κειμενα των ημερων [ανανεωνεται]

5. Η’ ΚΟΙΜΑΣΑΙ Η’ ΦΟΒΑΣΑΙ Συνέλευση κατοίκων Βύρωνα, Καισαριανής, Παγκρατίου

Τι να πει κανείς όταν μετά από τέτοιο βιασμό της αξιοπρέπειας και των συνειδήσεων, μετά από τέτοια κραυγαλέα επίθεση σε οποιοδήποτε δικαίωμα έχει κατακτηθεί τον τελευταίο αιώνα, δεν έχει κατέβει στο κέντρο 1.000.000 κόσμος για να σηκώσει τη βουλή με τα χέρια του και να την πετάξει στη θάλασσα;
Για τη βία του μνημονίου έχουν γραφτεί χιλιάδες κείμενα και αναλύσεις, εκατοντάδες «ειδικοί» έχουν μιλήσει για τον παραλογισμό του, και κάθε νοήμων άνθρωπος γνωρίζει πάνω κάτω τις συνέπειες που θα έχει στις ζωές μας:
ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΣΥΝΤΑΞΕΙΣ ΚΑΙ ΟΙ ΜΙΣΘΟΙ, ΕΙΝΑΙ ΠΟΥ ΜΑΣ ΚΛΕΒΟΥΝ ΚΑΘΕ ΜΕΡΑ ΤΗ ΖΩΗ.
Μετά από ένα χρόνο μουδιάσματος και αμηχανίας και μετά από πολλές πιέσεις, καλέστηκε για πρώτη φορά στην σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας 48ωρη γενική απεργία. Ο κόσμος είχε έτσι μια ευκαιρία να εναντιωθεί εμπράκτως σ’ αυτόν τον παραλογισμό δημιουργώντας εστίες αντίστασης σ’ όλο το κέντρο και αποκλείοντας την πρόσβαση στη βουλή. Δεκάδες συνελεύσεις γειτονιών συγκεντρώθηκαν σε τρία διαφορετικά σημεία (Καλλιμάρμαρο, Ευαγγελισμός, Σύνταγμα) με σκοπό να εμποδίσουν τους βουλευτές να πλησιάσουν. Η απάντηση της αστυνομίας ήταν η αναμενόμενη. Ήδη από τις 8 το πρωί και πριν προλάβει να συγκεντρωθεί ο μεγάλος όγκος των διαδηλωτών, απέναντι σε κάποιες δεκάδες ανθρώπων όλων των ηλικιών και χωρίς καμία πρόκληση από την μεριά τους, οι «προστάτες της δημοκρατίας και του πολίτη» επιτίθενται τυφλά με χημικά και γκλομπιές και διαλύουν τα μπλόκα.
Η σύγκρουση σιγά σιγά πήρε τη μορφή λαϊκής εξέγερσης, με χιλιάδες ανθρώπων να αρνούνται να φύγουν απ’ το δρόμο, αντιστεκόμενοι στις επιθέσεις μιας αστυνομίας που όλο και περισσότερο μοιάζει με στρατό εσωτερικής κατοχής, στα πρότυπα της χούντας. Η συνέχεια είναι λίγο πολύ γνωστή σε όλους. Αυτό που αλλάζει είναι η οπτική γωνία:
Από τη μία, χιλιάδες ανθρώπων εμπλέκονταν σε αψιμαχίες και συγκρούσεις, είτε λεκτικές είτε σωματικές, εκτέθηκαν σε χημικά, ποδοπατήθηκαν και χτυπήθηκαν βάναυσα από την αστυνομία (πάνω από 500 τραυματίες μεταφέρθηκαν σε νοσοκομεία, και πολλοί παραπάνω δέχτηκαν πρώτες βοήθειες επί τόπου). Από την άλλη, την ίδια στιγμή, πολλές παραπάνω χιλιάδες ανθρώπων, αποποιούμενοι τις ευθύνες τους και αντί να ενωθούν με όσους αποφάσισαν να αγωνιστούν, προτίμησαν να κάτσουν απαθείς μπροστά στο χαζοκούτι, σπίτι τους ή στις καφετέριες, δεχόμενοι την προπαγάνδα των Μ.Μ.Εξαπάτησης περί «κουκουλοφόρων που αμαυρώνουν τις πορείες». Όλοι αυτοί, αφ’ ενός απηυδούν για την οικονομική κατάσταση, βρίζουν τους πολιτικούς και γκρινιάζουν για τα χίλια κακά της μοίρας τους και αφ’ ετέρου κουνούν το κεφάλι λέγοντας: «Ε, και τι να κάνεις…».
Αυτά είναι γεγονότα. Δεν αλλάζουν, ούτε αμφισβητούνται. Μετά έρχονται τα συναισθήματα και μετά οι σκέψεις. Από όλα τα συναισθήματα που μπορεί να νοιώσει κανείς, το πιο δυνατό, το πιο έντονο και επίμονο είναι η θλίψη. Μια απέραντη θλίψη. Κι αν νοιώσαμε οργή και θυμό, δεν ήταν τόσο για τα ΜΑΤ, την κυβέρνηση ή το κράτος. Ξέρουμε πολύ καλά ότι η κυβέρνηση και το κράτος είναι εκεί για να προστατεύουν τους από πάνω. Όπως επίσης έχουμε πια συνειδητοποιήσει ότι η αστυνομία του σήμερα, παρόλο που είναι ντυμένη με το μανδύα της δημοκρατίας, δεν είναι άλλο από το χουντικό στρατό του χτες. Οργή και θυμό νοιώσαμε για σένα. Εσένα που ρώτησες “Τι δουλειά είχαμε στην πορεία” ή πρότεινες “Άλλη φορά να κάτσουμε στ’ αβγά μας!”. Εσένα που μαθαίνεις για όλα αυτά, που ξέρεις αλλά όχι μόνο δεν αντιδράς αλλά βρίσκεις χίλιους δυο τρόπους για να δικαιολογήσεις την απάθεια και την αδιαφορία σου. Εσένα, που ή κοιμάσαι και βλέπεις ό,τι και όπως θέλεις να το δεις ή φοβάσαι και προσπαθείς να γίνεις αόρατος μη σε παρασύρει και σένα η “κρίση”. Αλλά η κρίση δεν είναι μόνο οικονομική, πολιτική, κοινωνική ή πολιτισμική. Τελικά είναι κυρίως κρίση της ανθρώπινης ταυτότητας. Κι αν τυχόν ψάχνεις να βρεις τους υπαίτιους για την κατάστασή και τη δυστυχία σου, μπορείς απλά να κοιταχτείς στον καθρέφτη:
Ο ΚΑΝΑΠΕΣ ΣΟΥ ΕΙΝΑΙ Η ΣΥΝΕΝΟΧΗ ΣΟΥ.
Όταν δέχεσαι την ολοένα και αυξανόμενη δολοφονική βία των δυνάμεων καταστολής σαν κάτι που απλά συμβαίνει… όταν δέχεσαι ο φασισμός, ο ρατσισμός και η μισαλλοδοξία να χαρακτηρίζουν την κοινωνία που ζεις… όταν βλέπεις την εξαθλίωση και τη φτώχεια να απλώνεται σε ολοένα και μεγαλύτερα κοινωνικά κομμάτια και την εγκληματικότητα να αυξάνεται με ολοένα και γρηγορότερους ρυθμούς… όταν κοιτάς αδρανοποιημένος την αύξηση της ανεργίας και τη διάλυση των εργασιακών δικαιωμάτων, των σχολείων, των νοσοκομείων και κάθε κοινωνικού αγαθού αλλά παρόλα αυτά λες “κρίση είναι, θα περάσει”…
…τότε το μόνο συμπέρασμα είναι πως έχεις παραιτηθεί από την κοινωνία, το μέλλον και την ανθρώπινη ζωή.
Παραιτείσαι και αφήνεσαι να ζεις μες στην απάθεια και την αδιαφορία, το φόβο και την υποταγή. Παραιτείσαι, κουνάς το κεφάλι και δε μιλάς. Και όταν μιλάς, παπαγαλίζεις αυτά που ακούς στις ειδήσεις και καταδικάζεις τη βία “από όπου και αν προέρχεται”, λες και έρχεται από το πουθενά στα ξαφνικά και δε το περίμενες να τη συναντήσεις! Παραιτείσαι και φοβάσαι, και για να μην το παραδεχτείς στον εαυτό σου, στα παιδιά σου και στους γύρω σου, το παίζεις και υπεράνω. Υποτιμάς τους αγώνες και τους αγωνιστές, θεωρείς αυτούς που κατεβαίνουν στο δρόμο ακραίους και γραφικούς ή και επικίνδυνους για τη δημόσια τάξη. Και αντιστέκεσαι σε οτιδήποτε πάει να σου χαλάσει τον ύπνο ή να σε κάνει να αντιμετωπίσεις τους φόβους σου.
Όλα αυτά λοιπόν είναι η αιτία της θλίψης μας. Γιατί όσο κι αν φωνάξουμε, όσο κι αν προσπαθούμε, ακόμη κι αν ξυλοκοπηθούμε ή σκοτωθούμε, ό,τι κι αν κάνουμε εσύ δεν ξυπνάς…
ΑΝΤΙ ΝΑ ΚΑΘΕΣΑΙ ΑΠΑΘΗΣ, ΜΗΠΩΣ ΘΑ’ ΠΡΕΠΕ ΝΑ ΑΝΑΡΩΤΗΘΕΙΣ;
Πώς θέλεις να ζεις; Ποια είναι για σένα τα χαρακτηριστικά μιας κοινωνίας που θέλεις να είσαι μέλος της; Ποια είναι η ζωή που ονειρεύεσαι και ποιες οι αξίες της; Πώς μετράς τη ζωή σου; Τι κριτήρια βάζεις στην αξιολόγησή της; Τι σημαίνουν για σένα οι λέξεις ανθρώπινη αξιοπρέπεια, ηθική, αλληλεγγύη; Πως βοηθά η στάση σου στον αγώνα για δικαιοσύνη, ισότητα και ελευθερία;
ΑΦΗΝΕΙΣ ΑΛΛΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΝΑ ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΝ ΓΙΑ ΣΕΝΑ ΧΩΡΙΣ ΕΣΕΝΑ.
ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΑΠΟΡΕΙ ΚΑΝΕΙΣ ΠΟΥ ΑΦΗΝΕΙΣ ΑΛΛΟΥΣ ΝΑ ΑΓΩΝΙΖΟΝΤΑΙ ΓΙΑ ΣΕΝΑ ΧΩΡΙΣ ΕΣΕΝΑ.

4. Ό,τι αγαπήσαμε σε αυτόν τον κόσμο ήταν πάντα ενάντιά του (για τις 29/6 & τους συλληφθέντες)

Μια βαθιά συντροφική «υπόκλιση» και μια τεράστια αγκαλιά σε όλες εκείνες και εκείνους που την Τετάρτη 29/6 αναμετρήθηκαν για ώρες με τον αστυνομικό στρατό κατοχής της εγχώριας και υπερεθνικής πολιτικής και οικονομικής εξουσίας. Σε όλες εκείνες και εκείνους που παρέμεναν στην πλατεία Συντάγματος, στην Αμαλίας, στη Φιλελλήνων, στην Ερμού, στα Προπύλαια και στους γύρω δρόμους παρά τον αδιανόητο χημικό πόλεμο. Σε όλες εκείνες και εκείνους που με ψεκαστήρια γεμάτα Maalox συνέδραμαν ξανά και ξανά τους πνιγμένους από τα χημικά. Σε όλες εκείνες και εκείνους που είτε τραυματίστηκαν από τα δακρυγόνα και τις πέτρες των μπάτσων (αναπνευστικά προβλήματα, χημικά και θερμικά εγκαύματα, ευθείες βολές πάνω στα σώματα των διαδηλωτών, δεκάδες ανοιγμένα κεφάλια) είτε συνελήφθησαν, ξυλοκοπήθηκαν και τους απαγγέλθηκαν κατηγορίες. Σε όλες εκείνες και εκείνους τους γιατρούς, νοσηλευτές, εργαζόμενους στο μετρό, που εθελοντικά προσέφεραν πρώτες βοήθειες στους τραυματίες και σε όσους κατέρρεαν από αναπνευστικά προβλήματα.

Οι αυτοοργανωμένες, ακηδεμόνευτες, αδιαμεσολάβητες και αδιάλλακτες κοινωνικές αντιστάσεις και συλλογικές διαδικασίες είναι το «όχημα» του σήμερα και η «μαγιά» των δυνατοτήτων του αύριο. Κι η αλληλεγγύη είναι πάντα το όπλο μας.

Το διαρκές ανοιχτό ραντεβού στις συνελεύσεις, τους δρόμους και τις πλατείες ισχύει. Και δεν ξεχνάμε τους συντρόφους μας που θέτει σε δικαστική ομηρία ή καταφέρνει να αιχμαλωτίσει στις φυλακές του το καθεστώς.

Ό,τι αγαπήσαμε σε αυτόν τον κόσμο ήταν πάντα ενάντιά του. Κι η αλήθεια είναι ότι την Τετάρτη αυτή η αγάπη, τα πρόσωπα και οι καταστάσεις που αφορά, τονώθηκε με πολλούς και διάφορους τρόπους. Όπως άλλωστε συμβαίνει σε κάθε στιγμή της επαναστατημένης καθημερινής ζωής, των ρηξικέλευθων επιλογών άρνησης και δημιουργικότητας, των συντροφικών ανιδιοτελών σχέσεων, των κοινωνικών αγώνων ενάντια σε κάθε μορφή αδικίας και εξουσίας για μια κοινωνία ελευθερίας, ισότητας και αλληλεγγύης, χωρίς κράτη, θρησκείες, οικονομική εκμετάλλευση, ταξική διαίρεση, πατριαρχία, εθνικισμό και ρατσισμό.

Τις μέρες που πέρασαν κάποιοι από τους 17 συλληφθέντες της 29ης Ιούνη, κατηγορούμενοι με σειρά πλημμελημάτων και ορισμένοι επιπλέον με τον κουκουλονόμο, οδηγήθηκαν στον ανακριτή και τους επιβλήθηκαν οι περιοριστικοί όροι της απαγόρευσης εξόδου από την, χώρα και της υποχρεωτικής παρουσίας στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής κατοικίας τους κάθε 1η του μήνα. Την Δευτέρα 4/7, στις 9:00πμ, στα δικαστήρια της πρώην σχολής Ευελπίδων, στο κτίριο 9, θα οδηγηθούν στον ανακριτή οι υπόλοιποι συλληφθέντες, ανάμεσά τους και ένας σύντροφος που αντιμετωπίζει τις βαρύτερες κατηγορίες, αφού του αποδίδεται και το κακούργημα της κατοχής και χρήσης εκρηκτικών (μολότοφ). Να είμαστε, όσο το δυνατόν, περισσότεροι και περισσότερες εκεί σε μια έμπρακτη εκδήλωση της αλληλεγγύης μας.

Πατάμε στη γη, κοιτάμε στον ουρανό. Δεν εγκαταλείπουμε ποτέ τον διπλανό μας, δε σταματάμε να ονειρευόμαστε. Και φροντίζουμε η πυξίδα μας να κοιτάζει πάντα προς τη ριζοσπαστική κατεύθυνση επίλυσης των προσωπικών και κοινωνικών αντιφάσεων.

Ένα ατόφιο κομμάτι καρδιάς και μια υπόσχεση που ποτέ δε σβήνει μέσα στην ολομέτωπη επίθεση που δεχόμαστε και τον υπαρξιακό μετεωρισμό. Εγρήγορση, επιμονή, αποφασιστικότητα, συντροφικότητα. Δεν μπήκαμε, ούτε μπαίνουμε στον αγώνα από ανάγκη ή υποχρέωση, παρότι είναι δεδομένο ότι έχουμε ανάγκες, όπως και ότι πολλές φορές σκεφτόμαστε και λειτουργούμε με τον προβληματικό τρόπο των «πρέπει». Μπήκαμε και μπαίνουμε στα γοητευτικά και απρόβλεπτα μονοπάτια της ατομικής και κοινωνικής απελευθέρωσης από επιθυμία και επιλογή. Γι’ αυτό και έχουμε ήδη «νικήσει» (τι άσχημη λέξη) ακόμα κι αν συντριβούμε. Γι’ αυτό και έχουμε ήδη υψωθεί, ακόμα κι αν μας χώσουν στα Τάρταρα. Και είμαστε ήδη ευτυχισμένοι, γιατί έχουμε ο ένας τον άλλο, γιατί έχουμε η μία την άλλη. Προχωράμε… [απο αναρχικο ρεσαλτο]

————-

3. αναδημοσίευση από  eleutheriakoi.blogspot.com

…Για όλα αυτά λοιπόν τα παράσιτα ανησυχούν τα φερέφωνά τους οι δημοσιογράφοι σαν πιστοί υπάλληλοι στα αφεντικά τους.

Όμως τί είναι αυτό το μνημόνιο; Εκτός από φόροι και μειώσεις μισθών, δεν είναι ουσιαστικά η κατάκτηση όλου του δημόσιου πλούτου από τους μεγαλοεπενδυτές; Δεν πρόκειται για μία νέα ακόμα πιο ολοκληρωτική κατοχή; Δεν οφείλει λοιπόν να αποτελεί έναν από τους στόχους μας η εκδίωξη όλων αυτών των τομαριών αλλά κι εκείνων που τους κουβάλησαν; Έτσι δεν υπερασπιζόμαστε τη γη και την ελευθερία μας όσοι το έχουμε βάλει καλά μέσα στο κεφάλι και την καρδιά μας αυτό;

Ας λένε λοιπόν ό,τι θέλουν για τα μεγάλα ξενοδοχεία του Συντάγματος. Σε αυτά μένουν όλοι εκείνοι που στηρίζουν τις φιλοδοξίες τους να τα τσεπώσουν για τα καλά από αυτόν τον τόπο και να μας έχουν δούλους παρακαλώντας για ένα κομμάτι ψωμί μετά από ώρες σκληρής και χωρίς κανένα δικαίωμα δουλειάς. Όμως, η “φιλοξενία” και το “φιλότιμο” είναι έννοιες που δε θα τις ζήσουν. Οι συγκεντρώσεις, οι συνελεύσεις, οι πέτρες και οι οδομαχίες είναι αφιερωμένες σε αυτούς… Αν τολμούν, ας ζυγώσουν λίγο παραπάνω…

————

2. E, ΛΟΙΠΟΝ, ΑΣ ΨΗΦΙΣΤΕΙ ΤΟ ΜΕΣΟΠΡΟΘΕΣΜΟ ΚΑΙ ΟΣΑ ΤΟ ΣΥΝΟΔΕΥΟΥΝ

Για να επιβεβαιωθεί ακόμη μία φορά η πλαστότητα του εκβιασμού που προβάλλουν ότι, αν δεν ψηφιστεί, δε θα υπάρξουν χρήματα.

Επειδή και μετά την ψήφιση δε θα υπάρχουν χρήματα για τους σύγχρονους σκλάβους και θα συνεχίσουν να παίρνονται μέτρα εξαθλίωσης και εξανδραποδισμού.

Επειδή, η πτώχευση της πλειονότητας του ελλαδικού πληθυσμού είναι υπαρκτή εδώ και πολύ καιρό.

Επειδή είναι δεδομένο, πως οι «δανεισμοί» δε σκοπεύουν να καλύψουν τις ανάγκες των ανθρώπων, αλλά διοχετεύονται (στις τράπεζες, τους μεγαλέμπορους και μεγαλοεπιχειρηματίες, τους εφοπλιστές, και τους παραχαράκτες της ζωής) για την ενίσχυση της κυριαρχίας και της εκμετάλλευσης εντός και εκτός ελλαδικού χώρου.

Να ψηφιστεί, για να μην υπάρχουν αυταπάτες πως μέσα από τις εξουσιαστικές (κοινοβουλευτικές και μη) διαδικασίες θα μπορέσει να επιλυθεί οποιοδήποτε από τα προβλήματα που έχουν κατασκευάσει οι κρατιστές και οι συνοδοιπόροι τους……………………….

Που αποπροσανατολίζει από βασικά θέματα, όπως το ότι μπορούμε χωρίς κράτος, ότι μπορούμε να παλέψουμε και να ζήσουμε σαν ελεύθεροι άνθρωποι, ότι μπορούμε να αρνηθούμε την πόλη-φυλακή, ότι μπορούμε να ζήσουμε βασισμένοι στα πλούτη της πρωτογενούς παραγωγής αγαθών που απλόχερα μας προσφέρουν τα γεννήματα της γης εδώ και δισεκατομμύρια χρόνια. Όπως ζούσαν τόσα και τόσα χρόνια οι άνθρωποι. [Προκήρυξη της Συσπείρωσης Αναρχικών για τις 28 και 29 Ιουνίου]

————-

1. ΠΕΡΙ ΚΟΥΚΟΥΛΑΣ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΔΑΙΜΟΝΙΩΝ [[κείμενο που μοιράστηκε στο Σύνταγμα τη Δευτέρα 27.06.11]]

Τι περιμένετε;
Ότι οι κουφοί παραχωρήσεις θα σας κάνουν;
Κι ότι οι αχόρταγοι κάτι θε να σας δώσουν!
Οι λύκοι θα σας ταΐσουνε
αντί να σας καταβροχθίσουν!
Από φιλία.
Θα σας προσκαλέσει η τίγρη να της βγάλετε τα δόντια,
τέτοια περιμένετε!

Μπέρτολτ Μπρεχτ

Ο όρος «κουκουλοφόροι» ιστορικά αφορούσε τους συνεργάτες των ναζί στην περίοδο της κατοχής. Αυτούς που κατέδιδαν στη gestapo τους αντάρτες της εθνικής Αντίστασης, συντοπίτες και συγχωριανούς τους. Φορούσαν κουκούλες για να κρύβουν τα πρόσωπά τους, από ντροπή και φόβο για την αποτρόπαια πράξη τους ενάντια στον αντιστεκόμενο λαό.
Ωστόσο, αυτοί υπήρξαν και οι νικητές. Οι δοσίλογοι, οι φασίστες, οι γερμανοτσολιάδες, οι συνεργάτες των ναζί και μετέπειτα των άγγλων και των αμερικάνων, ήταν οι νικητές της μεταπολεμικής ιστορίας του ελλαδικού χώρου. Αυτοί που έγραψαν ή παραχάραξαν την ιστορία, γιατί ως γνωστόν η ιστορία γράφεται από τους νικητές.
Ο σημερινός παραλληλισμός, και η απόδοση του όρου «κουκουλοφόροι» σε ανθρώπους που συγκρούονται στο δρόμο έμπρακτα με τους θεσμούς, τα σύμβολα της κυριαρχίας και τις δυνάμεις καταστολής, έχει ξεκάθαρες προθέσεις και σκοτεινούς συμβολισμούς -την αποπολιτικοποίηση της ίδιας της σύγκρουσης και την αναγωγή της σε κάτι σκοτεινό και αδιευκρίνιστο.
Όμως είτε για τα ΜΜΕ που αναπαράγουν τον όρο, είτε για κομμάτια της αριστεράς που σκυλεύουν το συμβολισμό κουβαλώντας τον ιστορικά, είτε για κομμάτι της κοινωνίας που τρέφεται αμάσητα από τηλεψία, ο δρόμος είναι ο πιο πεισματάρης μάρτυρας. Και είναι αυτός που επιβεβαιώνει πως η σύγκρουση είναι αδιάσπαστο κομμάτι των απανταχού κινημάτων. Υπάρχει στην καθημερινότητά μας, κυοφορείται στις μέρες που έρχονται, διαπέρασε την ιστορία με τις λαμπρές εκλάμψεις της και βέβαια με τα σοβαρότατα και αδιαμφισβήτητα λάθη της.
Στις μέρες μας, ο μόνος τρόπος για να συγκρουστεί κάποιος στο δρόμο, είναι να καλύψει τα χαρακτηριστικά του προσώπου του. Ο μόνος λόγος για να κρύψει κάποιος το πρόσωπό του είναι για να διαχυθεί στους δρόμους της έμπρακτης αντιπαράθεσης. Στην εποχή των media, των τηλεκανιβάλων, των μητροπόλεων big brother, της ζούγκλας του Μάκη, τα πρόσωπα μας και η φυσική μας παρουσία δεν δίδονται βορά.
Ο περίφημος άλλωστε «κουκουλονόμος» του Ν. Δένδια, δεν αποσκοπεί στην δίωξη της κουκούλας ως αξεσουάρ, αλλά στις πρακτικές που αναπτύσσονται εκ των πραγμάτων κάτω από αυτή.
Ας σταματήσει  λοιπόν να αναπαράγει το ίδιο το κίνημα συστημικούς όρους και φαντάσματα του παρελθόντος. Οι συνεχείς αναφορές στους εξεγερμένους της Αργεντινής, με τα μάτια τους να λάμπουν κάτω από τα καλυμμένα πρόσωπά τους, είναι τρανό παράδειγμα της υποκρισίας τους.  Ήμασταν, είμαστε και θα είμαστε εδώ με τα πρόσωπα μας, σε παρεμβάσεις, συνελεύσεις , στέκια και ανοιχτούς κοινωνικούς χώρους ενάντια σε ένα σύστημα που δεν αποκάλυψε τώρα τον απάνθρωπο χαρακτήρα του. Είναι έτσι και αλλιώς, εξ αρχής  θεμελιωμένο πάνω στην εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, στην αφαίμαξη των ζωών μας, στη λεηλασία της φύσης, και προφανώς οι κοινωνικοί αγώνες δεν ξεκίνησαν χτες. Είχαμε και έχουμε θέση μέσα σε αυτούς.
Οι δολοφονημένοι διαδηλωτές Κουμής και Κανελοπούλου, ο Μιχάλης Καλτεζάς, ο Νίκος Τεμπονέρας, ο Carlo Giuliani, o Αλέξης Γρηγορόπουλος και ο κατάλογος είναι μακρύς… έχουν ποτίσει με το αίμα τους το δέντρο αυτών των αγώνων.
Να πέσουν οι μάσκες
Το κοινωνικό πείραμα που λαμβάνει χώρα γύρω από την πλατεία συντάγματος και τη λαϊκή συνέλευση, το παρακολουθούμε και το προσεγγίζουμε με θετική ματιά. Έχει καταφέρει να αφήσει ήδη παρακαταθήκη και να λύσει τα αδιέξοδα του παρελθόντος όσον αφορά κυρίως στη μαζικότητα, στην επιμονή και στη διάρκειά του.
Οι μόνοι που δεν έχουν θέση μέσα στα κινήματα είναι οι φασίστες. Οι απόγονοι των προαναφερόμενων δοσίλογων κουκουλοφόρων. Αυτοί που στις μέρες μας περιφέρουν λόγο και πράξη τη μισαλλοδοξία τους στις γειτονίες της Αθήνας, μαχαιρώνοντας μετανάστες και αλλόδοξους, επιτιθέμενοι σε στέκια ελευθεριακά, κηρύττοντας το  μίσος.
Στη λαϊκή συνέλευση της πλατείας συντάγματος αυτό εκφράστηκε, και αποφασίστηκε  ρητά από την πρώτη μέρα κιόλας, προς τιμήν της. Οι φήμες όμως ότι στο πάνω μέρος της, αναπτύσσονταν μεθοδικά φασιστικοί θύλακες αγνοήθηκαν από όλους μας.
Στις 15 Ιούνη στη μεγάλη απεργιακή κινητοποίηση δυστυχώς επιβεβαιώθηκαν με το χειρότερο τρόπο. Συγκαλυμμένες παρέες φασιστών, διασκορπισμένες μέσα στο πλήθος των αγανακτισμένων, επιτέθηκαν, ωθώντας και άλλα άτομα, ενάντια σε διαδηλωτές την ώρα που αυτοί συγκρούονταν με δυνάμεις καταστολής  μπροστά στη βουλή. Η ενέργεια αυτή των διαδηλωτών μπορεί ενδεχομένως από κάποιους να θεωρηθεί άκαιρη και άστοχη αλλά σε καμιά περίπτωση εχθρική και προβοκατόρικη προς το υπόλοιπο σώμα της διαδήλωσης.
Το γεγονός της επίθεσης με την ψευδεπίγραφη ιαχή «ασφαλίτες-ασφαλίτες» είχε ως αποτέλεσμα τη σύγκρουση διαδηλωτών συντρόφων με φασίστες και “ειρηνόφιλους” οπαδούς τους, -όπως ο Κεφαλοκυνηγός, ο Λακεδαίμων, ο Αρκάδας- που φυσικά πήραν την απάντηση που τους αξίζει. Η επανάληψη του ίδιου σκηνικού την Τρίτη 21/6 κατά τον αποκλεισμό της βουλής και ο χειρισμός των  τηλεκανίβαλων που έσπευσαν να το βαφτίσουν με περισσή χαρά «επίθεση αγανακτισμένων σε προβοκάτορες» μας αναγκάζει να τοποθετηθούμε και να καλέσουμε τον κόσμο να τοποθετηθεί.
Ακόμα και αν εμείς δε θεωρούμε όλους τους πολίτες που κραδαίνουν την ελληνική σημαία μπροστά στη βουλή, φασίστες, παρόλα αυτά η ελληνική σημαία και κάθε εθνική σημαία ομογενοποιεί τα συμφέροντα καταπιεστών και καταπιεσμένων (αφεντικά και δούλοι ίσοι γίναμε ούλοι). Είναι το σύμβολο που φέρουν οι αστυνομικές δυνάμεις και ο στρατός, οι κατασταλτικές δυνάμεις δηλαδή, που θα βρούμε απέναντί μας σε στιγμές εξέγερσης. Είναι το σύμβολο, που χρησιμοποιούν οι νεοναζί και οι φασίστες για να αποκρύψουν τις δολοφονικές πολιτικές τους πρακτικές.
Οι μέρες που έρχονται κρύβουν ενδεχομένως πολλά απρόβλεπτα ή και πρωτόγνωρα γεγονότα. Η πόλωση μπορεί και να είναι οριστική και να μην υπάρχει χώρος για ουδετερότητα. Η θέση ή η μη θέση του καθενός που συμμετέχει τον χαρακτηρίζει και είναι υπεύθυνος για αυτή.
Εμείς, ξεκαθαρίζουμε πως η παρουσία μας στους δρόμους της σύγκρουσης είναι η ζωντανή μας ιστορία και δε σκοπεύουμε να τη χαρίσουμε σε κανέναν. Οι φασίστες δε θα σταθούν δίπλα μας, θα περάσουμε από πάνω τους. Εντέλει, αυτοί είναι που επιζητούν μέσα στα βρώμικα μυαλά τους την καθαρότητα του έθνους, της φυλής, το διαχωρισμό των χρωμάτων.
Εμείς, προσδοκούμε και αναζητάμε τη συνεύρεση με τους εξεγερμένους εργαζόμενους, ανέργους, νέους, συνταξιούχους, μετανάστες και όλους όσους θα ενώσουν την οργή τους, μετατρέποντάς την σε ορμητικό ποτάμι που θα πνίξει στο διάβα του το γερασμένο και χρεωκοπημένο σύστημα.

Γιατί όπως είπε και κάποιος άλλος*:
«Δεν είναι βίαια τα ορμητικά νερά ενός ποταμού,
αλλά οι όχθες που τον περιορίζουν.»

 

 

 

 

δολοφονικη κρατικη επιθεση στην πορεια της 11ης Μαη

video: Αγριος ξυλοδαρμός διαδηλωτή στη Γεν.Απεργια 11/5/2011

Παραμονες της απεργιας της 11ης Μαη:

εχουμε απο τη μια

τους θεατρινιστικους κ ταυτοσημους λογους Λοβερδου – Διαμαντοπουλου

κι απο την αλλη

να σερνεται η βορειοαφρικανικη απειλη, με αφορμη τη δολοφονια του μελλοντικου πατερα με την καμερα.

Συνδυασμος που σκοτωνει -οι καλοι, οι δολοφονοι κι ο αμεριμνος λαος:

Το κρατος στο συνολο του, κυβερνητικοι κ το χερι του, ΜΜΕ.

Οι μεταναστες [οχι αυτοι που δινουν εισφορες, αυτοι μας ειναι χρησιμοι ακομη]

κι ο αμεριμνος πολιτης που μαχαιρωνεται. Οχι απο πρεζακια, οπως μας ‘πληροφορουν’, μα μαλλον, ισως, κατι διεκριναν για βορειοαφρικανους [sic] αναγγελλει ο Λαμπροπουλος, στο Βημα, οπως τον ενημερωσε αξιωματικος.. Και τα εθνικοφρονα θα βγουν να λεηλατησουν σε υπερασπιση των εδαφων. Τσιμουδια για την υποθηκευση της χωρας τους, βεβαια.

Και ξημερωνει η πορεια των διαδηλωτων ζωσμενη απο ενστολους κουμπουροφορους υπερασπιστες της ασφαλειας των κρατουντων. Και φτανοντας το πολυχρωμο κ πολυβουο ποταμι στην καμπη του δρομου, του επονομαζομενου Πανεπιστημιου, ερχεται η στιγμη του παραδειγματισμου απο τη ‘στολή’ με ολες τις προθεσεις, την κυριολεξια κ μεταφορα της:

υποστολη των σημαιων σας,

καταστολη της δυναμικοτητας σας,

περιστολη των δικαιωματικων κι ελευθεριων σας,

διαστολη του κρανιου σας,

αναστολη αναπνοης με τα χημικα μας

κι αν δε φτανουν τα αιματα στο δρομο, το αγριο κοπανισμα κεφαλιων, οι συλληψεις, τα πεταμενα -σαν σε τροχαιο- παπουτσια, οι σωριασμενοι ανθρωποι κ τα δοντια τους

η ευρωπαϊκη απαντηση στο μεριμνουντα πολιτη δινει το χτυπημα με τον πυροσβεστηρα:

στο βρεγματικο μερος του κεφαλιου του Γιαννη Κ. [απο τη Συνέλευση Αντίστασης και Αλληλεγγύης Κυψέλης/Πατησίων] επισκληριδιο αιματωμα. Θα μεταφερθει στο χειρουργειο σε επιθανατιο κατασταση. Δεν κρατουσε καμερα, δεν πηγαινε σε μαιευτηριο.

ο Λοβερδος διαβεβαιωσε πως -παρα τις επιφυλαξεις των χειρουργών- η πορεια του ασθενους ειναι καλη

κι ο εκπροσωπος της Ελας θα αμφισβητησει το γεγονος της πορειας, ‘δε μας αναφερθηκε’.  απαραλλαχτη φραση ειτε για Λαμπρακη, ειτε για Κουμη κ Κανελλοπουλου.

[απο την πρωτ. για την  αυτοοργανωση στην εκπαιδευση]

Προπυλαια 6μμ. Πεμπτη 12 Μαη

συγκεντρωση-πορεια  για την κρατικη βια-καταστολη

 

 

ΟΤΑΝ ΑΝΑΤΕΛΛΕΙ ΑΝΤΙΣΤΑΣΕΙΣ

[Μαρτης-γδαρτης κ πού εισαι ακομα…]

Ένα είναι το πραγματικό  δίλημμα και το έθεσε σε όλη την ανθρωπότητα ο προλετάριος που αυτοπυπολήθηκε στην Τυνησία: ‘κοινωνική ανατροπή ή θάνατος’. Έτσι άλλαξαν τα όρια των ανθρώπων  και ξεκίνησε μία νέα σελίδα της ιστορίας. Ένα μήνα μετά στο Ηράκλειο της Κρήτης άνεργος εκπαιδευτικός, πατέρας δύο παιδιών, αυτοκτονεί κάτω από το βάρος συσσωρευμένων χρεών.

Η  φρίκη  της  νέας  τάξης

Ολόκληρος ο πλανήτης μένει άφωνος με όσα συμβαίνουν. Η έκπτωση σε όλους τους τομείς της ζωής είναι ραγδαία, πολυμέτωπη, πολύπλευρη και οργανωμένη από τα κράτη και το παγκοσμιοποιημένο κεφάλαιο.

Η πυρηνική καταστροφή της Ιαπωνίας η φρίκη της νέας τάξης πραγμάτων με τους βομβαρδισμούς αμάχων σε Λιβύη και  Παλαιστίνη, η εξέγερση σε Μέση Ανατολή και Βόρεια Αφρική, η κατάρρευση της κυβέρνησης στην Πορτογαλία, που απειλεί τη συνοχή του ευρώ, η μαζική διαδήλωση στο Λονδίνο συνδέονται και μάλιστα άμεσα.. Η πυρηνική ενέργεια είναι η μόνη φθηνή που μπόρεσε να στηρίξει την ανάπτυξη των σημερινά ισχυρών οικονομιών, ενώ η στρατιωτική καταστολή των παγκόσμιων πλανητομπάτσων έχει σταλεί αποκλειστικά σε περιοχές ενεργειακού ενδιαφέροντος.

Ένα  χρόνο πριν

Μέσα από τη συνεχή τροµοκρατία των ΜΜE  περί του χρέους ‘µας’, οι µοντέρνοι ηθικολόγοι, οι ιεροκήρυκες του λόγου του κεφάλαιου και του χρήµατος προσπαθούσαν πριν ένα περίπου χρόνο να µας πείσουν πως, για να εξοφλήσουµε το χρέος ‘µας’ στους δανειστές ‘µας’, οφείλουµε να σηκώσουµε το σταυρό του µαρτυρίου των θυσιών, να δηλώσουµε πίστη στο Σύμφωνο Σταθερότητας και γεµάτοι δέος να προσδοκούµε το πλήρωµα του χρόνου που θα φέρει τη µετα-ελλειµµατική ζωή (γνωστή παλαιότερα µε την ποιητικότερη έκφραση ‘φως στην άκρη του τούνελ’). Προσπαθούσαν  να μας πείσουν πως, αν δεν εσωτερικεύσουμε μέρος της ενοχής γι αυτό το χρέος ‘μας’, θα πρέπει τουλάχιστον να συναινέσουμε στον αποκλεισμό κοινωνικών ομάδων -ανέργων, μεταναστών, ‘προνομιούχων’ δημόσιων υπάλληλων- από υπηρεσίες και συστήματα του κράτους που υπερφόρτωσαν για να καλύψουν τις ανάγκες αυτών που είναι πλέον περιττοί.

Φυσικά έκρυβαν επιμελώς το γεγονός ότι κρίση δε σημαίνει έλλειψη χρημάτων, αλλά ακριβώς το αντίθετο. Σημαίνει  συσσώρευση  αμύθητου πλούτου, που λόγω του τεράστιου όγκου του  δυσκολεύεται πια να παράγει νέα υψηλά ποσοστά κέρδους. Οι καπιταλιστές στο σύνολό τους, τραπεζίτες, χρηματιστές, βιομήχανοι, εφοπλιστές   έχουν συσσωρεύσει αμύθητα πλούτη, που δεν μπορούν πια να αποδώσουν υψηλά ποσοστά κέρδους, γιατί το ποσοστό κέρδους είναι αντιστρόφως ανάλογο του κεφαλαίου που επενδύεται.

Η  επιδείνωση της κρίσης

Σήμερα, ένα χρόνο μετά, περιγράφουν διαρκώς επιδεινούμενη την κατάσταση, χωρίς περιστροφές, ωραιοποιήσεις ή υποσχέσεις.  Η ανεργία ξεπέρασε και τις πιο  μαύρες προβλέψεις. Έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ δείχνει ότι το Νοέμβριο 2010 ο οικονομικά μη ενεργός πληθυσμός ήταν 4.320.927 άτομα, ενώ το σύνολο των απασχολούμενων ανήλθε σε 4.307.054 άτομα. Δηλαδή ο οικονομικά μη ενεργός πληθυσμός ξεπέρασε το 50%. Αλυσιδωτές πτωχεύσεις επιχειρήσεων και καταστημάτων επιβαρύνουν διαρκώς το ποσοστό ανεργίας, ενώ κανένα κυβερνητικό στέλεχος  δεν υπόσχεται  ότι θα ληφθούν  μέτρα μείωσής της.

Το ελληνικό δημόσιο χρέος  αγγίζει τα 350 δις. Με το αισιόδοξο 5% επιτόκιο σημαίνει 17,5 δις το χρόνο μόνο για την πληρωμή των τόκων. Οι  σύνοδοι κορυφής της ΕΕ, που προσπαθούν να συμβιβάσουν τα συγκρουόμενα συμφέροντα των διαφόρων μερίδων του κεφάλαιου, αποκαλύπτουν ότι ακόμα και με τα πιο αισόδοξα κυβερνητικά  σενάρια για τις περικοπές των δημόσιων δαπανών, την είσπραξη φόρων, το ρυθμό ανάπτυξης, την εξέλιξη του πληθωρισμού, το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας  και τη συμπεριφορά των διεθνών αγορών το ελληνικό δημόσιο χρέος χαρακτηρίζεται πια από ‘μη βιώσιμη εξέλιξη’.

Το ενδεχόμενο κουρέματος του δημόσιου χρέους συζητιέται πλέον ανοιχτά. Το ίδιο  ισχύει και για τις υπόλοιπες χώρες της Νότιας Ευρώπης και όχι μόνο. Αυτό σημαίνει ότι για το χρηματιστηριακό κεφάλαιο  εγκυμονεί  κίνδυνος  μερικής απαξίωσης.

Αναδιάρθρωση & ένταση της καταστολής

Για να αποφύγει την απαξίωσή του το χρηματιστηριακό κεφάλαιο επιχειρεί να επιβάλει αναδιάρθρωση των εργασιακών σχέσεων, δηλαδή νέα ταξική συνθήκη. Με στόχο αυτή την αναδιάρθρωση των εργασιακών σχέσεων οι κυβερνήσεις, ως γνήσιοι υπάλληλοι του κεφάλαιου, μειώνουν τους μισθούς και  τις συντάξεις, αυξάνουν τo φόρο σε όλα τα είδη ευρείας λαϊκής κατανάλωσης, περικόπτουν τις δαπάνες για υγεία και παιδεία, καταργούν με νόμο τις συλλογικές συμβάσεις και ετοιμάζονται να ξεπουλήσουν  τη δημόσια περιουσία.  Το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας είναι ουσιαστικά  μία προσπάθεια να αξιοποιηθεί το κεφάλαιο που βρίσκεται εγκλωβισμένο στο χρηματοπιστωτικό σύστημα και απειλείται με απαξίωση (‘πράκτορες του χάους’).

Όμως  η νέα λεηλασία των εργασιακών δικαιωμάτων και του εισοδήματος που επιβάλλει το κεφάλαιο δεν ενοποιεί τους προλετάριους, αλλά αντίθετα αναπαράγει και ενισχύει τους διαχωρισμούς μέσα στις γραμμές τους. Το πάγωμα και η μείωση των μισθών στο δημόσιο συνοδεύεται από τη συμπίεση των μισθών και την κατάργηση των συμβάσεων στον ιδιωτικό τομέα. Η ψαλίδα μεταξύ των δήθεν ‘προνομιούχων’ δημοσίων υπαλλήλων, των μισθωτών του ιδιωτικού τομέα, των μισοαπασχολούμενων και των ανέργων παραμένει και ενισχύεται. Δεν πιέζονται μόνο οι δήθεν «προνομιούχοι», έτσι ώστε να εξομοιωθούν με τους κατώτερα αμειβόμενους. Πιέζονται όλοι προς τα κάτω. Επίσης, οι διαχωρισμοί ενισχύονται μέσω του εντεινόμενου κατακερματισμού των εργασιακών σχέσεων σε κάθε χώρο δουλειάς. Οι διαφορές παλιών-νέων-νεότερων επιδεινώνονται. Οι νεότεροι είναι ελαστικά εργαζόμενοι μισοαπασχολούμενοι, προσωρινοί ή ακόμα και άμισθοι για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Οι  κρατούντες αντιλαμβάνονται  ότι απειλούνται σοβαρά από τις γενιές των απόκληρων που έρχονται. Γνωρίζουν πολύ καλά ότι  μία νέα εξέγερση μπορεί να συμπεριλάβει ακόμα  και στρώματα που το 2008 είχαν μείνει  αδρανή. Δεν είναι το φάντασμα του Δεκέμβρη μόνο ως παρελθόν που τους φοβίζει, αλλά κυρίως  η ενδεχόμενη  επανεμφάνισή του.  Γι’ αυτό  καταφεύγουν  σε μία εκ νέου ενίσχυση της καταστολής. Επιχειρούν να διαλύσουν κάθε προσπάθεια δυναμικής και αντισυστημικής δράσης και να καλλιεργήσουν το φόβο, την παθητικότητα και το μίζερο ατομικισμό. Με την πολύτιμη συνδρομή των ΜΜΕ   καλλιεργούν  το έδαφος για να επιβάλουν  ένα  νέο  δόγμα μηδενικής ανοχής. Ο  στόχος του νέου αυτού δόγματος είναι η ευρεία  καταστολή των διαδηλώσεων, των καταλήψεων και  κάθε  δυναμικής   δράσης  στους  δρόμους  των πόλεων

Ματαίωση  των προσδοκιών και  βλάβη των ανθρώπινων σχέσεων

Οι προλετάριοι έχουν διαμορφώσει  ιστορικές  ανάγκες και προσδοκίες  για πρόσβαση σε φυσική διατροφή, μόρφωση, ψυχαγωγία, σωματική & ψυχική υγεία, οι οποίες όμως  για να ικανοποιηθούν απαιτούν ένα στοιχειωδώς αξιοπρεπή μισθό. Η μείωση μισθού συμβολίζει  ματαίωση των προσδοκιών τους και  σημαντική  επιδείνωση  των  ανθρώπινων σχέσεων. Γιατί η οικονομία είναι  σύνολο σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων. Τραγική επιβεβαίωση είναι ο αυτόχειρας άνεργος εκπαιδευτικός από το Ηράκλειο, που δεν άντεχε να βλέπει καθημερινά τα παιδιά του να υποφέρουν.

Οι συνάδελφοι που συμμετέχουν στις απεργίες  και  τις  διαδηλώσεις ανησυχούν ουσιαστικά για αυτή την  επιδείνωση των ανθρώπινων σχέσεων και όχι για το χρήμα. Όσοι διεκδικούν αυξήσεις μισθών δε συνηγορούν στην καταναλωτική μανία του καπιταλισμού, αλλά  αντίθετα υπερασπίζουν την κοινωνική αλληλεγγύη και συνοχή.

Η μείωση μισθών αναδιαμορφώνει όμως και τη σχέση μας με τη φύση, αφού από τη μια αναγκάζει τον φτωχότερο να καταναλώνει ακόμα και τρόφιμα ‘ύποπτης προέλευσης’ (μεταλλαγμένα, φτιαγμένα από μολυσμένες πρώτες ύλες κλπ.) κι από την άλλη επιδεινώνει την υστερία κατανάλωσης προβάλλοντας την ‘πράσινη ανάπτυξη’ ως προνομιακή για όσους διαθέτουν δυνατότητα πρόσβασης σ’αυτήν, ενώ αποδεδειγμένα συμβάλλει αφενός στην αύξηση των ενεργειακών «αναγκών» ξεπλύνοντας καταναλωτικές ενοχές, αφετέρου αυξάνει την παγκόσμια ανισότητα (ας θυμηθούμε με τα βιολογικά καύσιμα την αύξηση της τιμής τροφίμων σε χώρες παραγωγής και την ‘κρίση πείνας’ που προκάλεσε ή ακόμα την ανελέητη φθορά των δασών με την κατασκευή αυτοκινητόδρομων, προκειμένου να ευνοηθεί το ‘πράσινο’ αυτοκίνητο, αντί να προωθούνται άλλα μέσα μεταφοράς).

Τέλος, αν η λιτή διαβίωση δεν είναι ελεύθερη επιλογή που στηρίζεται στη συνειδητή περιφρόνηση του καπιταλιστικού καταναλωτισμού ή στο σεβασμό της φύσης, αλλά είναι μία αναγκαστική προσαρμογή λόγω περικοπής των μισθών, τότε γίνεται αβάσταχτη δικτατορία. Όμως  κάθε δικτατορία,  γεννάει μέσα στις γραμμές των καταπιεσμένων οργή και διάθεση  αντίστασης και εξέγερσης.

Οι  αντιστάσεις

Γι  αυτό, όταν έγιναν οι πρώτες περικοπές μισθών στο δημόσιο (Μάρτης 2010), οι περισσότεροι  προβλέπαμε ότι το εργατικό κίνημα θα υπερασπιστεί μαζικά τα κεκτημένα. Όμως, οι  απεργίες και διαδηλώσεις που έγιναν δεν μπορούν να θεωρηθούν μαζικές αντιδράσεις που αντιστοιχούν στο μέγεθος της επίθεσης. Η μεγάλη πλειοψηφία παραμένει σιωπηλή διατηρώντας στάση αναμονής.

Αυτό οφείλεται σε πολλούς παράγοντες: Κατακερματισμός του προλεταριάτου, φόβος και σοκ, υπονομευτική δράση της γραφειοκρατίας. Ωστόσο, υπάρχουν κάποια  αξιοπρόσεκτα  νέα σημάδια, που δείχνουν ότι η επίδραση  του σοκ  έχει αρχίσει να φθίνει:

  • Οι απεργίες, οι καταλήψεις και οι διαδηλώσεις  αυξάνονται μέρα με τη μέρα. Αλλά είναι διάσπαρτες και ασυντόνιστες. Ο αγώνας ενάντια στις  συγχωνεύσεις των σχολείων αγκαλιάζει  όλο και περισσότερους γονείς-μαθητές και εκπαιδευτικούς και μετατρέπεται σε μαζικό κίνημα πανελλαδικής κλίμακας. Οι μαθητές της Λάρισας, που ξεκίνησαν απεργία πείνας ενάντια στη συγχώνευση του σχολείου τους, αποφάσισαν να αντισταθούν με τον πλέον δεσμευτικό τρόπο στη κατάργηση της σχολικής τους κοινότητας. Ναυτεργάτες, μεταλλεργάτες, συμβασιούχοι στους ΟΤΑ, εργαζόμενοι στα Ναυπηγεία, στη ΔΕΗ, αδιόριστοι εκπαιδευτικοί, εργαζόμενοι στις συγκοινωνίες, φοιτητές και μαθητές έχουν βρεθεί τους τελευταίους μήνες  στους δρόμους του αγώνα, αλλά μεμονωμένα και σε διαφορετικές χρονικές στιγμές.
  • Οι κλαδικοί αγώνες, παρά την ασύστολη συκοφάντηση από τα ΜΜΕ και τους  διάσημους πολιτικούς και οικονομικούς αναλυτές, κερδίζουν τη συμπάθεια της κοινωνίας. Ο κοινωνικός αυτοματισμός άλλων εποχών δε λειτουργεί. Οι απεργίες στις συγκοινωνίες χειροκροτούνται και ενθαρρύνονται από άλλες κατηγορίες εργαζόμενων. Η κατάληψη του υπουργείου υγείας και η απεργία των γιατρών είχε τη συμπαράσταση ακόμη και πολλών που ταλαιπωρήθηκαν («…αν δε νικήσουν και αυτοί..»· έλεγαν πολλοί εργαζόμενοι με νόημα).
  • Η   περίπτωση  της Κερατέας  με την  απρόβλεπτη λαϊκή  αντιβία βρίσκει ευρεία απήχηση στις συνειδήσεις ως ένα ξεχωριστό παράδειγμα  αντίστασης με κάθε μέσο.
  • Τα κινήματα για ελεύθερες μετακινήσεις, στις συγκοινωνίες και στις οδούς με διόδια έδειξαν  ευρηματικότητα, αγωνιστικότητα, διάρκεια και μαζικότητα. Μάλλον  θα αποτελέσουν σημεία αναφοράς στο άμεσο μέλλον. Το σημαντικότερο που έχουν να επιδείξουν είναι η αυτοοργάνωση. Λόγω της φύσης αυτών των κινητοποιήσεων, δεν έχουν θέση οι διαμεσολαβήσεις συνδικαλιστικού ή κομματικού τύπου. Το γεγονός ότι αυτή τη στιγμή επεκτείνεται σε άρνηση πληρωμών επισκέψεων στα νοσοκομεία δείχνει την ευρύτερη διάθεση για προάσπιση του «δημόσιου αγαθού».
  • Στις διαδηλώσεις-συγκεντρώσεις των μεγάλων συνδικάτων τα μισθολογικά και κλαδικά συνθήματα υποχωρούν,  ενώ βρίσκουν  απήχηση τα περί κλεφτών, μπουρδέλου βουλής, πουλημένων συνδικαλιστών.
  • Οι πορείες–παρελάσεις, που προγραμματίζει  η συνδικαλιστική γραφειοκρατία, αμφισβητούνται έμπρακτα και ξεφεύγουν από τον έλεγχό της.  Αυθόρμητα ξεσπάσματα, όπως η επίθεση στον Χατζιδάκη και τα γιαούρτια στον Πάγκαλο επιδοκιμάζονται από τη συντριπτική πλειοψηφία του λαού.

Η  εξάντληση των  συνδικαλιστικών  αποθεμάτων

Eνώ οι συνελεύσεις των εργαζόμενων σε πολλούς κλάδους δεν κατάφεραν να συγκεντρώσουν το ενδιαφέρον και να δώσουν την οποιαδήποτε προοπτική, κάποιες άλλες συνελεύσεις -όπως των οδηγών της ΕΘΕΛ- ήταν ιδιαίτερα μαζικές συγκεντρώνοντας μερικές φορές έως και 2500 άτομα. Οι εργαζόμενοι λοιπόν δεν έχουν απαξιώσει τις συνελεύσεις. Απλώς, παίρνουν ενεργό μέρος σε όσες νομίζουν ότι διακυβεύεται κάτι σημαντικό, ότι ο λόγος τους θα ακουστεί και όχι σε κάθε ανούσια  συνδικαλιστική επίδειξη ρητορικής ικανότητας.

Φυσικά μία συνέλευση δε φτάνει  εύκολα στην απόφαση να διώξει τους γραφειοκράτες, όπως έγινε με τους οδηγούς.  Ωστόσο αυξάνονται  διαρκώς τα σημάδια, που δείχνουν ότι εξαντλούνται ραγδαία τα αποθέματα της συνδικαλιστικής διαμεσολάβησης της προηγούμενης ταξικής συνθήκης.

Η  εξάντληση των συνδικαλιστικών  αποθεμάτων, όμως, δε συνοδεύεται από κάποια πολιτική ενοποίηση γιατί  το περιεχόμενο των ταξικών συγκρούσεων δεν επιτρέπει νέα διαμεσολάβηση. Οι διεκδικητικοί αγώνες, όσο μαζικοί και μαχητικοί και αν είναι, αποδεικνύονται αναποτελεσματικοί. Αυτή η αναποτελεσματικότητα υπονομεύει κάθε νέα πολιτική ενοποίηση και  άρα κάθε νέα διαμεσολάβηση. Όλα δείχνουν περίοδο πολυδιάσπασης και πολιτικής αστάθειας. Η δίπολη πολιτική ζωή της μίας και μόνο λύσης με διαφορετικό περιτύλιγμα δείχνει να μην πείθει όπως παλαιότερα. Από εκλογική  άποψη (αν και αυτό έχει πολύ μικρή αξία) τα αστικά κόμματα του κέντρου συρρικνώνονται και ενισχύονται  η αποχή,  η ακροδεξιά  και η ακροαριστερά.

Γεννιέται  το  νέο  υποκείμενο;

Τους τελευταίους μήνες συμβαίνουν κάποια αξιοπρόσεκτα γεγονότα που δείχνουν ότι ένα νέο κίνημα έχει  αρχίσει να συγκροτείται εμβρυακά.

  • Γεννιούνται συνελεύσεις σε γειτονιές, όπου συναντιούνται κάτοικοι διαφορετικής επαγγελματικής ταυτότητας και  επομένως καταργούνται οι διαχωρισμοί που αναπαράγει ο συνδικαλισμός. Αφορμή μπορεί να είναι η υπεράσπιση κάποιου ελεύθερου χώρου, αλλά ακόμα και ενός σχολείου ή νοσοκομείου. Αξιοσημείωτη είναι η περίπτωση της λειτουργικής κατάληψης του ΕΠΑΛ Αργυρούπολης  (γονείς μαθητές και εκπαιδευτικοί κατέλαβαν το υπό κατάργηση  σχολείο και με καθημερινή  συνέλευση αποφάσιζαν τι  μαθήματα θα κάνουν).
  • Γεννιούνται νέα κινήματα, όπως το κίνημα ‘‘Δεν πληρώνω’’, τα οποία  επίσης  συνενώνουν εργαζόμενους, νεολαίους, άνεργους και καταργούν τους συνδικαλιστικούς και κλαδικούς διαχωρισμούς
  • Οι απεργίες των μεγάλων συνδικάτων (ΓΣΕΕ- ΑΔΕΔΥ) γίνονται όλο και περισσότερο ευκαιρία συνάντησης στο δρόμο όλων των  οργισμένων  προλετάριων. Η αντιβία των διαδηλωτών αυξάνεται  διαρκώς.
  • Η κλαδική απεργία και διαδήλωση των εκπαιδευτικών (22/2/11)  μπορεί να χαρακτηριστεί αποτυχημένη.  Όμως η συμμετοχή και η μαχητικότητα των εκπαιδευτικών στη διαδήλωση της 23/2/11 ξεπέρασε μάλλον κάθε προσδοκία. Γιατί την 23/2/11 μπορούσαν να συναντηθούν στους δρόμους με όλους τους εργαζόμενους, να  σπάσουν τις  διαχωριστικές γραμμές που αναπαράγουν οι κλαδικές  κινητοποιήσεις και  να συμβάλουν στη γέννηση των νέων μορφών οργάνωσης και πάλης.
  • Το σύνθημα ‘Πάμε Σύνταγμα-Μένουμε Σύνταγμα’ μαζί με την προτροπή ‘Να γίνει το Σύνταγμα πλατεία Ταχρίρ’ αντανακλά την επίδραση που έχει στη συνείδηση όλων  μας  η εξέγερση  στις  αραβικές  χώρες. Η εξέγερση αυτή μας δείχνει, εκτός των  άλλων,  ότι το νέο κίνημα  θα γεννηθεί μάλλον πάνω στη βάση της άμεσης σχέσης των ανθρώπων και όχι με συζητήσεις και ψηφοφορίες στις τακτικές γενικές συνελεύσεις των γραφειοκρατικοποιημένων συνδικάτων ή στα γραφεία των κομμάτων, των οργανώσεων ή των συνδικαλιστικών παρατάξεων. Θα είναι καρπός της  διάθεσης των οργισμένων εργατών, ανέργων, φοιτητών, κατοίκων της γειτονιάς να συναντηθούν στους δρόμους και να προχωρήσουν σε κοινή δράση.
  • Ένα όλο και αυξανόμενο μέρος των πολιτών κάθε ηλικίας και εργασιακής κατάστασης αποφασίζει να δρα περιφερειακά από τις ως τώρα οργανωμένες και προβλέψιμες αντιστάσεις. «Αγνοώντας» στις συγκεκριμένες δράσεις τη συνηθισμένη μετωπική μαχητική μορφή αντίστασης, χτίζουν μέρα με τη μέρα πυρήνες εναλλακτικής διαβίωσης και συνύπαρξης, όπου η κυρίαρχη αξία -το χρήμα- απουσιάζει. Τα ανταλλακτικά και χαριστικά παζάρια, οι συλλογικές κουζίνες, οι ‘τράπεζες χρόνου’ και οι ιστοσελίδες ανταλλαγών αγαθών και υπηρεσιών είναι χαρακτηριστικά παραδείγματα. Γεννιέται εμβρυακά μία νέα μορφή συνύπαρξης όπου -χωρίς να επικαλείται καμία «ανθρωπιστική διάθεση»- δε χωρά η έννοια της εμπορευματοποίησης. Δε χωρά  καμία δράση και καμία σχέση που πρεσβεύει το νεοφιλελεύθερο αναπτυξιακό μοντέλο.

Και τώρα ;

Ο δρόμος που πρέπει να ακολουθήσουμε είναι η κλιμάκωση και η ένταση όλων των πρωτότυπων μορφών αγώνα που έχουν αναδυθεί, αλλά και ο επαναπροσδιορισμός της απεργίας, της συνέλευσης, της συγκέντρωσης, της εργατικής δράσης σε κατευθύνσεις επικίνδυνες για το κράτος και το κεφάλαιο.

Η παραπάνω «εύκολη» λεκτικά  διαπίστωση του τι πρέπει να γίνει, κολλάει στο πώς. Ίσως το  σπουδαιότερο είναι η συνάντηση  των ανθρώπων  και  ο  συντονισμός  των διαθέσεων για δράση. Για παράδειγμα η ενεργή συμμετοχή εργαζόμενων-ανέργων στο κίνημα ‘δεν πληρώνω’ έχει έδαφος να υλοποιηθεί, γιατί οι συγκοινωνίες επηρεάζουν τη ζωή όλων και έρχεται να στηρίξει τον αγώνα των εργαζόμενων στα ΜΜΜ για δημόσιες συγκοινωνίες. Η συνειδητοποίηση της αλληλεξάρτησής μας με άλλες κοινωνικές και εργασιακές ομάδες και της αλληλεπίδρασης των διεκδικήσεών μας με τα ‘δικά’ τους αιτήματα δείχνει να κερδίζει έδαφος και να ανοίγει μια πιο συλλογική αντιμετώπιση των ‘μεταρρυθμιστικών ενεργειών και κατασταλτικών δράσεων’ της ‘δημοκρατικά εκλεγμένης’ εξουσίας.

Ο απεγκλωβισμός από τις παραδοσιακές μορφές δράσης είναι επίσης  αναγκαίος. Το ξόδεμα ενέργειας, χρόνου, διάθεσης για μια συνέλευση των 30 ατόμων ή για μια απεργία του 7% μόνο και μόνο ‘γιατί έτσι ξέρουμε να αντιδρούμε’ επιτέλους ας σταματήσουν.

Να οργανώσουμε καταλήψεις, κλεισίματα δρόμων, παραδειγματική αντιβία, μπλοκαρίσματα παραγωγής, κινητοποιήσεις κατοίκων, συνευρέσεις ανταλλαγών και αλληλεγγύης και γενικά να δείξουμε εμπιστοσύνη και να συμμετέχουμε ενεργά στην ευρηματικότητα και μαχητικότητα  των οργισμένων  προλετάριων….                                                                                      Μάρτης  2011

Αντίσταση  παντού και με κάθε μέσο

ΤΟ ΜΟΝΟ ΠΟΥ ΕΧΟΥΜΕ ΝΑ ΞΟΦΛΗΣΟΥΜΕ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΑΝΟΙΧΤΟΙ ΜΑΣ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΙ ΜΕ ΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΤΟΥ

Πρωτοβουλία   για   την   αυτοοργάνωση   στην   εκπαίδευση

 

 

 

Kρατική καταστολή-Δίκαιο- Καπιταλιστική εξουσία

Εισαγωγή

Η κρατική καταστολή αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο της συνολικής κρατικής λειτουργίας.Θα επιχειρίσουμε την διερεύνηση των παραμέτρων που καθορίζουν και επιβάλλουν την όξυνση της κρατικής καταστολής και την ποινικοποίηση των πολιτικών και κοινωνικών εναντιώσεων στην εξουσία. Το θέμα προσφέρεται για υπεραπλουστευτικές ερμηνείες* που αν και καταγγέλλουν την εγγενή αυθαιρεσία ή και τη «φύση» του κράτους, ωστόσο, στηρίζουν την ίδια την εσωτερική λογική και φιλοσοφία της καπιταλιστικής εξουσίας.

Οι ταξικές διαφορές και αντιπαραθέσεις, οι κοινωνικοί και πολιτικοί συσχετισμοί ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία, οι διακυμάνσεις της συγκυρίας της πολιτικής και κοινωνικής ταξικής πάλης θέτονται στο περιθώριο του γνωστικού ορίζοντα. Οι αιτιακές σχέσεις μεταξύ των πολιτικών-κοινωνικών συσχετισμών δυνάμεων και του θεσμικού-ποινικού πλαισίου αντιστρέφονται (το αίτιο εκλαμβάνεται ως αιτιατό), συσκοτίζοντας, με αυτό τον τρόπο, το κοινωνικό τοπίο και τις δυνατότητες ανάλυσης-αναγνώρισής του. Το Δίκαιο αποπολιτικοποιείται και αποϊδεολογικοποιείται. Το καπιταλιστικό κράτος-κλειστό σύμπαν, εν τέλει, καταφέρνει να παράξει-ορίσει τα Υποκείμενά του ως Υποκείμενα τα οποία αυτοαναγνωρίζονται, αποκλειστικά και μόνο, εντός των ορίων που το ίδιο θέτει. Ο ιδεολογικός αφοπλισμός, η συντριβή του κοινωνικού κινήματος είναι τα παρεπόμενα…,ωστόσο, σε ακατάπαυστη διακύβευση!

*Πρόκειται από τη μια, για τις ερμηνείες-θεωρήσεις σχετικά με τη σύγκρουση αυταρχικού κράτους και πολίτη, όπου το διαρκώς αυταρχικοποιούμενο ή και φασιστικοποιούμενο κράτος  ερωτοτροπεί με την οργουελική προφητεία του «Μεγάλου Αδελφού». Ενώ από την άλλη, για τις ερμηνείες-θεωρήσεις εκείνες που αντιλαμβάνονται τον κρατικό αυταρχισμό ως παράγωγο ή συνώνυμο της κυβερνητικής παντοδυναμίας,  που διατείνονται πως πίσω από την όξυνση της κρατικής καταστολής κρύβεται η έλλειψη «πλουραλισμού» ή έστω «ανταγωνισμού» ανάμεσα στους πόλους άσκησης της εξουσίας(Κυβέρνηση, Δικαιοσύνη, κλπ.).

Α. Η σύγκρουση του αυταρχικού κράτους με τον πολίτη.

Η αντίληψη ότι το σύγχρονο αστικό κράτος, εν γένει, παίρνει διαρκώς αυταρχικότερες

μορφές και κατατείνει έτσι, ή έστω έχει ως ορατή στρατηγική του, τον ολοκληρωτικό

έλεγχο όχι μόνο των ριζοσπαστικών κοινωνικών και πολιτικών πρακτικών, αλλά της

καθημερινής ζωής, αποτελεί απόπειρα να περιγραφεί το φαινόμενο της καταστολής στο πλαίσιο της σύγχρονης καπιταλιστικής εξουσίας. Καθώς υιοθετεί τα θεμελιώδη σχήματα της

κυρίαρχης αστικής νομικής ιδεολογίας, η αντίληψη αυτή δρα, μεσοπρόθεσμα, νομιμοποιητικά

για την καπιταλιστική εξουσία.

Δεδομένου του κύρους που κατέχει η ιδεολογία του παντοδύναμου αυταρχικού κράτους Λεβιάθαν, κρίνουμε ότι χρειάζεται να διατυπώσουμε κάπως αναλυτικότερα τα σημεία της κριτικής μας.

1. Η καπιταλιστική πολιτική εξουσία δεν στηρίζεται αποκλειστικά στην καταστολή. Στηρίζεται εξίσου στην ιδεολογική κυριαρχία του αστισμού και στη συναίνεση των εκμεταλλευόμενων τάξεων προς τις καπιταλιστικές σχέσεις εξουσίας. Η ιστορική εξέλιξη των καπιταλιστικών κρατών της Ευρώπης δείχνει ότι η αναδιοργάνωση και σταθεροποίηση των βασικών ιδεολογικών μηχανισμών του αστικού κράτους (σχολείο, οικογένεια, μέσα μαζικής ενημέρωσης) κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου και αμέσως μετά τον δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο είχε σαν αποτέλεσμα την αναδιοργάνωση της καταστολής, στη

βάση τής κατ’ αρχήν σταθεροποίησης των «ανθρώπινων δικαιωμάτων» και «ελευθεριών». Αν

τον 19ο αιώνα μια δυναμική εργατική διαδήλωση για αύξηση του μισθού, ή για καθιέρωση του δώρου,

αποτελούσε λόγο για την παρέμβαση τμημάτων στρατού, που πυροβολούσαν στο ψαχνό, το θεσμικό πλαίσιο των καπιταλιστικών κρατών μετά τον δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο αντιμετώπισε το εργατικό, λαϊκό και κοινωνικό κίνημα ως ένα κατ’ αρχήν ενσωματώσιμο «κοινωνικό εταίρο» στο πλαίσιο της «φιλελεύθερης δημοκρατίας». Ο μεταπολεμικός «καπιταλισμός της σχετικής υπεραξίας» σταθεροποιεί τις κοινωνικές σχέσεις εξουσίας μέσα από μια ισόρροπη χρήση τόσο των λειτουργιών της κοινωνικής συναίνεσης και ιδεολογικής υπαγωγής όσο και των λειτουργιών της έννομης καταστολής.

Στο εσωτερικό του «καπιταλισμού της σχετικής υπεραξίας» του σύγχρονου δηλαδή καπιταλισμού, εγγράφεται πάντα και κατά κύριο λόγο σε φάσεις οικονομικής ανόδου και σταθεροποίησης η δυνατότητα μιας σοσιαλδημοκρατικού τύπου διακυβέρνησης (μιας διακυβέρνησης, δηλαδή, που βασικός άξονάς της είναι η κοινωνική εξειρήνευση με «όπλο» την ικανοποίηση ορισμένων – μη ανατρεπτικών – εργατικών και λαϊκών διεκδικήσεων). Μια τέτοια διακυβέρνηση χαρακτηρίζεται τις πιο πολλές φορές από μια προσπάθεια να αμβλυνθεί η κρατική καταστολή, προς όφελος της κοινωνικής συναίνεσης, για το λόγο αυτό, λοιπόν, η «προφητεία» της διαρκώς εντεινόμενης κρατικής καταστολής μετατρέπεται σε απολογητισμό υπέρ του συστήματος.

{Δρα, μεσοπρόθεσμα, νομιμοποιητικά για την καπιταλιστική εξουσία,αφού επιτρέπει στη σοσιαλδημοκρατία να ισχυρίστεί ότι η κοινωνική εξειρήνευση – δηλαδή η άμβλυνση, της κρατικής καταστολής – αποτελεί «διαδικασία κοινωνικού μετασχηματισμού».

Με άλλα λόγια, αν θεωρηθεί η επίταση της κρατικής καταστολής ως «αποδεικτικό στοιχείο»  του βαθέματος-διεύρυνσης των «ανισοτήτων» εντός του κοινωνικού σώματος, τότε η μείωση της έντασής της  αποτελεί διαδικασία, ή έστω βάσιμο δείκτη, αναίρεσης των «ανισοτήτων» και σοσιαλιστικού μετασχηματισμού.}

2. Το ιδεολόγημα του διαρκώς συνθλιβόμενου από το βάρος της κρατικής αυθαιρεσίας και καταστολής πολίτη αποτελεί όμως και για ένα επιπρόσθετο λόγο, απολογητισμό υπέρ του καπιταλιστικού συστήματος: υπερασπίζεται άνευ όρων το σκληρό πυρήνα της κυρίαρχης αστικής ιδεολογίας του Δικαίου. Την αντίληψη ότι το κοινωνικό σώμα συναπαρτίζεται από το σύνολο των «ατόμων – πολιτών», ότι η κοινωνία είναι «κοινωνία – πολιτών» ότι συνεπώς οι ατομικές βουλήσεις, η ατομική αξίωση για «ελευθερία», κι όχι η ταξική διαίρεση της κοινωνίας (δηλαδή η πάλη των τάξεων)

καθορίζουν την κοινωνική εξέλιξη.

Αν όμως το ιδεολόγημα του πολίτη (που το κράτος του στερεί την «ελευθερία» του), εντάσσεται εξ ολοκλήρου στο εσωτερικό της αστικής – ιδεαλιστικής φαντασίωσης για την κοινωνία, αυτό δεν σημαίνει ότι απλώς λειτουργεί σαν μια ιδέα που δυσχεραίνει την κατανόηση των κοινωνικών διαδικασιών. Ταυτόχρονα λειτουργεί άμεσα σταθεροποιητικά για την αστική εξουσία, ακριβώς γιατί προϋπόθεση της σταθερότητας αυτής της εξουσίας είναι το να βιώνει ολόκληρη η κοινωνία τις ταξικές διαφορές και αντιπαραθέσεις ως ιστορίες ατόμων, ως παράγωγα των ατομικών βουλήσεων, ατομικών προνομίων, ατομικών παρανομιών, ατομικών αυθαιρεσιών, έστω, ακόμη, ως «αδικίες» ενάντια σε άτομα, ως αδικίες ενάντια στην «ελευθερία» κάποιων ατόμων.

Μέσα στο γενικό ιδεολογικό πλαίσιο, λοιπόν, περί του «φύσει» ελεύθερου πολίτη που το κράτος επιχειρεί να σκλαβώσει, μπορούν ν’ αναπτυχθούν διαφορετικές πολιτικές επιχειρηματολογίες:

Η παραδοσιακή προοδευτική αστική οπτική θα αναγνωρίσει στο «Νόμο», στην έννομη τάξη, την ορθολογική έκφραση της ελευθερίας. Και θα ισχυριστεί έτσι ότι το σύγχρονο κράτος κυριαρχείται από μια κοινοβουλευτικά ανεξέλεγκτη νομενκλατούρα «ειδικών», η οποία καταφέρνει μέσα από αδιαφανείς μηχανισμούς και διαδικασίες να αγνοεί ή και να παραβιάζει το «Νόμο».

Η ριζοσπαστική αστική οπτική θα ταυτίσει, αντίθετα, την έννομη τάξη με το κράτος, θα θεωρήσει έτσι το «Νόμο» ως τον αντίποδα της «φυσικής» ανθρώπινης ελευθερίας, την οποία θα αναζητήσει στις«αυθόρμητες σχέσεις», στις μη θεσμοθετημένες «κοινότητες», στην «κοινωνία των πολιτών».

Και οι δύο αυτές εκδοχές μπορούν, αναμφίβολα, να δώσουν με συνέπεια τη μάχη ενάντια στην κρατική πολιτική, κάθε φορά που η πολιτική αυτή καταφεύγει σε μέτρα και μεθόδους ανοιχτά κατασταλτικής διαχείρισης. Σε καμιά περίπτωση όμως δεν θα μπορέσουν να απεγκλωβιστούν από την ηγεμονία της σοσιαλδημοκρατικής στρατηγικής: Ότι το κράτος πρέπει να μεταρρυθμιστεί ώστε να πριμοδοτηθούν οι ανοικτές και «διαφανείς» διαδικασίες που οδηγούν στη δημοκρατία και ελευθερία. Ότι πρέπει να διασφαλιστεί η γνήσια «συμμετοχή του πολίτη», που σύμφωνα με την αρχή της λαϊκής κυριαρχίας «θα πάρει όλα τα ζητήματα στα χέρια του». Ότι πρέπει, τέλος, να διασφαλιστεί η περιστολή του κράτους κι η υπαγωγή του στις προτεραιότητες και τις ανάγκες της «κοινωνίας των πολιτών».

Β. Ο κρατικός αυταρχισμός ως παράγωγο της κυβερνητικής παντοδυναμίας.

Πρόκειται για μια τυπική περίπτωση θεσμοκρατικής προβληματικής: Ο πολιτικός και κοινωνικός συσχετισμός των δυνάμεων συλλαμβάνεται ως παράγωγο των αμοιβαίων σχέσεων ανάμεσα στους κρατικούς θεσμούς. Μ’ άλλα λόγια, οι αιτιακές σχέσεις ανάμεσα στις κοινωνικές διαδικασίες αντιστρέφονται, η προτεραιότητα των πολιτικών και κοινωνικών – ταξικών αντιπαραθέσεων αναιρείται, ο παράγοντας κοινωνικό κίνημα των εκμεταλλευόμενων τάξεων και  τα πολιτικά

αποτελέσματα αυτού του κινήματος διαγράφεται.

Ωστόσο, αυτό που ισχύει είναι ότι η αντιφατικότητα ή η απορρόφηση των άλλων πόλων εξουσίας από την κυβερνητική πολιτική, καθορίζεται και ερμηνεύεται με βάση την ιστορική εξέλιξη των κοινωνικών και πολιτικών αντιπαραθέσεων και συσχετισμών των ταξικών δυνάμεων. Οι πόλοι και τα κέντρα άσκησης της εξουσίας αποτελούν στοιχεία ενός ενιαίου μηχανισμού, του κατασταλτικού μηχανισμού του αστικού κράτους, παρά την πιθανή μεταξύ τους αντιφατικότητα,  και αποτελούν την ενιαία, κύρια όψη της εξουσίας. Δεν είναι η εσωτερική αντιφατικότητα αυτής της εξουσίας που κατά κύριο λόγο καθορίζει τα όρια δράσης της απέναντι στις κυριαρχούμενες τάξεις. Είναι, αντίθετα, ο πολιτικός και κοινωνικός συσχετισμός των δυνάμεων που καθορίζει αυτά τα όρια.

Ο κοινωνικός και πολιτικός συσχετισμός των δυνάμεων καθορίζει όχι μόνο προς ποια κατεύθυνση θα μετασχηματιστεί ή θα αποκρυσταλλωθεί το θεσμικό και νομικό πλαίσιο άσκησης της εξουσίας αλλά, και το κυριότερο, πώς θα «ερμηνευτεί», και πώς θα «εφαρμοστεί» αυτό το πλαίσιο, πώς θα ασκηθεί η εξουσία στο εσωτερικό του. Η κυβέρνηση είναι δέσμια των ταξικών και πολιτικών συσχετισμών που καλείται να διαχειριστεί.

Ας δώσουμε ένα παράδειγμα: Η περίοδος του μετεμφυλιοπολεμικού «κράτους των εθνικοφρόνων» (1946-1974) και αν εξαιρέσουμε την περίοδο της χούντας – χαρακτηρίζεται από μια κατ’ επανάληψη οξυνόμενη αντιφατικότητα και διαφοροποίηση τριών πόλων άσκησης της εξουσίας στο εσωτερικό του κατασταλτικού μηχανισμού του κράτους: της κυβέρνησης, του παλατιού και του στρατού. Εντούτοις, αυτό δεν ωφέλησε από μόνο του το λαϊκό κίνημα κι ούτε περιόρισε την ωμή αντικομμουνιστική βία και τρομοκρατία. Μόνο η παρέμβαση του λαϊκού κινήματος, η τροποποίηση των συσχετισμών δύναμης, έθεσε σε αμφισβήτηση, στη δεκαετία του ’60, τις δομές του «κράτους των εθνικοφρόνων» και οδήγησε μέσα από την πολιτική κρίση, τη δικτατορία και την κατάρρευσή της, στο «κράτος δικαίου» της μεταπολίτευσης.

Γ. Έννομη τάξη και παραβατικότητα.

Το Δίκαιο και η εξ αυτού προκύπτουσα τάξη πραγμάτων, η έννομη τάξη, αναγορεύεται στα πλαίσια της καπιταλιστικής κυριαρχίας ως η κατ’ εξοχήν «φυσική» κοινωνική κατάσταση, ως το «αιώνιο» πλαίσιο που τοποθετείται υπεράνω της πολιτικής, υπεράνω της οικονομίας, υπεράνω της ιδεολογίας, για να καθορίσει ακριβώς τα πλαίσια και τα όρια λειτουργίας της πολιτικής, της οικονομίας και της ιδεολογίας, αντίστοιχα. Με την έννοια αυτή η δικαιϊκή έννομη τάξη κατοχυρώνει τη στρατηγική οργάνωση του γενικού κεφαλαιοκρατικού συμφέροντος.

Η οργάνωση της καπιταλιστικής πολιτικής εξουσίας και συνακόλουθα της συνολικής ταξικής κυριαρχίας του κεφαλαίου με βάση το Δίκαιο και τους δικαιϊκούς κανόνες έχει ως αναγκαία συνέπεια το να προσλαμβάνει πάντοτε η κρατική καταστολή το χαρακτήρα της «αντιμετώπισης της ποινικής παραβατικότητας». Η έννομη τάξη που οργανώνεται από το Δίκαιο δεν αφήνει περιθώρια να διαμορφωθεί μια πολιτική ή οικονομική ή ιδεολογική «παραβατικότητα»(Δεν επιτρέπει τη «νομιμοποίηση» μιάς άλλης πολιτικής, οικονομίας, ιδεολογίας). Η παράβαση του Δικαίου και του Νόμου προσλαμβάνει εξ ορισμού το χαρακτήρα του ποινικού αδικήματος, ενός αδικήματος που δεν έχει άλλο κοινωνικό πρόσημο πέρα από το ότι διαπράττεται στο επίπεδο (εντός του «κλειστού σύμπαντος») του Δικαίου και του ποινικού νόμου και ως τέτοιο να καταστέλλεται.

Η ανοιχτή πολιτική καταστολή δεν μπορεί έτσι να αναφέρεται παρά σε καθεστώτα και

νομοθεσίες έκτακτης ανάγκης. Αντίθετα, η καταστολή στα πλαίσια της έννομης τάξης του

«κράτους δικαίου» έχει αποκλειστικά ποινικό δηλαδή «μη πολιτικό» χαρακτήρα.

Είναι λοιπόν λανθασμένος ο ισχυρισμός ότι η ποινικοποίηση των πολιτικών συγκρούσεων αποτελεί ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του σύγχρονου «αυταρχικού» αστικού κράτους. Η ποινικοποίηση αποτελεί τον ειδικά καπιταλιστικό γενικό τρόπο καταστολής ήδη από την πρώτη στιγμή της γέννησης της καπιταλιστικής εξουσίας. Πρόκειται για τον ειδικά καπιταλιστικό

(δηλ. ιστορικά μοναδικό) τρόπο άσκησης της αποτρεπτικής λειτουργίας της εξουσίας.

Επειδή μάλιστα πρόκειται για τον ενιαίο γενικό τύπο καταστολής, το εύρος του δεν

αφορά μόνο το, υπό στενή έννοια, «κοινωνικό» (κατοχύρωση του δικαιώματος ζωής, ιδιοκτησίας κλπ.) ή «πολιτικό», αλλά το σύνολο των πρακτικών στα πλαίσια της καπιταλιστικής κοινωνίας.

Ένα  παράδειγμα: όταν η χαμηλή οργάνωση του πιστωτικού συστήματος και των κεφαλαιακών σχέσεων δεν απαιτούσε τη κρατική ρύθμιση του ύψους των επιτοκίων, δεν υπήρχε το ποινικό αδίκημα της τοκογλυφίας. Ολόκληρη αυτή την ιστορική περίοδο (που, αδρομερώς, ανήκει στο λεγόμενο «ανταγωνιστικό καπιταλισμό») η κατηγορία για «τοκογλυφία» δεν μπορούσε να προσλάβει παρά μόνο μια ηθική υπόσταση. Στην εποχή αντίθετα του «καπιταλισμού της σχετικής υπεραξίας» ο «ανεξάρτητος τραπεζίτης» που δουλεύει με ψηλότερο επιτόκιο από το νόμιμο παύει να είναι ένας καπιταλιστής που επιδιώκει (έστω με τρόπο οικονομικά «αθέμιτο») να αυξήσει το κέρδος του. Επειδή δεν σεβάστηκε την έννομη τάξη, την τάξη που αντιστοιχεί στο γενικό κεφαλαιοκρατικό

συμφέρον, είναι απλώς ένας «ποινικός», ένας απατεώνας – τοκογλύφος.

Το κεντρικό ζήτημα δεν είναι η «ποινικοποίηση» της πολιτικής, αλλά η «αποπολιτικοποίηση», και «αποϊδεολογικοποίηση» του ποινικού δικαίου(η «αποπολιτικοποίηση» της Ποινής).

Στα δομικά χαρακτηριστικά του Δικαίου και στη μορφή της Ποινής αποτυπώνεται η μήτρα των κεφαλαιοκρατικών σχέσεων εξουσίας, η αξιακή μορφή: Η ανταλλαγή, ως ανταλλαγή ισοδυνάμων, αποτελεί το βαθύ θεμέλιο της Δικαιοσύνης τόσο με τη νομική όσο και με την ηθική της έννοια.

Η στέρηση της ελευθερίας για ορισμένο διάστημα που αποφασίζει το δικαστήριο είναι η χαρακτηριστική μορφή με την οποία το σύγχρονο Ποινικό Δίκαιο (δηλ. το αστικό-καπιταλιστικό Δίκαιο), υλοποιεί την αρχή της ισότιμης αποζημίωσης. Η μορφή συνδέεται, ασυνείδητα, με την παράσταση του αφηρημένου ανθρώπου και της αφηρημένης εργασίας που μετριέται με το χρόνο. Για να προωθηθεί η ιδέα της δυνατότητας αποζημίωσης του εγκλήματος με ένα ανάλογο ποσό ελευθερίας, χρειάστηκε όλες οι συγκεκριμένες μορφές του κοινωνικού πλούτου να αναχθούν στην απλούστερη και πιο αφηρημένη μορφή, στην ανθρώπινη εργασία που μετριέται με το χρόνο.

Ο τόπος λειτουργίας του Δικαίου, ο χώρος δράσης των Υποκειμένων Δικαίου είναι η καπιταλιστική πολιτική εξουσία, το αστικό κράτος (ως «κράτος δικαίου», ως το «δημόσιο συμφέρον»), η ίδια η κεφαλαιοκρατική κοινωνία.

Ωστόσο, αν και η καπιταλιστική καταστολή δεν είναι παρά η «αντιμετώπιση της ποινικής παραβατικότητας». Αν και σ’ αυτή την «παραβατικότητα» εντάσσεται αναγκαστικά –

πέρα από την περίπτωση του μεμονωμένου ‘κακοποιού’ – η κοινωνική δράση και τα κινήματα

που προσκρούουν στα όρια της νομιμότητας τα οποία ορίζει το αστικό κράτος. Αν, επιπλέον,

η αντιμετώπιση της «παραβατικότητας» δεν μπορεί να περιορίζεται στην άμεση αστυνομική

βία και μόνο, αλλά πρέπει αναγκαστικά να στηριχθεί στη δυνατότητα και στην πραγματικότητα της Δίκης και της επιβολής Ποινής. Αν, τέλος, η Ποινή αντικατοπτρίζει την «απαίτηση του νόμου» που με τη σειρά του καθορίζει τον «κοινωνικά ισοδύναμο» με το «αδίκημα» χρόνο στέρησης της ελευθερίας.

Εντούτοις, όλα αυτά δε σημαίνουν ότι έχουμε να κάνουμε με ένα άκαμπτο και αδυσώπητο μηχανισμό εκμηδενισμού των κάθε είδους αντικαπιταλιστικών και αντιεξουσιαστικών αντιστάσεων. Έχουμε να κάνουμε με μια λειτουργία άσκησης της εξουσίας που η εμβέλεια και η αποτελεσματικότητά της υπόκειται καθοριστικά στις διακυμάνσεις της πολιτικής και κοινωνικής συγκυρίας της πάλης των τάξεων. Δεν πρόκειται, επομένως, απλώς, για τα αποτελέσματα που καθορίζονται από τη «βούληση» ή τη «δύναμη» της εξουσίας, ή τη σύγκρουση κάποιων κινητοποιημένων πρωτοποριών με τους μηχανισμούς καταστολής, αλλά για τα αποτελέσματα που προκύπτουν από το συνολικό πολιτικό και κοινωνικό συσχετισμό των δυνάμεων.

Δ. Πολιτική συγκυρία και καταστολή.

Τα δομικά χαρακτηριστικά της δικαιϊκής και συνταγματικής τάξης συμπυκνώνουν το γενικό και μακροπρόθεσμο κεφαλαιοκρατικό συμφέρον, αποτελούν τη στρατηγική μορφή της οργάνωσης της κεφαλαιοκρατικής εξουσίας·ενώ, το περιεχόμενο των συνταγματικών και ποινικών διατάξεων τείνει να αποτυπώσει, μεσοπρόθεσμα, την κατάσταση-φάση της πολιτικής πάλης των τάξεων, τα  μονιμότερα χαρακτηριστικά ενός σχετικά πρόσκαιρου, πολιτικού (και κοινωνικού) συσχετισμού των δυνάμεων. (Ωστόσο, η συγκεκριμένη εφαρμογή των συνταγματικών και ποινικών διατάξεων, το κατά πόσο και πώς ενεργοποιούνται, με ποιο τρόπο «ερμηνεύονται» κλπ., είναι επίδικο ζήτημα του συσχετισμού δυνάμεων μέσα στη συγκυρία της πολιτικής και κοινωνικής πάλης των τάξεων.)

Οι συγκυριακές μετατοπίσεις δύναμης τείνουν να παγιώσουν ένα νέου τύπου μονιμότερο συσχετισμό, μια νέα φάση της πολιτικής ταξικής πάλης, η οποία θα προκαλέσει, ένα αντίστοιχο

μετασχηματισμό του θεσμικού και ποινικού πλαισίου. Πρόκειται για την αποκρυστάλλωση

του πολιτικού συσχετισμού δύναμης που σε τελευταία ανάλυση αντανακλά τους

κοινωνικούς συσχετισμούς ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία. Αυτό εξηγεί για ποιόν λόγο μια συγκυρία ενίσχυσης της εργατικής τάξης συνδέεται κατά κανόνα με τη σχετική άμβλυνση της καταστολής.

Αντίθετα, λοιπόν, με τα πορίσματα των θεσμοκρατικών προβληματικών, η εκπόνηση

ενός νέου νόμου δεν προκύπτει από κάποια αφηρημένη στρατηγική, «φύση» ή βούληση της

εξουσίας, αλλά καταγράφει τη συγκεκριμένη κυβερνητική οπτική, όπως αυτή καθορίζεται

όμως από τους εξελισσόμενους πολιτικούς και κοινωνικούς συσχετισμούς. Τα πάντα κρίνονται και θα κριθούν από τις ενδεχόμενες μεταβολές της  συγκυρίας στο εσωτερικό της φάσης που έχει κάθε φορά αποκρυσταλλωθεί· στο επίπεδο, δηλαδή, όχι απλώς του γενικού περιεχομένου, αλλά και της συγκεκριμένης «χρήσης» και «εφαρμογής» του θεσμικού και ποινικού πλαισίου.

Η άμβλυνση ή η όξυνση της καταστολής δεν είναι μόνο ζήτημα του πόσο «αυταρχικό» ή «φιλελεύθερο» είναι το περιεχόμενο των διατάξεων του ποινικού νόμου. Είναι εξίσου αποτέλεσμα των όρων κάτω από τους οποίους θα λειτουργήσει ο Νόμος, της συγκεκριμένης, δηλαδή, κάθε φορά χρήσης του και εφαρμογής του. Με βάση το ίδιο νομικό πλαίσιο μπορεί επομένως η καταστολή να οξύνεται ή να αμβλύνεται. Ας θυμηθούμε εδώ ότι στη βάση πάντοτε του ίδιου θεσμικού πλαισίου και του ίδιου ποινικού συστήματος γνωρίσαμε μετά τη μεταπολίτευση μια σειρά από εντυπωσιακές καμπές της κρατικής καταστολής: Η περίοδος αμέσως μετά τη μεταπολίτευση, (1974-5), περίοδος ενίσχυσης και ανόδου του λαϊκού κινήματος χαρακτηρίστηκε από μια εντυπωσιακή άμβλυνση της ποινικής καταστολής. Η πρώτη περίοδος μετά την εκλογική νίκη του ΠΑΣΟΚ (1981-83) συνοδεύτηκε, επίσης, από μια άμβλυνση της κατασταλτικής λειτουργίας του κράτους. Αντίθετα, στη σημερινή φάση, το ίδιο νομικό ποινικό υπόβαθρο χρησιμεύει και χρησιμοποιείται για μια άνευ προηγουμένου όξυνση της κρατικής καταστολής.

Ε. «Φιλελεύθερο» και «συντηρητικό» δίκαιο.

Το πλαίσιο άσκησης της καπιταλιστικής καταστολής στην Ελλάδα, η ποινική νομοθεσία, ανήκει στο λεγόμενο «κλασικό» ή «φιλελεύθερο» ποινικό δίκαιο. Η έννομη σχέση εμφανίζεται, στο πλαίσιο αυτής της εκδοχής του ποινικού δικαίου, ως συνάρτηση κάποιων «έννομων αγαθών» (ελευθερία, ανθρώπινη ζωή, δικαίωμα στην ιδιοκτησία κλπ.), τα οποία με τη σειρά τους αντιστοιχούν πάντα σ’ ένα υλικό περιεχόμενο: Αφορούν αντικείμενα ή και κοινωνικές πρακτικές, όχι απλώς «ιδέες», «βουλήσεις», ή «προθέσεις». Το κλασικό ποινικό δίκαιο καταστέλλει παραβατικές εκδηλώσεις με υλική υπόσταση. Βουλητικές παράμετροι υπεισέρχονται και προσμετρώνται μόνο εφόσον εκδηλωθεί κατά τρόπο υλικό η προσβολή ενός έννομου αγαθού.

Επειδή ακριβώς παρεμβαίνει μόνο μετά την υλική εκδήλωση της παραβατικής πράξης, απέχοντας από την αξιολόγηση ανεκδήλωτων βουλητικών καταστάσεων, ακόμα και προπαρασκευαστικών για αδικήματα πράξεων, το κλασικό ποινικό δίκαιο αποκτά ιδεολογική και νομιμοποιητική εμβέλεια για το καπιταλιστικό σύστημα: Αποκρύβει αυτό που είναι (τρόπος οργάνωσης και άσκησης της καπιταλιστικής καταστολής), δυσχεραίνει την όποια πολιτικοποίηση του (όλες οι απόψεις, ιδέες, θεωρίες, επιθυμίες είναι θεμιτές εφόσον δεν μετουσιώθηκαν σε πράξη που παραβίασε το νόμο) και παρουσιάζεται έτσι ως η ορθολογική μέθοδος «κοινοτικής άμυνας» απέναντι στο «έγκλημα».

Ταυτόχρονα όμως το κλασικό ποινικό δίκαιο, στην τυπικά φιλελεύθερη μορφή του διαπερνάται από μια ανεπίλυτη εσωτερική αντίφαση: Επειδή ακριβώς δεν πρόκειται για την οργάνωση των αμοιβαίων σχέσεων ανάμεσα σε, εν γένει, ίσα και ελεύθερα υποκείμενα (όπως ισχυρίζεται η φιλελεύθερη αστική ιδεολογία του Δικαίου), αλλά ανάμεσα σε υποκείμενα που ορίζονται ως ίσα και ελεύθερα αποκλειστικά και μόνο στα πλαίσια του «κοινού συμφέροντος» που ενσαρκώνει το καπιταλιστικό κράτος, για το λόγο αυτό, λοιπόν, ο φιλελεύθερος ορθολογισμός δεν είναι σε θέση να οργανώσει ορισμένες αναγκαίες(για τη διασφαλίση της καπιταλιστικής κυριαρχίας) πλευρές της κρατικής καταστολής. Πρόκειται για αντιφάσεις που εδράζονται στο γεγονός ότι το «έννομο αγαθό», πάνω στο οποίο εδράζεται η έννομη σχέση ανάμεσα στα υποκείμενα, είναι απλώς η άλλη όψη του «κοινού συμφέροντος όλων των πολιτών», ακριβώς όπως η ισότητα των εμπορευματοκατόχων είναι η άλλη όψη της υπαγωγής των εργαζομένων στο κεφάλαιο, της μετατροπής της εργασιακής δύναμης σε μεταβλητό κεφάλαιο. Το Δίκαιο και οι έννομες σχέσεις «ισότητας» και «ελευθερίας» των υποκειμένων δικαίου υφίστανται στο εσωτερικό του κράτους, πηγάζουν από το αστικό κράτος.

Η σχέση αυτή «αιτιότητας» ανάμεσα στη δομή του αστικού κράτους, (των αστικών σχέσεων εξουσίας) και στα Υποκείμενα Δικαίου αποτυπώνεται άλλωστε και στη δομή του ποινικού Δικαίου: Οι «παραβατικές πράξεις» διώκονται αυτεπάγγελτα(χωρίς την υποβολή αιτήματος), από τη «δημόσια αρχή» εκτός εξαιρέσεων που ορίζει ο νόμος.

Η οργάνωση της καταστολής αδυνατεί να περιοριστεί στις αρχές του κλασικού-φιλελεύθερου δικαίου, αλλά τείνει να συμπεριλάβει στοιχεία που ανάγονται σε μια διαφορετική, ανοιχτά συντηρητική και «πραγματιστική» αντίληψη για το δίκαιο και την καταστολή: Η «παραβατική πράξη» δεν περιορίζεται, σύμφωνα μ’ αυτή την αντίληψη στην προσβολή ενός υλικού αγαθού, αλλά, από τη μια επεκτείνεται σε μη υλικά αγαθά που αναφέρονται στην κρατική αυθεντία (π.χ. περιύβριση αρχής) και από την άλλη τείνει να ταυτίσει την παραβατική πράξη με την «προπαρασκευαστική πράξη», συχνά ακόμα και με την «παραβατική βούληση».

Οι μετατοπίσεις του ποινικού συστήματος προς τη φιλελεύθερη ή τη συντηρητική εκδοχή του Δικαίου προκύπτουν κατά κύριο λόγο από τον «εξωτερικό» ως προς το Δίκαιο παράγοντα, τους συσχετισμούς δύναμης που αποτυπώνονται στο εσωτερικό της πολιτικής και κοινωνικής συγκυρίας.

Η κρατική καταστολή στρέφεται με ιδιαίτερη αυστηρότητα ενάντια σε συγκεκριμένες κοινωνικές κατηγορίες και ομάδες των οποίων η κοινωνική παρουσία, συμπεριφορά, πρακτική και ιδεολογία έχει εκ των προτέρων χαρακτηριστεί ως «αντικοινωνική». Όμως έτσι, αναγκάζεται να αποκαλύψει την «εκπόρευση» της νομιμότητας από την κοινωνική και πολιτική τάξη πραγμάτων, γιατί αφήνει να φανεί ότι τα όρια της κοινωνικής και πολιτικής ελευθερίας είναι τα όρια των σχέσεων παραγωγής και του αστικού κράτους.

ΣΤ. Η αντιτρομοκρατική νομοθεσία.

Εκεί που το κοινωνικό πρόσημο της καταστολής γίνεται απόλυτα φανερό, είναι στα «αδικήματα κατά του κράτους και του πολιτεύματος», στη νομοθεσία κατά της «τρομοκρατίας». Εδώ μάλιστα έχουμε να κάνουμε με τη σημαντικότερη μετατόπιση του Ποινικού Δικαίου προς τη μεριά της συντηρητικής εκδοχής του, με την τάση εκτόπισης του φιλελεύθερου Δικαίου από το συντηρητικό Δίκαιο  καθώς η αντιτρομοκρατική νομοθεσία βασίζεται στην ταύτιση βούλησης, προπαρασκευαστικής πράξης και παραβατικής πράξης.

Επειδή η «αντιτρομοκρατική νομοθεσία», που τείνει να εγκαθιδρύσει την κυριαρχία

του συντηρητικού πάνω στο φιλελεύθερο Δίκαιο, αναφέρεται σε «αδικήματα κατά του

κράτους», θεωρείται από τους φιλελεύθερους θεωρητικούς του Δικαίου ως η νομοθεσία που «κρατικοποιεί» το Δίκαιο, που εισάγει τον κρατισμό εκεί που προηγουμένως κυριαρχούσε το «Υποκείμενο» και η «κοινωνία των πολιτών». Στην πραγματικότητα η φιλελεύθερη αυτή κριτική δεν κάνει τίποτε άλλο από το να συγκαλύπτει ότι το Δίκαιο ήταν πάντοτε «κρατικοποιημένο», ότι η άλλη όψη του «Υποκειμένου Δικαίου» είναι το καπιταλιστικό κράτος και η κυριαρχία του. Αυτό που κάνει η «αντιτρομοκρατική νομοθεσία» δεν είναι λοιπόν η «υπαγωγή του Δικαίου στο κράτος» και η κατάργηση του «Υποκειμένου» στο όνομα του κρατισμού. Είναι η μετατόπιση της κατηγορίας του Υποκειμένου στα όριά της, στη «βούληση του Υποκειμένου», στην κοινωνική και ιδεολογική πρόθεση του Υποκειμένου και η χρησιμοποίηση αυτής της μετατόπισης για την αναδιοργάνωση ολόκληρου του συστήματος της καταστολής.

Δεν πρόκειται για την εγκατάλειψη του «Υποκειμένου» αλλά για την ακραία κοινωνική του

επικύρωση. Αν σήμερα στην Ευρώπη η κατοχή φιαλιδίων γκαζιού ή βενζίνης μπορεί να είναι

επαρκής απόδειξη ότι κάποιο «Υποκείμενο» είναι «τρομοκράτης» αυτό δεν σημαίνει ότι

ξαφνικά εισήχθη το κράτος στο χώρο του «Υποκειμένου» και της «κοινωνίας των πολιτών». Σημαίνει ότι η εξουσία που μέχρι χθες «έκρινε» το «Υποκείμενο» σύμφωνα με τις πράξεις του, σήμερα το «κρίνει» με βάση ακόμα και τις «προθέσεις» ή τις «ιδέες» του.

Πίσω από τους μετασχηματισμούς αυτούς του Ποινικού Δικαίου δεν κρύβεται έτσι παρά ένας μετασχηματισμός της πολιτικής φάσης της πάλης των τάξεων: Η εισαγωγή της «αντιτρομοκρατικής» νομοθεσίας και ο αντίστοιχος μετασχηματισμός του Ποινικού Δικαίου εντάσσεται σε μια φάση επίθεσης του κεφαλαίου ενάντια στην εργασία, μετά από μια ολόκληρη περίοδο μετασχηματισμού των συσχετισμών προς όφελος των δυνάμεων της εργασίας, ιδίως στο οικονομικό επίπεδο, και τη μείωση του βαθμού εκμετάλλευσης της εργασίας από το κεφάλαιο. Πρόκειται, επομένως, για ένα μετασχηματισμό του Δικαίου που οι ρίζες και οι αιτίες του βρίσκονται πέρα από το Δίκαιο:

στις κοινωνικές και πολιτικές συγκρούσεις.

Η «αντιτρομοκρατική νομοθεσία» δεν αποτελεί αναγκαίο όρο ή προϋπόθεση για την άσκηση της καπιταλιστικής καταστολής. Η εισαγωγή της σηματοδοτεί, απλώς, την ιδιαίτερα δυσμενή αμυντική συγκυρία για το εργατικό και το κοινωνικό κίνημα.

Εδώ έχει σημασία να σημειωθεί ότι η «αντιτρομοκρατική» νομοθεσία δεν προσφέρει μόνο «πλεονεκτήματα» στην εξουσία: Αντίθετα μάλιστα οι δυνατότητές της να νομιμοποιείται ως «ποινική νομοθεσία», ως «μη πολιτικός» τρόπος οργάνωσης της «κοινωνικής άμυνας» απέναντι στο «έγκλημα» είναι εξαιρετικά περιορισμένες. Χωρίς νομιμοποίηση απ’ όλα τα κοινοβουλευτικά κόμματα, χωρίς συντριβή του κοινωνικού κινήματος και της κοινωνικής κριτικής, χωρίς τον ιδεολογικό αφοπλισμό του εργατικού κινήματος, η «αντιτρομοκρατική» νομοθεσία ενδέχεται να καταγραφεί ως αυτό που πραγματικά είναι: πολιτική βία και τρομοκρατία της εξουσίας.

Μπάμπης Νίκας

ΥΓ.

Δύο απόψεις

άποψη (είναι η άποψη που διατυπώνω στο κείμενο)

Η αντιστροφή της αιτιότητας αποτελεί το κύριο χαρακτηριστικό της θεωρητικής πρακτικής του χώρου απέναντι στην καταστολή.

Ενώ, είναι οι συσχετισμοί των ταξικών δυνάμεων που παράγουν την αύξηση ή μείωση της έντασης της καταστολής, ο χώρος καταγγέλει την αύξηση αυτής της έντασης χωρίς να  έχει προηγηθεί η ανάλυση της μεταβολής του συσχετισμού των ταξικών δυνάμεων.

Ενώ, η εργασία υποχωρεί σε όλα τα μέτωπα τής πάλης της ενάντια στο κεφάλαιο, καταγγέλεται  από το χώρο η βαναυσότητα των μηχανισμών καταστολής(μπάτσων, δικαστών κλπ.).

Μα, ακριβώς αυτή η βαναυσότητα των μηχανισμών καταστολής είναι ο τρόπος(όχι ο μοναδικός) που εμφανίζεται (ο «φαινότυπος») η υποχώρηση των δυνάμεων της εργασίας στο πεδίο του ταξικού πολέμου με το κεφάλαιο.

άποψη

Είναι αυθαίρετη-προϊόν φαντασιώσεων- η αιτιακή σχέση μεταξύ των συσχετισμών των ταξικών δυνάμεων και της εντατικοποίσης της κρατικής καταστολής.

Οι κοινωνικές διαδικασίες δεν ακολουθούν ευθύγραμμη τροχιά, δεν παράγουν λογικές συνεπαγωγές μεταξύ αιτίων και αποτελεσμάτων.

Κάθε πολιτική και κοινωνική κίνηση, κάθε πολιτικό και κοινωνικό επεισόδιο φέρνει στο φως τις μόνιμες ή προσωρινές ισορροπίες ή ανισορροπίες, τις αντιστρέψιμες ή μη αντιστρέψιμες διαδικασίες, τις σταθερές ή ασταθείς ρυθμίσεις, τα φαινόμενα που εγκλείουν τάσεις οι οποίες κορυφώνονται και αντιστρέφονται μετά από διηνεκείς συνέχειες, τις κινήσεις συσσώρευσης και τους αργούς κορεσμούς, τα μεγάλα ακίνητα και βουβά υπόβαθρα που η περιπλοκή των παραδοσιακών αφηγήσεων είχε επικαλύψει με ένα παχύ στρώμα συμβάντων…