

Στη Γαλλία έχει εφαρμοστεί το μέτρο των Ζωνών Εκπαιδευτικής Προτεραιότητας (ΖΕΠ), κομμάτι του «νέου» σχολείου της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ. Το αποτέλεσμα ήταν οι μαθητές των ΖΕΠ (κυρίως ήταν οι περιοχές των γκέτο), από νωρίς, να οδηγούνται στην κατάρτιση, αλλά και να περιθωριοποιούνται ακόμα περισσότερο.

Το «αποκεντρωμένο» και διαφοροποιημένο σχολείο έχει φέρει αρνητικά αποτελέσματα σε πολλές χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, ενώ δεν έχουν λείψει και οι λαϊκές αντιδράσεις. Χαρακτηριστικό είναι πως στη Γερμανία, σε μαθητικές κινητοποιήσεις ένα απ’ τα αιτήματα ήταν «ΕΝΑ σχολείο για όλους – έξω από το πολυμερές σχολείο».

Το «παράδειγμα» των ΗΠΑ

Στις ΗΠΑ η εκπαίδευση υπάγεται στην αυτοδιοίκηση κάθε πολιτείας, όπου διαμορφώνονται διαφορετικά προγράμματα σπουδών, τα οποία και χρηματοδοτούνται απ’ τις επιχειρήσεις. Τα αποτελέσματα είναι η έντονη ταξική διαφοροποίηση και το το χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης για τους μαθητές από φτωχές περιοχές.

Σε παλιότερο κείμενο του υπουργείου Παιδείας των ΗΠΑ με τίτλο «Στρατηγικό πλάνο για τα δημοσιονομικά έτη 2007-2012» αποτυπώνονται πλήρως τα αποτελέσματα του διαφοροποιημένου σχολείου και αποκαλύπτονται οι ταξικοί φραγμοί στην εκπαίδευση: Μόλις το 65,8% διαθέτει επάρκεια στην ανάγνωση και χρήση της γλώσσας, ενώ το ποσοστό μειώνεται στους «μαθητές με χαμηλό εισόδημα» και φτάνει το 52,6%. Αντίστοιχα, το 63,4% του συνόλου των μαθητών διαθέτει επάρκεια στα μαθηματικά, ενώ και εδώ το ποσοστό μειώνεται για τους μαθητές από φτωχές οικογένειες (50,7%). Επιπλέον, το 30% του συνόλου των μαθητών της Α’ Λυκείου δεν ολοκληρώνουν τη φοίτηση στο Λύκειο. Για τα παιδιά που ανήκουν σε μειονότητες το αντίστοιχο ποσοστό φτάνει το 50%.

Στις ΗΠΑ υπάρχουν σχολεία πλουσίων και φτωχών. Η εκπαίδευση χρηματοδοτείται απ’ την «τοπική κοινωνία» και αυτό φαίνεται στα έξοδα ανά μαθητή. Η ταξική διάσταση της εκπαίδευσης αντανακλάται και στους εκπαιδευτικούς. Στο Γυμνάσιο, το 11% των εκπαιδευτικών δεν έχει ούτε πτυχίο μπάτσελορ, ενώ το ποσοστό αυτό στις φτωχές περιοχές αυξάνεται στο 16%. Τα ποσοστά στα Δημοτικά είναι 7% και 10%, αντίστοιχα. Επιπλέον, οι καθηγητές «αξιολογούνται», σύμφωνα με τους στόχους που έχουν οριστεί, διαφορετικά έχουν ποινές ή απολύονται: Πρόσφατο είναι το παράδειγμα από ένα σχολείο στο Ρόουντ Αϊλαντ των ΗΠΑ όπου 74 καθηγητές τιμωρήθηκαν με απόλυση (!) για τις κακές επιδόσεις των μαθητών! Μάλιστα, ο υπουργός Παιδείας της κυβέρνησης Ομπάμα ήταν υπέρ της απόφασης, υποστηρίζοντας ότι τα μέλη της σχολικής επιτροπής πήραν τη σωστή απόφαση για τα παιδιά.

Την ίδια ώρα που η εκπαίδευση στις ΗΠΑ έχει φτάσει σε τέτοια επίπεδα, οι επιχειρήσεις συνεχίζουν να κάνουν …πάρτι στα σχολεία: Αναφέρουμε μόνο τρία χαρακτηριστικά παραδείγματα:

  • Πολυεθνική τροφίμων απαιτεί από τα επιχορηγούμενα Δημοτικά οι πράξεις μαθηματικών να διδάσκονται προσθαφαιρώντας πατατάκια, ενώ στα Λύκεια αξιώνει οι μαθητές να φορούν μπλούζες και καπέλα με το σήμα της!
  • Η ημέρα της «Coca-cola» είναι μέρα συμμετοχής των σχολείων σε εθνικό διαγωνισμό. Μάλιστα, τα σχολεία που έχουν τις καλύτερες ιδέες για τα εκπτωτικά κουπόνια αγοράς του αναψυκτικού, κερδίζουν επιχορήγηση 10.000 δολάρια. Οι όροι «συνεργασίας» με τα σχολεία φτάνουν συχνά και στον παραλογισμό. Χαρακτηριστική η περίπτωση σχολείου που συνεργάζεται με την «Coca-cola», όπου αποβλήθηκε μαθητής επειδή φορούσε μπλούζα ανταγωνιστικής εταιρείας!
  • Η χρησιμοποίηση των σχολικών χώρων (ταράτσες, τοίχοι, πίνακες ανακοινώσεων) για διαφημίσεις χορηγών έχει αυξηθεί την τελευταία διετία κατά 540%.

Τέλος  ορισμένες διασαφηνίσεις όρων:

«αποσυγκέντρωση», «αυτονομία» και  «αποκέντρωση»

(α) Με τον όρο «αποσυγκέντρωση» (Deconcentration) ορίζεται η μεταφορά στα περιφερειακά όργανα αποφασιστικών αρμοδιοτήτων οι οποίες ασκούνται υπό την εποπτεία ή την καθοδήγηση των κεντρικών πολιτικών και διοικητικών μηχανισμών. Η αποσυγκέντρωση λαμβάνει χώρα στο πλαίσιο του συγκεντρωτικού συστήματος και μπορεί να οργανωθεί είτε σε γεωγραφικό επίπεδο είτε σε επίπεδο εξειδικευμένων υπηρεσιών. Πρόκειται για μεταφορά εξουσιών (διαχείρησης, λήψης αποφάσεων) σε τοπικά ή περιφερειακά όργανα που παραμένουν, όμως, αναγκαστικά στην ιεραρχία της κεντρικής διοίκησης.

(β) Με τον όρο «αυτονομία» ορίζεται η ανεξάρτητη άσκηση υλών των εξουσιών και αρμοδιοτήτων και εκδηλώνεται στις περιπτώσεις των ομοσπονδιακών κρατών.

(γ) Με τον όρο «αποκέντρωση» (Decentralization) ορίζεται η μεταφορά εξουσιών και αρμοδιοτήτων από τους κεντρικούς μηχανισμούς εξουσίας σε «τοπικό περιφερειακό» επίπεδο. Η άσκηση των εξουσιών από τα «τοπικά περιφερειακά» όργανα και τις υπηρεσίες γίνεται χωρίς την προηγούμενη έγκριση των κεντρικών πολιτικών και διοικητικών αρχών. Πράγμα που σημαίνει ότι οι αποφάσεις λαμβάνονται στο επίπεδο που εκτελούνται, έτσι ώστε να είναι προσαρμοσμένες στην πραγματικότητα και να λαμβάνονται σε μικρό χρονικό διάστημα. Βέβαια είναι αυτονόητο ότι η αποκέντρωση προϋποθέτει την ύπαρξη τοπικών συλλογικών οργάνων που εκλέγονται από το τοπικό κοινωνικό σύνολο. Είναι σαφές πως η πρώτη και η τρίτη περίπτωση αναφέρονται στα ενιαία κράτη και όχι στα ομόσπονδα. Είναι επίσης σαφές ότι οι όποιες επιλογές στην υιοθέτηση του όποιου μοντέλου είναι πολιτικές και ανάγονται στη δημοκρατική οργάνωση, την αντιπροσώπευση και στη συμμετοχή του τοπικού συνόλου στα τοπικά προβλήματα, στην εξουσία και στη διοίκηση του κράτους. Το πρόβλημα της αποκέντρωσης τίθεται και ως πρόβλημα σχέσεων της κεντρικής εξουσίας με τις αποκεντρωμένες εξουσίες και την τοπική αυτοδιοίκηση. Στο πλαίσιο των προβληματισμών της αποκέντρωσης «ρεζιοναλισμού» (Regionalism) διατυπώνεται και η άποψη ότι τα αποκεντρωμένα επίπεδα απαιτούν συντονισμό που να διασφαλίζει την ισόρροπη ανάπτυξη της περιφέρειας και για μια μερίδα, αυτών των προβληματισμών, και την οργανική ενότητα της κρατικής εξουσίας. Από μια άλλη οπτική, στο ίδιο πλαίσιο, υπογραμμίζεται και ο κίνδυνος διαμόρφωσης ενός τοπικού περιφερειακού συγκεντρωτισμού.

Ζωη

η συμβολή της εκπαίδευσης στη διαμόρφωση της εργατικής δύναμης

Οι αστικοι στοχοι στην πρωτοβάθμια
Γιατί το κεφάλαιο και το αστικό κράτος επιχειρούν αδιάκοπα αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο και στο περιεχόμενο της εκπαίδευσης; Η απάντηση βρίσκεται στη βασική λειτουργία της εκπαίδευσης: Τη συμβολή της στη διαμόρφωση της εργατικής δύναμης.
Βασικά και θεμελιώδη στοιχεία της εκπαιδευτικής πολιτικής του ΠΑΣΟΚ είναι η δια βίου μάθηση, η νέα διδακτική με τα νέα πακέτα επιμόρφωσης, η αποκέντρωση, η εμπλοκή των επιχειρήσεων και η εντατικοποίηση. Τα στοιχεία αυτά δεν είναι νέα. Χαρακτηρίζουν σε μεγάλο βαθμό και την εκπαιδευτική πολιτική της ΝΔ. Ωστόσο, με βάση τις προεκλογικές διακηρύξεις και τα εκπαιδευτικά προγράμματα, το ΠΑΣΟΚ είναι ο κύριος εισηγητής των αλλαγών


Η δια βίου μάθηση

Το κεφάλαιο χρειάζεται ποικίλα και διαφορετικά επίπεδα ειδίκευσης μίας εργατικής δύναμης προσαρμοσμένης στις ανισορροπίες και ανακατατάξεις που φέρνει ο κύκλος της καπιταλιστικής κρίσης. Για τη μεγάλη μάζα των παιδιών αντιστοιχεί μία εφήμερη, ευέλικτη και διαρκώς επαναλαμβανόμενη κατάρτιση, που θα εφοδιάζει την εργατική δύναμη με τις επιζητούμενες δεξιότητες ακριβώς στην κατάλληλη στιγμή.

Θεμελιώδης αντίφαση του καπιταλισμού είναι ότι αφενός χρειάζεται την αναπτυγμένη, από άποψη μόρφωσης, εργατική δύναμη, αφετέρου όμως θέλει να επιβραδύνει την ανάπτυξή της. Γιατί η μορφωτική ανάπτυξη μαζί με την τεχνολογική εξέλιξη, τροφοδοτεί με διαρκώς νέες ιστορικές ανάγκες τους εργάτες, άρα αυξάνει την αξία της εργατικής δύναμης. Ταυτόχρονα η (αστική) μόρφωση συμβάλλει, υπό όρους, στην απαλλαγή του εργάτη από τα δεσμά του σκοταδισμού και της δεισιδαιμονίας.

Την αντίφαση αυτή έρχεται να συμφιλιώσει το σύστημα της «δια βίου μάθησης». Το σύστημα αυτό φιλοδοξεί να υποκαταστήσει την ευρύτερη γενική μόρφωση, με διαδοχικές καταρτίσεις «ευέλικτα» προσαρμοζόμενες στις «ανάγκες της αγοράς». Μόλις αυτές ξεπεραστούν, οι εκπαιδευμένοι εργαζόμενοι θα θεωρούνται αμαθείς και θα απολύονται για να ξανακαταρτιστούν. Κάθε φορά που θα επαναπροσλαμβάνονται στην ίδια ή σε άλλη επιχείρηση (αυτό, όπως υπογραμμίζεται στη λευκή βίβλο, θα επαναληφθεί ως και 7 φορές στη διάρκεια της εργασιακής ζωής) θα ξεκινούν από το μηδέν, με τα ανύπαρκτα δικαιώματα του νεοπροσλαμβανόμενου.


Η νέα διδαχτική

Το κεφάλαιο δεν αρκείται πια σε μια εργατική δύναμη που θα διεκπεραιώνει μηχανιστικά τα εργασιακά της καθήκοντα. Δεν ικανοποιείται με εργαζόμενους που παθητικά και ανόρεχτα θα ολοκληρώνουν το ωράριό τους. Ζητά έναν εργαζόμενο ενεργητικό υποστηρικτή του συστήματος, που θα σκέφτεται για τους καπιταλιστές, θα αναζητά διαρκώς τρόπους αύξησης της παραγωγικότητας, θα αυτοεκπαιδευεται και θα ψάχνει νέες εφαρμογές και νέα προγράμματα. Ετσι το περιεχόμενο και η διδαχτική μέθοδος της δωδεκάχρονης εκπαίδευσης αναπροσαρμόζονται.


Επιχειρηματικότητα

Πρώτα – πρώτα αρχίζει να δηλητηριάζεται το περιεχόμενο των εκπαιδευτικών προγραμμάτων. Η μάθηση της «επιχειρηματικότητας» με στόχο τον εκστασιασμό των νέων απέναντι στα τρομακτικά χαρίσματα των «επιτυχημένων» του συστήματος καταλαμβάνει περίοπτη θέση σε όλα τα εκπαιδευτικά προγράμματα από το νηπιαγωγείο ως το λύκειο. Στο άχαρο και καταθλιπτικό σχολείο, που οι μαθητές αποστρέφονται, αντιπαρατίθεται ένα δήθεν «νέο» σχολείο δελεαστικό και ελκυστικό. Εκπαιδευτικές επισκέψεις κ χαρούμενες δραστηριότητες επιστρατεύονται για να εντυπωσιάσουν τους μαθητές και να τους εξοικειώσουν με την ιδέα της ατομικής πρωτοβουλίας και εθελοντικής συμμετοχής, με την ευγενική χορηγία των εταιριών και τη συμμετοχή των εκπροσώπων τους. Οι εκπαιδευτικοί καλούνται σε σεμινάρια «πολλαπλασιαστών» για τη διάδοση της «ανταγωνιστικότητας» και της «βιώσιμης ανάπτυξης»..


navis, Νοέμβρης 2009

ΑΝΟΙΧΤΟ ΚΑΛΕΣΜΑ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ

Η επομενη συναντηση της Πρωτοβουλιας
θα γινει την TΡΙTH   28 Δεκεμβρη στις    20.00
στο Αυτονομο Στεκι [Ζωοδ.Πηγης κ Ισαυρων]

Το επίμαχο ζήτημα που τίθεται είναι να βρεθούν οι τρόποι με τους οποίους μπορούν να γεννηθούν οι νέες αντισυμβατικές μορφές ταξικής πάλης.

Αυτές μπορεί να είναι από παραδειγματική μαχητική περιφρούρηση μίας απεργίας, μέχρι καταλήψεις γραφείων διοίκησης, δημόσιων υπηρεσιών, σχολείων, αλλά και έφοδοι σε πολυκαταστήματα και σε super market. Μπορεί να είναι όμως και κατάληψη-περιφρούρηση μίας επιχείρησης που «πτωχεύει», για να μην εκποιήσουν οι πιστωτές της τα περιουσιακά στοιχεία. Τέτοιες παραδειγματικές καταλήψεις μπορεί να συνοδεύονται και από νέες αντισυμβατικές πρακτικές, όπως το bossnapping -δηλαδή τη «φυλάκιση» του αφεντικού μέσα στο γραφείο του. Μπορεί να είναι μία μορφή λευκής απεργίας. Μπορεί ακόμα να είναι και «κοινωνικοποίηση» της επιχείρησης, δηλαδή λειτουργική κατάληψη από τους απολυμένους εργάτες με τη στήριξη της τοπικής κοινωνίας. Τέτοια παραδείγματα είχαμε αρκετά στην κρίση της Αργεντινής……ΑΝΤΕΠΙΘΕΣΗ ΠΑΝΤΟΥ ΚΑΙ ΜΕ ΚΑΘΕ ΜΕΣΟ.