εγγλεζικος μυθος

“Κάποτε ένα γαϊδούρι έπεσε σε ενα άδειο πηγαδι.  Ο ιδιοκτήτης του γαιδάρου το κοίταγε και σκεφτοταν πώς να το βγαλει. οταν ειδε οτι δε θα τα καταφερνε, αποφάσισε να θάψει το γαϊδουράκι του ζωντανο!   Έτσι, ο αγρότης καλεί τους γείτονές του να ριξουν  χώμα με φτυάρια.

Στην αρχή ο γάιδαρος φοβήθηκε και πανικοβλήθηκε. Μετά απο κάποια στιγμή συνειδητοποιησε ότι αν κουνάει  την πλάτη του το χώμα πεφτει, το έδαφος γινεται υψηλότερο. Συνέχισε να ανακινεί το χωμα και σιγα σιγα το πηγάδι γεμισε.           αφηνουμε στη φαντασία σας το τι εκανε ο γάιδαρος στο γεωργό και τους γείτονές του, όταν βγήκε από το πηγάδι…”

Φορντισμός, μεταφορντισμός και συνδικάτα

Φορντισμός, μεταφορντισμός και συνδικάτα

1.  Φορντισμός

Ο σύγχρονος συνδικαλισμός πρωτοεμφανίζεται τον 19ο αιώνα όταν επικρατεί στη Δύση η Βιομηχανική Επανάσταση και εμπεδώνεται ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής. εμφανίζεται στο προσκήνιο της ιστορίας μόνο όταν ο κύριος όγκος της παραγωγικής εργασίας γίνεται από μισθωτούς εργάτες.Τα συνδικάτα τότε εμφανίζονται ως φορείς που εκπροσωπούν την εργατική τάξη και τη βοηθούν να αρθρώσει αποτελεσματικά διάφορα αιτήματά της, αιτήματα που εκείνη την εποχή, κατά βάση, ήταν η μείωση των ωρών εργασίας και η αύξηση των μισθών. Ως  φορείς που προασπίζονται τα εργατικά συμφέροντα (έστω με αμυντικό τρόπο) έχουν πρόβλημα νομιμοποίησης (θεσμικής και δικαιικής υφής) αφού (την περίοδο του λεγόμενου ανταγωνιστικού καπιταλισμού) αντιμετωπίζονται με τρομερή καχυποψία τόσο από τους μηχανισμούς και το πολιτικό προσωπικό του αστικού κράτους όσο και τους επιχειρηματίες. Ο φόβος αυτός ήταν δικαιολογημένος αφού ο σύγχρονος συνδικαλισμός είναι κάτι τελείως διαφορετικό από τις προκαπιταλιστικές συντεχνίες. Η διαφορά έγκειται στο ότι τα συνδικάτα εντάσσουν στους κόλπους τους μόνο εργαζομένους, ενώ οι προκαπιταλιστικές συντεχνίες όλα τα μέλη που δραστηριοποιούνται σε έναν παραγωγικό κλάδο – ασχέτως αν είναι εργοδότες ή εργαζόμενοι. Εκτός τούτου, τα συνδικάτα, ήδη στα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ού, εμφανίζονται να παίζουν ρόλο και να επηρεάζουν το κομματικό σύστημα των δυτικοευρωπαϊκών χωρών. Συγκεκριμένα, τα συνδικάτα εμφανίζονται να παίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο στη δημιουργία σοσιαλιστικών κομμάτων, με χαρακτηριστικό παράδειγμα το ρόλο των γερμανικών συνδικάτων στην ίδρυση του SPD (πρόγραμμα Γκότα) και κυρίως το ρόλο των αγγλικών συνδικάτων στην ίδρυση του Labour Party. Παρότι πολλές φορές αναφέρθηκαν σε κοινοτιστικές αξίες για να κινητοποιήσουν πληθυσμούς, είναι σαφώς «παιδιά της νεωτερικότητας», νεωτερικοί θεσμοί, που από την αρχή συνδέθηκαν με τις κοινωνικές συγκρούσεις τις οποίες δημιούργησε ο καπιταλισμός (εμφανιζόμενα μάλιστα ως εκπρόσωποι της μιας πλευράς).

Ωστόσο, μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι δυτικές κοινωνίες εισάγονται σε ένα νέο στάδιο εξέλιξης του καπιταλιστικού συστήματος, δηλαδή τον λεγόμενο οργανωμένο καπιταλισμό ή φορντισμό. Σε αυτή τη νέα ιστορική φάση (αντίθετα από το παρελθόν) η δράση των συνδικάτων νομιμοποιείται. Μάλιστα, δεν είναι μόνο ότι η δράση των συνδικάτων νομιμοποιείται, αλλά ότι αναγνωρίζονται απ’ όλο το πολιτικό σύστημα (κράτος, κυβέρνηση, κόμματα – ακόμα και τα δεξιά ) ως οι κατεξοχήν θεσμοί της κοινωνίας που αντιπροσωπεύουν την εργατική τάξη στις διαπραγματεύσεις με τους εργοδότες , υπό την «ουδέτερη»  διαιτησία του κράτους.Οι διαπραγματεύσεις αυτές γίνονταν σε κεντρικό, εθνικό επίπεδο  και κατέληγαν στην υπογραφή εθνικών συλλογικών συμβάσεων εργασίας. Οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας ήταν αποτέλεσμα θεσμοποιημένων συλλογικών διαπραγματεύσεων, ουσιαστικά ενείχαν θέση νόμου και κανείς δεν μπορούσε να παραβιάσει τους όρους τους, που διακανόνιζαν μια σειρά ζητήματα. Η μη παραβίαση των όρων τους εξασφαλιζόταν πρακτικά από το γεγονός ότι οι κυβερνήσεις, ασκώντας κεϋνσιανή δημοσιονομική πολιτική, ρύθμιζαν τις ουσιαστικά «κλειστές»  εθνικές τους οικονομίες.  Αλλά και οι επιχειρηματίες δεν είχαν λόγο να μην δεχτούν τις διευθετήσεις των συλλογικών διαπραγματεύσεων, αφού εξασφάλιζαν την αποδοχή του καπιταλισμού από τους εργαζομένους. Εκείνη την εποχή κάνουν την εμφάνισή τους και οι λεγόμενες κλαδικές συμβάσεις εργασίας  οι οποίες πραγματοποιούνταν, ως επί το πλείστον, υπό τη διαιτησία του κράτους.

Ταυτόχρονα, την περίοδο του φορντισμού, συνέβη και μια άλλη αλλαγή στον τρόπο οργάνωσης των συνδικάτων. Πλέον, ο χώρος των συνδικάτων εμφανίζεται να συγκροτείται, κατά βάση, από έναν περιορισμένο αριθμό μοναδικών, υποχρεωτικών, μη ανταγωνιστικών, λειτουργικά οροθετημένων και ιεραρχημένων συνδικαλιστικών οργανώσεων που διαθέτουν κρατική άδεια. Το προαναφερθέντα μαζί με την ύπαρξη της λεγόμενης τριμερούς συλλογικής διαπραγμάτευσης (η οποία είναι θεσμοθετημένη) αποτελούν στοιχεία κορπορατισμού. Βέβαια, δεν έχουμε σε όλες τις χώρες κορπορατισμό, παρ’ όλ’ αυτά ο κοινωνικός κορπορατισμός αποτελεί, τρόπον τινά, τον «ιδεότυπο» του τι συνέβαινε τη συγκεκριμένη περίοδο. Πολιτικά πάντως τη συγκεκριμένη περίοδο τα συνδικάτα (που σχεδόν πάντα όλα μαζί απαρτίζουν μια εθνική συνομοσπονδία, λ.χ. DGB, TUC) έχουν στενές σχέσεις με τα εργατικά ή τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα της χώρας, στα οποία μάλιστα παίζουν σημαντικό ρόλο αφού διαθέτουν μεγάλη εσωκομματική δύναμη (ακόμη και καταστατικά κατοχυρωμένη(!), π.χ. Labour Party). Βέβαια, όπως τα σοσιαλιστικά κόμματα της εποχής έτσι και τα συνδικάτα  έχουν σε μεγάλο βαθμό απο-ριζοσπαστικοποιηθεί ιδεολογικά. πλέον δεν ζητούν την ανατροπή του καπιταλισμού.

Ωστόσο, όλα τα προηγούμενα βασίζονταν σε έναν συγκεκριμένο τύπο οργάνωσης της επιχείρησης και της οικονομίας, σε μια συγκεκριμένη δομή του εργατικού δυναμικού και σε ένα συγκεκριμένο είδος εργασιακών σχέσεων. Στο φορντισμό έχουμε συγκεντροποίηση του κεφαλαίου και της παραγωγής, η οποία πραγματοποιείται σε μεγάλα εργοστάσια. Σε αυτά τα μεγάλα εργοστάσια παράγονταν, σε μεγάλες ποσότητες, τυποποιημένα προϊόντα τα οποία τα κατασκεύαζαν ημιειδικευμένοι, χειρώνακτες εργάτες και τα σχεδίαζαν ειδικευμένοι τεχνίτες, οι οποίοι μαζί με τους διευθυντές της επιχείρησης αποτελούσαν την ελίτ, τρόπον τινά, της επιχείρησης. Με άλλα λόγια, υπήρχε, στην εποχή της λεγόμενης «μαζικής παραγωγής», ένας σαφής διαχωρισμός μεταξύ χειρωνακτικής και πνευματικής εργασίας, οι χειρώνακτες εργάτες ουδόλως θεωρούσαν ότι η εταιρεία που δούλευαν είναι η «εταιρεία μας».

Τις εργασιακές σχέσεις την εποχή του φορντισμού θα μπορούσε κανείς να αποκαλέσει ανελαστικές. Οι εργασιακές σχέσεις την περίοδο του οργανωμένου καπιταλισμού ήταν ανελαστικές με την έννοια ότι η απόλυση του εργατικού δυναμικού ήταν κάτι πολύ δαπανηρό και δύσκολο για τον επιχειρηματία, αφού το κόστος ήταν μεγάλο επειδή η επιχείρηση έπρεπε να καταβάλει αποζημίωση στους απολυμένους. Εκτός αυτού, ανελαστικές εργασιακές σχέσεις σήμαινε ότι ο εργάτης διέθετε σταθερό ωράριο (οκτάωρο), ότι από την πρώτη στιγμή που προσλαμβανόταν θα έπαιρνε τον οριζόμενο από τη συλλογική σύμβαση εργασίας μίνιμουμ μισθό και θα απολάμβανε και κοινωνική ασφάλιση.

Εντούτοις, αν και τα συνδικάτα την εποχή αυτή διαθέτουν μεγάλη οργανωτική πυκνότητα, οι εργάτες δεν συμμετέχουν το ίδιο ενεργά με το παρελθόν σε αυτά, επειδή έχουν μετατραπεί σε μεγάλες γραφειοκρατίες, με ό,τι συνεπάγεται αυτό για το ρόλο των απλών μελών και τη δύναμη των συνδικαλιστικών ηγεσιών.

Συνοψίζοντας, θα λέγαμε ότι τα συνδικάτα, εκείνη την περίοδο, διέθεταν μεγάλη δύναμη αφού ήταν οι αναγνωρισμένοι, από το κράτος, εκπρόσωποι του ενός «κοινωνικού εταίρου» και κατά συνέπεια συμμετείχαν –ως ένα από τα μέρη της τριμερούς διαπραγμάτευσης– στη διαμόρφωση των όρων της εθνικής συλλογικής σύμβασης εργασίας, και άρα στη διαμόρφωση της κοινωνικής και της οικονομικής, εν πολλοίς, πολιτικής.  Εξάλλου, ενισχυτικό της δύναμης των συνδικάτων είναι η μεγάλη οργανωτική τους πυκνότητα, αλλά και η μεγάλη εσωκομματική δύναμη που διέθεταν στα σοσιαλιστικά κόμματα της εποχής – με επακόλουθο τα συνδικάτα να έχουν σοβαρό λόγο στη διαμόρφωση της πολιτικής τους. Από την άλλη, όμως, ο κοινωνικός κορπορατισμός (και όπου δεν υπήρχε κορπορατισμός, ο εν γένει τύπος δράσης των συνδικάτων και η σχέση τους με το πολιτικό σύστημα) αποτελούσε μια στρατηγική αναπαραγωγής του καπιταλισμού.  Με άλλα λόγια, όλος ο ρομαντισμός της Αριστεράς καθώς και όλοι οι αφορισμοί των νεοφιλελευθέρων αγνοούν ότι η συγκεκριμένη ιστορική περίοδος ήταν η «χρυσή εποχή» του καπιταλισμού.

2.Μεταφορντισμός

Η πετρελαϊκή κρίση του 1973 θεωρείται ορόσημο που σηματοδοτεί τον ερχομό πολιτικών και κοινωνικών αλλαγών στις χώρες τις Δύσης. Ωστόσο, το φαινόμενο εκείνο που διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην αλλαγή του πολιτικού κλίματος γενικά, αλλά και σε σχέση με τα συνδικάτα ειδικά, ήταν η δημοσιονομική κρίση του κράτους. Έτσι, τη δεκαετία του ’70 εμφανίζεται το κράτος –το οποίο έπαιζε μεγάλο ρόλο στην οικονομία– να έχει τεράστια χρέη, αφού τα έξοδά του (σε αντίθεση με τα έσοδα) είναι πολύ μεγάλα. Ταυτόχρονα, κάνει την εμφάνιση του, την ίδια δεκαετία, το φαινόμενο του στασιμοπληθωρισμού, δηλαδή συνυπάρχει ένα μεγάλο ποσοστό ανεργίας με υψηλό πληθωρισμό.

Υπεύθυνο για όλα θεωρήθηκε από τους φιλελευθέρους το υπερβολικά παρεμβατικό στην οικονομία, διογκωμένο και «υπερφορτωμένο» κράτος. Υποστήριξαν ότι πρέπει να ακολουθηθεί μια πολιτική μείωσης του δημόσιου τομέα (ιδιωτικοποιήσεις) και «αποδόμησης» του κράτους πρόνοιας. Επίσης πρότειναν την απορρύθμιση των αγορών αλλά και της αγοράς εργασίας. Ενώ αρχικά η νεοφιλελεύθερη θεώρηση των πραγμάτων είχε απήχηση μόνο σε ακαδημαϊκούς κύκλους, στη συνέχεια έγινε αποδεκτή από το κομματικό σύστημα και τις κυβερνήσεις των δυτικών χωρών. Αυτό είχε μεγάλες συνέπειες για τα συνδικάτα: τα κόμματα και οι κυβερνήσεις, έχοντας αποδεχτεί τη νεοφιλελεύθερη θεώρηση των πραγμάτων, δεν αντιμετωπίζουν, πλέον, τα συνδικάτα ως εκπροσώπους του ενός κοινωνικού εταίρου, τους οποίους πρέπει να σέβονται και με τους οποίους να συνομιλούν αλλά ως συντεχνίες που εμποδίζουν την πραγμάτωση των μεταρρυθμίσεων εκείνων που είναι αναγκαίες για την έξοδο από την οικονομική κρίση. Πρέπει να επισημανθεί ότι η αποδοχή της νεοφιλελεύθερης και αντισυνδικαλιστικής ρητορικής και πρακτικής δεν υιοθετήθηκε απ’ όλα τα κόμματα και τις κυβερνήσεις με τον ίδιο ρυθμό, ούτε εκφράστηκε με την ίδια οξύτητα. Για παράδειγμα τα σοσιαλιστικά κόμματα (αν και όχι πάντοτε…) δεν υιοθέτησαν άμεσα τον όρο «συντεχνίες». Ωστόσο, η τάση που επισημάναμε είναι γενική, τα σοσιαλιστικά κόμματα, έχοντας επηρεαστεί από το νεοφιλελεύθερο ηγεμονικό πολιτικό λόγο, επιδιώκουν να απομακρυνθούν από την (παραδοσιακά μεγάλη) επιρροή των εργατικών συνδικάτων, δηλαδή θέλουν να μειώσουν το ρόλο που παίζουν τα συνδικάτα στο εσωτερικό τους, για να εμφανιστούν ως αξιόπιστοι διαχειριστές της καπιταλιστικής οικονομίας και εγγυητές της διεθνούς ανταγωνιστικότητάς της.  Εξάλλου, και ως κυβέρνηση ακολουθούν μια, νεοφιλελεύθερη στον πυρήνα της, πολιτική που αν δεν συγκρούεται άμεσα, πάντως έμμεσα υπονομεύει τη δύναμη των συνδικάτων. Χαρακτηριστική είναι η πολιτική των σοσιαλιστικών κυβερνήσεων στη Γαλλία (μετά το ’83) και στην Ισπανία τη δεκαετία του ’80.

Ο ιδεότυπος των εξελίξεων είναι η Αγγλία. Αρχικά, με την εκλογή στην ηγεσία του συντηρητικού κόμματος της Θάτσερ (το 1976) επιβάλλεται η νεοφιλελεύθερη ιδεολογία στο εσωτερικό των Tories, νεοφιλελεύθερη ιδεολογία που θα μετατραπεί σε κυβερνητική πολιτική το 1979 (με τη νίκη της Θάτσερ). Έτσι, η αγγλική κυβέρνηση θα ακολουθήσει, στο πλαίσιο της συνολικής της πολιτικής, μια σκληρή γραμμή σύγκρουσης με τα συνδικάτα, τα οποία θα επιχειρήσει να αποδυναμώσει ακόμη και με νομοθετικές παρεμβάσεις, όπως τα περιβόητα μέτρα «εκδημοκρατισμού» των συνδικάτων. Παράλληλα, το Εργατικό Κόμμα ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’80 προσπαθεί (μετά από έντονες εσωκομματικές συγκρούσεις) να απαλλαγεί από την παραδοσιακά και καταστατικά κατοχυρωμένη, ισχυρή επιρροή των (μη δημοφιλών) συνδικάτων. Η διαδικασία αυτή θα ολοκληρωθεί στα μέσα της δεκαετίας του ’90 με την επικράτηση του Τόνι Μπλαιρ. Εξάλλου, την ίδια περίοδο γενικά τα σοσιαλιστικά κόμματα στην Ευρώπη προσπαθούν να απαλλαγούν από την (μεγάλη παραδοσιακά) επιρροή των συνδικάτων για να ασκήσουν (ή αν είναι αντιπολίτευση να πείσουν ότι θα ασκήσουν) μια οικονομική πολιτική που δεν θα οδηγήσει σε οικονομική κρίση και σε μείωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της εθνικής καπιταλιστικής οικονομίας.

Συνοψίζοντας, θα λέγαμε ότι αποτελεί πλέον δομικό χαρακτηριστικό της μεταφορντικής περιόδου η αισθητή αποδυνάμωση του ρόλου και της σημασίας των δυτικοευρωπαϊκών συνδικάτων τόσο στη διαμόρφωση και υλοποίηση της οικονομικής και της κοινωνικής πολιτικής των δυτικοευρωπαϊκών κρατών όσο και στη διαμόρφωση της πολιτικής των δυτικοευρωπαϊκών σοσιαλιστικών κομμάτων. Τέλος, πρέπει να επισημανθεί ότι, όπως στην περίπτωση της Μεγάλης Βρετανίας, η πολιτική Θάτσερ και η αλλαγή του ρόλου των συνδικάτων στο Εργατικό Κόμμα προκάλεσε αντιδράσεις και συγκρούσεις, έτσι και γενικά η αλλαγή της αντιμετώπισης των συνδικάτων από τις κυβερνήσεις και τα κομματικά συστήματα δεν ήταν μια ευθύγραμμη εξέλιξη, αλλά προωθήθηκε μέσα από αντιφάσεις.

3. Συνδικάτα και “αποδιοργανωμένος” καπιταλισμός

Τις τελευταίες τρεις δεκαετίες οι αναπτυγμένοι καπιταλιστικοί κοινωνικοί σχηματισμοί έχουν μετασχηματιστεί ριζικά σε όλα τα επίπεδα. μετά τη δεκαετία του ’70 οι δυτικές κοινωνίες έπαψαν να είναι φορντιστικές και μετατράπηκαν σε μεταφορντικές (ή κοινωνίες του “αποδιοργανωμένου” καπιταλισμού) και το γεγονός αυτό καθιστά αδύνατο να κατανοηθεί η αλλαγή του ρόλου των συνδικάτων χωρίς αναφορά στο συνολικό πλαίσιο αλλαγών που επιφέρει η μετάβαση από το φορντισμό στο μεταφορντισμό.

Το τέλος της πλήρους απασχόλησης είναι μία από τις αλλαγές που συντελούνται κατά τη μεταφορντική περίοδο και επηρεάζουν τα συνδικάτα. Για να έχουμε μια καλύτερη εικόνα των αλλαγών που συντελούνται στο μεταφορντισμό (και τις συνέπειες στα συνδικάτα) πρέπει να δούμε  τις αλλαγές που συντελούνται στις εργασιακές σχέσεις, την αγορά εργασίας και τον τρόπο οργάνωσης της επιχείρησης.

Ως απάντηση στο πρόβλημα της ανεργίας και στο τέλος της πλήρους απασχόλησης της μεταφορντικής περιόδου προτάθηκαν και εφαρμόσθηκαν –νεοφιλελεύθερης έμπνευσης– πολιτικές που στόχο είχαν την ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων και την ευελιξία στην αγορά εργασίας.  Αυτό σημαίνει μια σειρά αλλαγών, όπως συμβάσεις ορισμένου χρόνου, μερική απασχόληση, ελαστικά ωράρια. Οι μεταβολές αυτές συχνά αποτυπώνονται και στη νομοθεσία. Το επιχείρημα υπέρ των αλλαγών αυτών ήταν πως αν ελαστικοποιηθούν οι εργασιακές σχέσεις και υπάρξει ευελιξία στην αγορά εργασίας, οι επιχειρήσεις (αφού δεν θα έχουν υποχρεώσεις όταν προσλαμβάνουν) θα προσλάβουν περισσότερο κόσμο – και άρα θα μειωθεί η ανεργία.  Βέβαια, η πραγματικότητα είναι ότι «ελαστικές εργασιακές σχέσεις» σημαίνει μετατροπή των όρων πώλησης και κατανάλωσης της εργασιακής δύναμης υπέρ του κεφαλαίου.

Όμως, η αλλαγή των εργασιακών σχέσεων σε συνδυασμό με την αλλαγή στον τρόπο οργάνωσης των επιχειρήσεων (just in time production, λιτή παραγωγή) έχει ως αποτέλεσμα την αλλαγή της δομής του εργατικού δυναμικού, κάτι που πλήττει πολλαπλά τα συνδικάτα. Τώρα πλέον δεν βρισκόμαστε στην εποχή του φορντισμού, όταν συγκεντρωμένοι σε μεγάλα εργοστάσια ημιειδικευμένοι χειρώνακτες εργάτες (που παίρνουν εντολές από ένα κεντρικό management, το οποίο λειτουργεί στο πλαίσιο μιας αυστηρά ιεραρχημένης γραφειοκρατίας) κατασκευάζουν σε μαζικές ποσότητες τυποποιημένα προϊόντα που προορίζονται για μαζική κατανάλωση, αλλά στην περίοδο του μεταφορντισμού, όταν υπάρχουν από τη μια οι εργαζόμενοι του πυρήνα, οι οποίοι κατέχουν μια ποικιλία ικανοτήτων που τις χρησιμοποιούν με ευέλικτους τρόπους (και οι σχέσεις τους με το management στοχεύει στη δημιουργική συνεργασία – γενικά νιώθουν ότι η εταιρεία που δουλεύουν είναι εταιρεία «τους»), και από την άλλη οι εργαζόμενοι της περιφέρειας, δηλαδή ανειδίκευτοι εργαζόμενοι μερικής απασχόλησης που μπορούν να εργαστούν μόνο σε χαμηλόμισθες εργασίες – συχνά σε «προσωπικές» εργασίες, που θυμίζουν την προ του φορντισμού περίοδο.  Εξάλλου, στη μεταφορντική περίοδο παράγονται «ευέλικτα» προϊόντα που προορίζονται να πωληθούν σε τμηματικές, κατακερματισμένες αγορές. Εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι μιλάμε απλώς για δυναμικές τάσεις που αλληλεπιδρούν μεταξύ τους, εξάλλου υπάρχουν και υβριδικές καταστάσεις,(π.χ. ο Harvey υποστηρίζει ότι εκτός των δύο ειδών εργαζομένων που προαναφέραμε υπάρχουν και οι εργαζόμενοι του «πρώτου περιφερειακού γκρουπ»). Το γεγονός πάντως είναι ότι τα συνδικάτα έχουν χάσει μεγάλο μέρος από το κατεξοχήν κοινό στο οποίο απευθύνονταν, ενώ συγχρόνως δεν μπορούν να έχουν απήχηση στους εργαζομένους του πυρήνα. Ούτε όμως μπορούν να οργανώσουν ένα κατακερματισμένο και (κυρίως) εξαιρετικά αδύναμο (που, π.χ., μπορεί να απολυθεί οποιαδήποτε στιγμή) εργατικό δυναμικό.Σε καμιά περίπτωση δεν έχει πάψει να υπάρχει η εργατική τάξη.Και σήμερα κυρίαρχη μορφή εργασίας είναι η μισθωτή εργασία, μόνο που είναι κατακερματισμένη και η εκμετάλλευσή της από την αστική τάξη έχει γίνει μεγαλύτερη (σε σημείο που σε τομείς της οικονομίας να έχουμε επιστροφή στην απόλυτη υπεραξία ως την κυρίαρχη διαδικασία αναδιανομής!).

Τις τελευταίες τρεις δεκαετίες, λόγω  της νεοφιλελεύθερης απορρύθμισης του διεθνούς νομισματικού και οικονομικού συστήματος, αλλά και των διακρατικων συμφωνιών (λ.χ. Μάαστριχ), έχει συντελεστεί ένα (μεγαλύτερο από το παρελθόν) άνοιγμα των οικονομικών συνόρων, με την έννοια ότι σήμερα σε αντίθεση με το παρελθόν είναι πολύ πιο εύκολο για το κεφάλαιο να κινείται στον διεθνή χώρο. Επομένως, αυτό που συντελείται σήμερα, και αποτελεί ριζική διαφορά με το φορντικό παρελθόν, είναι η δραστική μείωση της κεντρικής κρατικής ρύθμισης προστατευόμενων εθνικών οικονομιών και αγορών. Με άλλα λόγια, στο μεταφορντισμό οι εθνικές οικονομίες δεν είναι ιδιαίτερα προστατευμένες και  δεν ρυθμίζονται, διαμέσου κεϋνσιανών πολιτικών, από ένα κυβερνητικό/κρατικό management.

Τα παραπάνω  σημαίνουν ότι οι επιχειρήσεις μπορούν ευκολότερα να απομακρύνουν τα κεφάλαια που έχουν επενδύσει σε μια χώρα και να τα μετακινήσουν σε μια άλλη, επίσης σημαίνει ότι οι επιχειρήσεις έχουν πλέον (σε μεγαλύτερο βαθμό απ’ ό,τι στο παρελθόν) τη δυνατότητα να επενδύουν όπου τους προσφέρονται οι καλύτερες, για τις ίδιες, συνθήκες: υψηλότερη παραγωγικότητα της εργασίας, καλύτερες υποδομές, περισσότερο αναπτυγμένο χρηματοπιστωτικό σύστημα, αποδοτικότερες κρατικές υπηρεσίες, εργατικό δυναμικό υψηλής εκπαίδευσης και ειδίκευσης από τη μια και από την άλλη χαμηλό εργατικό κόστος, χαμηλή φορολογία, ελαστική νομοθεσία για περιβαλλοντικά ζητήματα  κ.ο.κ. Ταυτόχρονα, η κάθε επιχείρηση εντάσσεται σε έναν αδυσώπητο διεθνή ανταγωνισμό, χωρίς να ελπίζει σε ισχυρή κρατική προστασία. Άρα η ανάπτυξη και η επιβίωσή της εξαρτάται (ή εμφανίζεται να εξαρτάται) από το αν είναι ανταγωνιστική, δηλαδή από το αν κατορθώσει να κρατήσει σε χαμηλό επίπεδο το κόστος παραγωγής.

Από τη στιγμή που λαμβάνουν χώρα τα προαναφερθέντα, μειώνεται το εύρος της διαπραγματευτικής ικανότητας των συνδικάτων. Πράγματι, τα συνδικάτα δεν μπορούν να προσέρχονται στις συλλογικές διαπραγματεύσεις(που γίνονται στο μεταφορντισμό όλο και περισσότερο στο επίπεδο της μεμονωμένης επιχείρησης και όχι στο εθνικό ή κλαδικό επίπεδο) με «μαξιμαλιστικές» θέσεις, δηλαδή, με θέσεις που δεν λαμβάνουν υπόψη την ανάγκη της επιχείρησης να είναι ανταγωνιστική.  Ο λόγος είναι ότι, σε μια εποχή που το κεφάλαιο μπορεί εύκολα να μετακινηθεί και ο ανταγωνισμός είναι αδυσώπητος, διαμορφώνεται η πεποίθηση ότι μια επιθετική στρατηγική διεκδικήσεων από τα συνδικάτα θα είχε καταστροφικές συνέπειες για την απασχόληση του εργατικού δυναμικού, του οποίου τα συμφέροντα εκπροσωπούν. Το εργατικό δυναμικό σήμερα εμφανίζεται να εξαρτάται πολύ περισσότερο απ’ ό,τι στο παρελθόν από την τύχη της επιχείρησης  (και τις προϋποθέσεις κερδοφορίας της, από τις οποίες εξαρτώνται και οι αποφάσεις της για το πού θα επενδύσει τα κεφάλαιά της), αφού αν μείνει άνεργο δεν θα μπορεί, σε μια εποχή ανεργίας και πάντως όχι πλήρους απασχόλησης, να βρει εύκολα εργασία (ή θα βρει με χειρότερους όρους).

Ένα άλλο γεγονός το οποίο πρέπει να λάβουμε υπόψη είναι ότι οι οργανωτικές δομές των συνδικάτων είναι, στη σημερινή εποχή της “αποκέντρωσης” των συλλογικών διαπραγματεύσεων, «παρωχημένες», με την έννοια ότι είναι κατάλληλες για διαπραγματεύσεις με εθνικές κυβερνήσεις και εθνικές ενώσεις εργοδοτών (για ρύθμιση εθνικών πολιτικών και εθνικών αγορών εργασίας) και όχι για διαπραγματεύσεις με ατομικές επιχειρήσεις.  Αυτό, όμως, έχει ως συνέπεια τα συνδικάτα να είναι πολύ λίγο αποτελεσματικά στις διαπραγματεύσεις «ευέλικτου τύπου», στις οποίες παίρνονται αποφάσεις για κάποια καίρια ζητήματα, όπως οι μισθοί, οι όροι πρόσληψης και απόλυσης εργατικού δυναμικού κ.ά.  (αποφάσεις που παίρνονταν στο φορντισμό μετά από συλλογικές διαπραγματεύσεις σε εθνικό επίπεδο). Άλλωστε, εξαιτίας (και) των προηγουμένων κάνει την εμφάνισή της μια αμφισβήτηση της συλλογικής διαπραγμάτευσης από άλλες μορφές εκπροσώπησης και συμμετοχής του εργατικού δυναμικού. Βέβαια, όντας απαισιόδοξοι, θα λέγαμε ότι ουσιαστικά οι συλλογικές διαπραγματεύσεις, όταν υποκαθίστανται, υποκαθίστανται από ατομικές συμβάσεις εργασίας.

Δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση να αγνοήσουμε το γεγονός ότι οι συλλογικές διαπραγματεύσεις σε επίπεδο ατομικής επιχείρησης (και γενικά οι “αποκεντρωμένες” συλλογικές διαπραγματεύσεις του μεταφορντισμού), σε αντίθεση με τις συλλογικές διαπραγματεύσεις του παρελθόντος [την τριμερή συνεργασία(συνδικάτο-εργοδοσία-κράτος)], δεν είναι θεσμοποιημένες (είναι μάλλον άτυπες) και δεν διαθέτουν κεντρικό ρυθμιστή, δηλαδή δεν παρεμβαίνει το κράτος (που ιστορικά έπαιξε το ρόλο του κεντρικού ρυθμιστή), το οποίο ναι μεν είναι ταξικό αλλά διαθέτει –δομικό στοιχείο του στον καπιταλισμό– “σχετική αυτονομία” και το οποίο από τη στιγμή που έπαιζε ρόλο ως ένα μέρος της τριμερούς συνεργασίας, έθετε ένα ζήτημα πολιτικής, δηλαδή, λάμβανε υπόψη μη αγοραία κριτήρια. Αντίθετα, οι λεγόμενες “αποκεντρωμένες” συλλογικές διαπραγματεύσεις αφήνουν ουσιαστικά όλα τα ζητήματα (μισθοί, ωράριο, δομή της αγοράς εργασίας) να (απο)ρυθμίζονται από την αγορά, δηλαδή τα υποτάσσει στα κριτήρια (ανόδου της) κερδοφορίας της μεμονωμένης επιχείρησης.

Επίλογος

Στον “αποδιοργανωμένο”/μεταφορντικό καπιταλισμό αμφισβητούνται  οι “μεγάλες αφηγήσεις”  και κατ’ επέκταση η δυνατότητα να ιεραρχούνται τα επιμέρους με βάση το “καθολικό”. Έτσι, από τη μια βασικό χαρακτηριστικό της σύγχρονης κοσμοθέασης είναι η αμφισβήτηση όλων των “μεγάλων αφηγήσεων” ενώ από την άλλη το “καθολικό”, θεωρείται ύποπτο για ολοκληρωτισμό. Για τη μεταμοντέρνα προβληματική το μόνο που υπάρχει είναι τα διάφορα επιμέρους  (αιτήματα, κουλτούρα κ.ο.κ.). Έτσι, εν τέλει, θεωρήθηκε από τα υποκείμενα που ζουν στις σύγχρονες κοινωνίες ότι τα συνδικάτα πρέπει να αντιμετωπιστούν ως άλλη μια ομάδα πίεσης που αρθρώνει επιμέρους αιτήματα μειοψηφικών, σε τελευταία ανάλυση, πληθυσμών.  Δεν υπάρχει λόγος να θεωρούνται τα συνδικάτα κάτι παραπάνω από οποιαδήποτε ομάδα πίεσης (να θεωρούνται, π.χ., «κοινωνικός εταίρος»). Αν κάναμε κάτι τέτοιο, σύμφωνα με τη μεταμοντέρνα αντίληψη, θα υποτιμούσαμε τα αιτήματα άλλων ομάδων, θα προβαίναμε σε μια ιεράρχηση απαράδεκτη και εξουσιαστική.

Χαρης  Νικας

ΑΠΟΧΗ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΚΛΟΓΕΣ ΓΙΑ ΤΑ ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΑ ΣΥΜΒΟΥΛΙΑ

ΑΠΟΧΗ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΚΛΟΓΕΣ ΓΙΑ ΤΑ ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΑ ΣΥΜΒΟΥΛΙΑ


Iστορικά,
η καθιέρωση των αιρετών εκπροσώπων των εκπαιδευτικών στο Εκπαιδευτικό Συμβούλιο (όπως ονομαζόταν τότε) έγινε το 1926 με Προεδρικό Διάταγμα, ύστερα από αίτημα της ΔΟΕ (1922: ίδρυση ΔΟΕ, 1924: ίδρυση ΟΛΜΕ). Η παραχώρηση αυτή εντάσσεται στον πρόσκαιρο ριζοσπαστισμό του πολιτικού κλίματος μετά την πτώση της δικτατορίας Πάγκαλου.
Οι αιρετοί λειτούργησαν ως αποφασιστικοί εταίροι στις κυβερνητικές αποφάσεις, αφού η εποχή αυτή σημαδεύεται από το κίνημα του Δημοτικισμού, την εισαγωγή των κομμουνιστικών θεωριών, καθώς και τις προσωπικότητες των Δελμούζου, Γληνού, Τριανταφυλλίδη με τις νέες-ριζοσπαστικές ιδέες τους.

Ιστορικά λοιπόν βλέπουμε ότι οι αιρετοί στα Υ.Σ. δεν ήταν κάποια κατάκτηση του εκπαιδευτικού ή συνδικαλιστικού κινήματος, αλλά παραχώρηση της κυβέρνησης, προκειμένου να περνάει ευκολότερα αυτά που θέλει.

Τα περιφερειακά (ΠΥΣΠΕ-ΠΥΣΔΕ), κεντρικά (ΚΥΣΠΕ-ΚΥΣΔΕ) και ανώτερα (ΑΠΥΣΠΕ-ΑΠΥΣΔΕ) υπηρεσιακά συμβούλια λειτουργούν με 5 μέλη το καθένα, εκ των οποίων οι 2 είναι αιρετοί και οι 3 διορισμένοι της κυβέρνησης. Από τους 2 αιρετούς τις περισσότερες φορές ο ένας είναι της κυβερνώσας παράταξης και ο άλλος της αντιπολίτευσης.


Οι αιρετοί ισχυρίζονται ότι:

  • Συνεργάζονται με την ΟΛΜΕ, ΔΟΕ την συμβουλεύονται και δεσμεύονται από τις αποφάσεις των Γ.Σ. και των Δ.Σ.

  • Υπηρετούν τη διαφάνεια, νομιμότητα, αξιοκρατία και εν γένει τα συμφέροντα των συναδέλφων.

  • Αποκαλύπτουν τις αυθαιρεσίες της διοίκησης, εναντιώνονται σε αυτές και τις καταγγέλλουν στον κλάδο με σκοπό τις συλλογικές αντιδράσεις.

  • Δεν εμπλέκονται σε κομματικές σκοπιμότητες, αλισβερίσια, ρουσφέτια, μηχανορραφίες και δε χρησιμοποιούν τη θέση τους για προσωπική ανέλιξη.

  • Ενημερώνουν τακτικά αλλά και όποτε υπάρχει οποιοδήποτε θέμα τις Γ.Σ. και λογοδοτούν σε αυτές.


Μετά από αυτά, μπορούμε όλοι μαζί να γελάσουμε και να πούμε το επόμενο με τον Τοτό. Τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν τους αιρετούς είναι ακριβώς η άρνηση ΟΛΩΝ των παραπάνω.
Θυμίζουν θλιβερούς βλαχοδήμαρχους περασμένων εποχών. Εκλιπαρούν (γιατί άραγε;) για μια ψήφο, ακόμη και με μηνύματα στα κινητά. Μας χτυπάνε στην πλάτη υποσχόμενοι ότι θα μας εξυπηρετήσουν οποιαδήποτε υπηρεσιακή μεταβολή και αν θέλουμε.

Όσο και αν προσπαθούν να πείσουν ότι η θέση τους βοηθάει στην αποκάλυψη των αυθαιρεσιών, στην ουσία ασκούν διοίκηση. Ακόμη και αυτός ο πλήρως ελεγχόμενος, συμβιβασμένος κομματικός συνδικαλισμός δεν έχει καταφέρει να νομιμοποιήσει στη συνείδηση των εκπαιδευτικών αυτά τα όργανα άσκησης εξουσίας.
Το κίνημα για το οποίο αγωνιζόμαστε, δεν έχει καμία θέση εκεί και το γνωρίζουν όλοι αυτό. Οι εκπαιδευτικοί δεν χρειάζονται κανέναν σε αυτά τα όργανα άσκησης εξουσίας. Γνωρίζουν πολύ καλά τι παίζεται στα υπηρεσιακά συμβούλια.
Τις επιθέσεις, αδικίες, αυθαιρεσίες οι εκπαιδευτικοί ποτέ δεν τις έμαθαν από οποιονδήποτε αιρετό, και ξέρουν να τις αντιμετωπίζουν μέσα από τα συλλογικά τους όργανα, που είναι οι σύλλογοι καθηγητών ή δασκάλων, οι γενικές συνελεύσεις, οι επιτροπές αγώνα.

Τα όργανα αυτά ως μόνο στόχο έχουν να υλοποιούν το πρόγραμμα του υπουργείου και της κυβέρνησης. Για να περάσουν όμως το οτιδήποτε χρειάζονται χειραγωγημένοι και ελεγχόμενοι εκπαιδευτικοί. Εδώ ακριβώς μπαίνει ο πραγματικός ρόλος των αιρετών, που καταφέρνουν αυτό μέσω των πελατειακών σχέσεων, των ρουσφετιών, ή των δήθεν ρουσφετιών αν κάποια αιτήματα είναι δίκαια.
Οι αιρετοί είναι πάντα ταυτισμένοι με τα διορισμένα μέλη των Υπηρεσιακών Συμβουλίων, δρουν συμπληρωματικά της διοίκησης, έχουν αναλάβει ενεργό ρόλο στην αξιολόγηση των εκπαιδευτικών. Επιπλέον τα καθήκοντά τους είναι και πειθαρχικά, αφού οφείλουν να γνωμοδοτούν για τη μετάταξη ή απόλυση όποιου εκπαιδευτικού κριθεί δις “μη προακτέος”


Ενώ λοιπόν ο χαρακτήρας αυτών των οργάνων καταγγέλλεται από όλες τις αριστερές δυνάμεις, οι περισσότερες συμμετέχουν και νομιμοποιούν τη δράση των υπηρεσιακών συμβουλίων. Ο κόσμος της εκπαίδευσης και της εργασίας γενικότερα χτυπιέται και αυτοί έχουν βγει στο σεργιάνι για ψήφους (χωρίς όμως ψευδαισθήσεις όπως λένε και οι Παρεμβάσεις).


Τι να πρωτοθυμηθούμε από τη δράση τους. Ενδεικτικά θα αναφέρουμε το εξής τραγελαφικό:
Στις προηγούμενες κρίσεις διευθυντών σχολείων το 2007 (αγνοώντας επιδεικτικά τις αποφάσεις των ΕΛΜΕ για μη συμμετοχή) υπήρχαν αιρετοί σε αρκετά ΠΥΣΔΕ οι οποίοι ενώ ήταν υποψήφιοι διευθυντές, ταυτόχρονα βαθμολογούσαν στην προφορική συνέντευξη τους εαυτούς τους.
Κάποιοι βέβαια εντελώς υποκριτικά για να τηρήσουν τη δήθεν διαφάνεια, δεν απέσυραν την υποψηφιότητά τους από διευθυντές, αλλά στη διαδικασία της βαθμολόγησης, αξιολογούσαν όλους τους υπόλοιπους και μόλις ήταν η σειρά τους να αξιολογηθούν από το ΠΥΣΔΕ έβαζαν τον αναπληρωτή αιρετό να το κάνει.
Στις αποφάσεις των Γενικών Συνελεύσεων, των ΕΛΜΕ, της ΟΛΜΕ ώστε αφενός να παραιτηθούν από τη θέση του αιρετού όσοι θέλουν να είναι υποψήφιοι διευθυντές και αφετέρου να αρνηθούν να αξιολογήσουν συναδέλφους τους, οι περισσότεροι όχι μόνο δεν το έκαναν αλλά έγραψαν κανονικά αυτές τις αποφάσεις των συλλογικών οργάνων.

Αψηφήστε τους
Οι αριστεροδεξιοί βαρώνοι της ιεραρχημένης κομματικής επιβολής καμία σχέση δεν έχουν με την εξυπηρέτηση των πραγματικών συμφερόντων των εργαζόμενων εκπαιδευτικών και μη παρά με την διαιώνιση του καθεστώτος της πιο γλοιώδους και ιδιοτελούς εξουσίας τους. Ποσώς ενδιαφέρονται για τα παιδιά και τα σχολεία.

Δεν ντρέπονται τις μέρες που αναμένεται το β’ κύμα περικοπών του μνημονίου, να μας ζητάνε εμπιστοσύνη και άλλα τέτοια ευτράπελα.


Στους μόνους που μπορούμε να εκφράσουμε εμπιστοσύνη είναι στους ίδιους μας τους εαυτούς τους εκπαιδευτικούς και από τα κάτω να ανατρέψουμε τον χειμώνα του άγριου καπιταλισμού.
Με ελεύθερα και ανθρώπινα σχολεία και ένα καλύτερο αύριο για μαθητές και καθηγητές, πέρα – έξω και ενάντια στο γραφειοκρατικό πανηγύρι της ήττας και της υποταγής, δήθεν με το λιγότερο κόστος.


Ψήφος στο πανηγύρι αυτό σημαίνει νομιμοποίηση των περικοπών στους μισθούς μας και στις συντάξεις στην κατάργηση του εφάπαξ και των επιδομάτων, αυτών που ήδη κόπηκαν καθώς και αυτών που θα κοπούν.


Αποχή από τις εκλογές για τα Υπηρεσιακά Συμβούλια


Αυτοοργάνωση – Αντίσταση – Αλληλεγγύη

Οκτώβρης 2010




Πρωτοβουλία για την αυτοοργάνωση στην εκπαίδευση

ekpaideysi.espivblogs.net

Τα ελεύθερα σχολεία Waldorf: η πρόταση του R. Steiner

1. Σχολεία Συναισθηματικής ανάπτυξης

2.  Τα ελεύθερα σχολεία Waldorf: η πρόταση του R. Steiner

Χριστούγεννα του 2001 ήμουν φιλοξενούμενος στο Aachen, πρωτεύουσα του Καρλομάγνου, πολύ κοντά στα σύνορα Γαλλίας, Γερμανίας, Βελγίου, Ολλανδίας. Χρόνια τώρα, οι φίλοι που μας φιλοξενούσαν, μιλούσαν περήφανα για το σχολείο που μαζί με άλλους γονείς είχαν ιδρύσει. Ποτέ δεν είχα δώσει ιδιαίτερη σημασία. Αυτή τη φορά όμως δεν μπόρεσα να αποφύγω μια επίσκεψη στους χώρους του άδειου λόγω των εορτών σχολείου.

Το σχολείο Waldorf στο Aachen

Κοίταζα από το παράθυρο του αυτοκινήτου το παγωμένο πάρκο που διασχίζαμε. Σκεφτόμουν πόσο βαριόμουν την επίσκεψη ετούτη σ΄ ένα άδειο σχολείο. Θα προτιμούσα ένα ζεστό καφέ στην πλατεία, να κοιτώ τους περαστικούς, μια μπύρα κοντά στον καθεδρικό ναό, ή έστω να χαζεύω τις χριστουγεννιάτικες βιτρίνες με τα χιλιάδες λιμπιστά μπιχλιμπίδια. Δεν πρόλαβα να γίνω αγενής και να γκρινιάξω, το αυτοκίνητο φρέναρε, παρκάραμε κι οι πόρτες άνοιξαν μπάζοντας παγωμένο αγιάζι. Φτάσαμε. Ήμασταν δίπλα στο πάρκο. Φόρεσα γάντια, σκούφο και βγήκα.

Εντυπωσιακό! Το προαύλιο δεν έχει κάγκελα, φυσική του προέκταση ήταν το πάρκο. Καθώς βαδίζαμε συναντούσαμε διάφορες κατασκευές. Ένα πλινθόκτιστο φούρνο, ένα πλακόστρωτο με αμφιθεατρική πεζούλα, ένα παχνί με πρόβατα, ένα μπαξέ με καλλιέργειες και άλλα. Μου εξηγήσανε ότι οι τελειόφοιτοι αν θέλουν μπορούν να αποφασίσουν την κατασκευή ενός έργου που θα μείνει στο σχολείο. Όλα τα έργα αυτά, ομαδικές εργασίες που έχουν αποφασιστεί σχεδιαστεί και κατασκευαστεί από τους ίδιους τους μαθητές, στέκουν στο προαύλιο και εξυπηρετούν διάφορες δραστηριότητες.

Καλλιέργεια του μπαξέ Κατασκευή πεζουλιού για το προαύλιο

Η καλλιέργεια του μπαξέ είναι μέρος του σχολικού προγράμματος. Απόρησα. Είναι τεχνικό το σχολείο αυτό; Η απάντηση ήταν καθαρή: Όχι δεν είναι τεχνικό σχολείο, ούτε σχολείο εργασίας. Είναι σχολείο με παιδαγωγική πρακτική που σύστησε ο Rudolf Steiner στο σχολείο που ο κύριος μέτοχος της καπνοβιομηχανίας Waldorf Astoria, Δρ. Μόλτ ίδρυσε για τους εργαζόμενους του εργοστασίου της Στουτγάρδης το 1918. Όλους του εργαζόμενους και τους εργάτες και τους διευθυντές! Τα πρόβατα εντάχθηκαν κι αυτά στις σχολικές δραστηριότητες. Οι πρώτες τάξεις τα ταΐζουν, οι μεγαλύτερες τάξεις φροντίζουν για την καθαριότητα και την υγιεινή τους. Κάποια τάξη τα κουρεύει, σε μεγαλύτερη τάξη μαθαίνουν να χρωματίζουν και να γνέθουν το μαλλί. Κάθε τελειόφοιτος έχει σπίτι του ένα κομμάτι υφαντό που το έχει γνέσει, χρωματίσει, υφάνει ο ίδιος.

Εσωτερικοί χώροι του σχολείου του Aachen

Φτάσαμε στο κεντρικό κτήριο. Ιδιόρυθμη αρχιτεκτονική χωρίς ορθές γωνίες, αρχικά δεν ενθουσιάστηκα. Μπαίνοντας μου εξήγησαν πως η αρχιτεκτονική αυτή ήταν πρόταση του Ρούντολφ Σταίνερ. Ονομάζεται οργανική αρχιτεκτονική και αντιμετωπίζει το κτίριο σαν έναν οργανισμό που αλληλεπιδρά με το περιβάλλον και τους ανθρώπους. Φροντίζει π.χ να έχουν όλες οι αίθουσες φυσικό φωτισμό που επαρκεί γιά το μάθημα. Στο εσωτερικό οι τοίχοι είναι βαμμένοι με λαζούρες και η διαφάνεια του χρώματος δίνει την αίσθηση του μη συγκεκριμένου. Ο διάδρομος είναι πολύπλοκος σαν λαβύρινθος. Ένιωθα χαμένος καθώς είχα συνηθίσει στους ευθείς διαδρόμους με τις πόρτες δεξιά και αριστερά. Μου εξηγήσανε ότι γρήγορα ο μαθητής εξοικειώνεται. Σκέφτηκα ότι ίσως έτσι δέχεται το μήνυμα ότι η ζωή είναι μια εξερεύνηση με την οποία αποκτά την εσωτερική βεβαιότητα ότι θα εξοικειωθεί.

Στο χώρο υπήρχανε μόνο φυσικά υλικά. Ακόμη και τα χρώματα, μου εξήγησαν, είναι από ανόργανα υλικά και φυτικά σκευάσματα. Δε χρησιμοποιείται πουθενά πλαστικό. Συμπέρανα ότι στόχος του σχολείου είναι τα παιδιά να αποκτούν κάποιου είδους οικολογική συνείδηση. Φαντάστηκα ότι είναι ένα είδος σχολείου που έχει υποστηριχτεί από τους πράσινους-εναλλακτικούς. Αργότερα, μελετώντας τις παιδαγωγικές αρχές που έθεσε ο Στάϊνερ για τα ελεύθερα σχολεία Waldorf θα διαπίστωνα ότι κατ’ ουσία η εκπαίδευση αυτή έφτανε πολύ βαθύτερα από όσο μπορούσα να φανταστώ.

Η τετάρτη τάξη Εσωτερικός παιδικός σταθμός Η τρίτη

τάξη

Κάποια στιγμή φτάσαμε στην πόρτα της πρώτης τάξης. Ρώτησα, πως είναι δυνατόν σε ένα σχολείο να είναι οι τάξεις, όλων των βαθμίδων στον ίδιο χώρο. Η απάντηση ήταν απλή και αποστομωτική. Στο σχολείο αυτό δεν υποθάλπεται κανενός είδους διάκριση, ούτε για λόγους ηλικίας ή φύλου, ούτε για λόγους χρώματος, θρησκείας ή εθνικότητας αλλά ούτε και για λόγους επιδόσεων ή ικανοτήτων. Τα πιο ικανά παιδιά αναλαμβάνουν μεγαλύτερες ευθύνες. Την πρώτη μέρα του σχολείου, τα μεγαλύτερα υποδέχονται τα μικρά και κρατώντας τα από το χέρι τα ξεναγούν σε όλους τους χώρους και εξηγούν τη λειτουργία του. Όλη τη χρονιά οι μεγάλοι μαθητές έχουν κάποια ευθύνη για τους μικρότερους.

Μπήκαμε στην τάξη. Το θέαμα ήταν εκπληκτικό. Ούτε στα καλύτερά μου όνειρα δεν μπορούσα να φανταστώ μια τέτοια τάξη. Δεν ήταν μόνο το φως και τα χρώματα, αλλά και η μυρουδιά, η αίσθηση του χώρου. Στον πίνακα υπήρχε ζωγραφισμένη με χρωματιστές κιμωλίες μια πολύ όμορφη χριστουγεννιάτικη ζωγραφιά από το δάσκαλο για τους μαθητές. Λίγο πιο δίπλα σε ένα τραπέζι όμορφα στολισμένο, μια σύνθεση με ξύλα φρούτα λουλούδια και φυτά εποχής. Ο δάσκαλος μου είπανε, περιμένει τα παιδιά στην πόρτα και τα καλημερίζει ένα ένα με την έναρξη της σχολικής μέρας.

Η τάξη ευωδίαζε από τη μυρωδιά των φυσικών υλικών από τα οποία ήταν κατασκευασμένη. Ξύλινα θρανία κερωμένα με κερί μέλισσας. Πάτωμα από πλακάκια λινελαίου, τοίχοι με λαζούρες με βάση το κερί της μέλισσας. Κυρίαρχο χρώμα το ροζ. Κάνει τα μικρά να νιώθουν ασφάλεια και θαλπωρή. Καθώς οι τάξεις μεγαλώνουν το χρώμα τους ψυχραίνει μια και η παιδική ψυχή, καθώς εξελίσσεται, χρειάζεται διαφορετική χρωματική επιρροή για να συντονιστεί με τις εκπαιδευτικές δραστηριότητες της ηλικίας. Μπαίνοντας στις υπόλοιπες τάξεις διαδοχικών βαθμίδων, αυτά που μου φαινονταν ιδιόρρυθμα και “οικολογικό-πολυτελή” μεταμορφώθηκαν σε αυτονόητα. Αυτό που έβλεπα μπροστά μου δεν ήταν η αντιστοιχία της οικονομικής διαφοράς Γερμανίας, Ελλάδας καθρεφτισμένη στην υλική υποδομή της εκπαίδευσης. Ήταν κάτι άλλο που ξεπέρναγε το υλικό, όμως το διαμόρφωνε μέσα από μια τελείως διαφορετική προσέγγιση της εκπαίδευσης.

Η διαπίστωση ότι υπάρχει ένα τέτοιο σχολείο βούρκωσε τα μάτια μου. Συνειδητοποίησα ότι σε τέτοιο περιβάλλον έχουν δικαίωμα να βρίσκονται όλα τα παιδιά του κόσμου. Ένιωθα ότι θα ήθελα πολύ να διδάξω σε αυτό το σχολείο κι αν ήμουν μαθητής εδώ τα παιδικά μου χρόνια θα ήταν πιο ευτυχισμένα, θα είχαν τη δύναμη να με στηρίζουν ακόμη.

Γλυπτό σχολικού εργαστηρίου Το εργαστήρι ζωγραφικής

Συνεχίσαμε την ξενάγηση φτάνοντας στις αίθουσες των καλλιτεχνικών μαθήματων. Καινούρια αποκάλυψη. Είδαμε με τα μάτια μας το βάρος της εκπαιδευτικής δραστηριότητας στα καλλιτεχνικά. Η καλλιτεχνική φύση υπάρχει σε κάθε άνθρωπο. Είναι γνωστό ότι οι τέχνες ωθούν την εκδήλωση πολλών παράπλευρων πτυχών της ανθρώπινης οντότητας. Μάρτυρες βουβοί αυτής της πραγματικότητας στέκονται τα έργα των μαθητών στις αίθουσες των καλλιτεχνικών. Έργα ζωγραφικά, γλυπτά σε ξύλο, πηλό ή άλλα υλικά αποδεικνύουν ότι οι μαθητές στο σχολείο αυτό εργάζονται σοβαρά και με έμπνευση.

Θυμήθηκα τα έργα που διακοσμούν τους διαδρόμους του σχολείου και στέκονται ζωντανά παραδείγματα μιας συλλογικής εξέλιξης της καλλιέργειας των μαθητών. Μας εξηγήσανε ότι από τις πρώτες τάξεις του δημοτικού, το κίνητρο για μάθηση και η θέληση ενδυναμώνονται μέσω της τέχνης. Οι μαθητές βιώνουν την αριθμητική χτυπώντας τα πόδια τους στη γη σε ομαδικά παιδικά παιχνίδια που έχουν βάση τους ρυθμούς. Μετράνε τα βήματά τους πάνω στον ίαμβο, τον ανάπαιστο κ.λπ. Ο ρυθμός του ποιητικού λόγου γίνεται πράξη αριθμητική. Η προπαίδεια έχει ήδη αναπτυχθεί μέσα τους πριν ακόμη γίνει διδασκαλία στον πίνακα. Θυμήθηκα πόσο πολύ είχα ταλαιπωρηθεί για να μάθω απέξω δίχως πραγματικό αντέρεισμα την στείρα προπαίδεια.

Με αυτό τον τρόπο, μου εξήγησαν, το “τελετουργικό” βάδισμα, η τέχνη και η επιστήμη ξαναβρίσκουν μέσα στην παιδική ψυχή την πρωταρχική ενότητα. Η ανθρωπότητα στην αυγή του πολιτισμού δε διαχώριζε τέχνη, θρησκεία και επιστήμη. Η παγκόσμια ανθρώπινη μνήμη γίνεται το θεμέλιο, η διαδρομή που ο μαθητής ξαναδιανύει για να προσεγγίσει με σεβασμό και λατρεία τη γνώση.

Φτάσαμε στο αμφιθέατρο της φυσικής. Το πρόγραμμα του σχολείου είναι διαμορφωμένο έτσι, ώστε η φυσική να διδάσκεται εδώ. Τα φαινόμενα επιδεικνύονται απαραίτητα με πειράματα στα παιδιά. Οι φυσικές επιστήμες ξεκίνησαν από την παρατήρηση και το πείραμα. Είναι πολύ στραβό να διδάσκεται η φυσική και η χημεία δίχως το πείραμα. Έτσι αποκόπτεται η νοητική λειτουργία από τη φύση, με αποτέλεσμα η λογική να παίρνει την εξουσία της νόησης και οδηγεί σε θεωρίες που γεννιούνται ξεκομμένες από τα φαινόμενα.

Στάση ευρυθμίας από μαθήτρια Ευρυθμία σε παιδικό σταθμό

Ανοίγοντας μια μια τις αίθουσες φτάσαμε στην αίθουσα της ευρυθμίας. Ήταν κάτι σαν αίθουσα μπαλέτου. Η ευρυθμία, μας εξήγησαν, είναι η τέχνη του ορατού λόγου και της ορατής μουσικής. Οι ήχοι της αλφάβητου, οι φθόγγοι της μουσικής μπορούν να αναπαρασταθούν με αντίστοιχες κινήσεις. Κάθε γράμμα κάθε ήχος έχει μια αξία που είναι ψυχικά και πνευματικά αντιληπτή. Αυτή την σημασία μπορεί το ανθρώπινο σώμα να την εκφράσει και κινητικά. Στάσεις και κινήσεις του σώματος εξωτερικεύουν με οπτικό τρόπο τις αξίες αυτές. Τέτοια κινητική δραστηριότητα μπορεί να εκφραστεί καλλιτεχνικά με μια τέχνη θα μπορούσε να πει κανείς ότι μοιάζει με χοροθέατρο. Μπορεί επίσης να λειτουργήσει θεραπευτικά, να βελτιώσει την συγκέντρωση, τη θέληση, την ισορροπία, την προσοχή, τον λόγο και άλλα. Χρησιμοποιείται εκπαιδευτικά, καθότι αναπτύσσει ποιότητες εσωτερικές που εναρμονίζουν τα πνευματικά, ψυχικά και υλικά συστατικά στοιχεία του ανθρώπου, με αποτέλεσμα την ωφέλεια στην εκπαιδευτική δράση.

Φτάσαμε στην πόρτα του εργαστηριού τεχνολογίας. Μπαίνοντας μέσα αντικρίσαμε και πάλι ένα θέαμα αναπάντεχο. Βαρέλια με χαρτοπολτό, χαρτιά κρεμασμένα για στέγνωμα από ανακύκλωση που είχαν κάνει οι μαθητές. Βάζα με χρώματα από ορυκτά και φυσικά υλικά συλλεγμένα και επεξεργασμένα από τους μαθητές. Αργαλειοί με υφαντά που ύφαιναν οι μαθητές. Λεκάνες χρωματισμού του μαλλιού που γνεθόταν από τους μαθητές. Σφυριά και αμόνια για σφυρηλάτηση χαλκού και άλλων μετάλλων. Καμίνι κεραμικής. Όλες αυτές και άλλες τεχνικές δραστηριότητες είναι ο θεμέλιος λίθος της τεχνολογίας. Η μηχανική και η χημεία στηρίζονται σε αυτά. Είναι θεμελιώδες ο μαθητής να καταπιαστεί πρακτικά με τέτοια ζητήματα, γιατί τότε οποιοδήποτε τεχνικό πρόβλημα όσο σύνθετο κι αν φαίνεται βρίσκει ένα ήδη απαντημένο αντίκρισμα μέσα του. Όλη η ιστορική-τεχνολογική γνώση του ανθρώπου γίνεται κτήμα του μαθητή έμπρακτα, με τα χέρια και το νου, όχι μόνο με τα μάτια από κάποιο ντοκιμαντέρ ή μια εγκυκλοπαίδεια. Επιπλέον, τα υλικά που προκύπτουν από τέτοιες τεχνολογικές δραστηριότητες, περιέχουν υψηλή αισθητική ποιότητα, προάγουν οικολογική και περιβαλλοντική συνείδηση.

Εργαστήρι χαλκοτεχνίας Από την έκτη τάξη γυμνα

στηριο

Προχωρώντας στους διαδρόμους του σχολείου η αρχιτεκτονική του, οι χρωματισμοί του η διακόσμηση και αισθητική του είχαν αρχίσει να μου αποκαλύπτουν ένα εκπαιδευτικό σύστημα που η φιλοσοφία του είχε πολύ μεγαλύτερο βάθος από έναν απλό οικολογικό προσανατολισμό. Φτάσαμε στο κυλικείο. Ξανά μια αποκάλυψη να επισημάνει το αυτονόητο, θαμμένο στη συνήθεια που μουδιάζει συχνά κάθε δημιουργική μας δραστηριότητα. Το κυλικείο και τα προϊόντα που προσφέρει είναι δραστηριότητα γονέων. Σχολική επιτροπή από γονείς ετοιμάζει τα προϊόντα του κυλικείου. Όλα τα τρόφιμα και οι λιχουδιές είναι σπιτικά. Διαδοχικά γονείς ετοιμάζουν τα σνακ και τα κολατσιά. Απουσιάζουν τροφές ανθυγιεινές, αμφίβολης διατροφικής αξίας. Προτιμούνται τα βιολογικά προϊόντα, το αλεύρι ολικής αλέσεως, το μέλι αντί της ζάχαρης κ.λπ. Τότε μου αποκάλυψαν ότι όλες σχεδόν οι εργασίες συντήρησης γίνονται από τους ίδιους τους γονείς. Το καθάρισμα, εργασίες επέκτασης, χτισίματα, ξυλουργικές επεμβάσεις και πολλά άλλα γίνονται από τους ίδιους τους γονείς. Η ίδια η διοίκηση του σχολείου γίνεται από τους γονείς και τους δασκάλους! Δεν υπάρχει διευθυντής με την έννοια που γνωρίζουμε από τα άλλα σχολεία, αλλά το σχολείο διοικείται από επιτροπή γονέων, δασκάλων και καθηγητών που παίρνει τις αποφάσεις ομόφωνα!

Αναρωτήθηκα για την οικονομική διαχείριση του σχολείου. Μου εξήγησαν ότι τα ελεύθερα σχολεία Waldorf είναι αυτοχρηματοδοτούμενα, αυτόνομα, ελεύθερα σχολεία. Βέβαια το εκπαιδευτικό αυτό σύστημα έχει κρατική αποδοχή από το γερμανικό κράτος και λαμβάνει κρατική επιχορήγηση, όπως κάθε άλλο σχολείο της Γερμανίας. Οι επιπλέον δραστηριότητες που δεν καλύπτονται από το γερμανικό δημόσιο γίνονται με οικονομική ευθύνη του συλλόγου γονέων και καθηγητών που διοικεί το σχολείο. Στο συγκεκριμένο σχολείο κάθε μαθητής πληρώνει δίδακτρα για τις ανάγκες του σχολείου αποκλειστικά. Κανένας δε βγάζει κέρδος! Το σχολείο είναι ελεύθερο και δεν ανήκει σε κανένα ιδιώτη επιχειρηματία! Το εκπληκτικό δε είναι ότι κανένας μαθητής δεν αποκλείεται από το σχολείο αυτό για οικονομικούς λόγους. Αν κάποιος μαθητής επιθυμεί το σχολείο αυτό, και δεν μπορεί αποδεδειγμένα να καλύψει τα δίδακτρά του, όλη η σχολική κοινότητα αναλαμβάνει το χρέος του. Ουσιαστικά κάθε μαθητής πληρώνει δίδακτρα, αλλά ανάλογα με τις δυνατότητές του. Μια σχολική επιτροπή αναλαμβάνει να εξετάζει κάθε περίπτωση χωριστά. Όλες αυτές οι πληροφορίες μου γέννησαν πλήθος ερωτηματικά, αλλά φαίνεται πως οι υπεύθυνοι των σχολείων (για παράδειγμα το σχολείο Waldorf στο Σάλτσμπουργκ), έχουν βρει τους τρόπους για να καθορίζουν τα μηνιαία δίδακτρα κάθε παιδιού. Κάθε σχολείο -όπως είναι φυσικό- δημιουργεί τις δικές του μεθόδους για τέτοια ζητήματα.

Αναρωτήθηκα, αν θα μπορούσε να στέκει ένα τέτοιο σχολείο σε οποιοδήποτε άλλο μέρος του κόσμου, εκτός από την κεντρική και βόρεια Ευρώπη. Ειδικά αν θα μπορούσε να υπάρξει στην Ελλάδα με δεδομένο το ελληνικό ταμπεραμέντο. Μου εξήγησαν, τέτοια σχολεία υπάρχουν παντού σε όλον τον κόσμο και προσαρμόζονται με τις τοπικές ιδιαιτερότητες. Κανένα ελεύθερο σχολείο Waldorf, δεν είναι ίδιο με κάποιο άλλο. Το κάθε ένα έχει το χαρακτήρα του την αισθητική του, το ύφος του γενικότερα. Ο τίτλος τους “ελεύθερα σχολεία” δεν είναι καθόλου τυχαίος, αλλά προκύπτει από το γενικό εκπαιδευτικό στόχο να δημιουργήσουν ελεύθερους ανθρώπους, χρήσιμους για την κοινωνία και τον εαυτό τους.

Όπως τα όρια του προαύλιου δεν είναι συγκεκριμένα, έτσι και η δραστηριότητα του σχολείου δεν περιορίζεται στο σχολικό περιβάλλον, αλλά συνυφαίνεται με όλη την τοπική κοινωνία. Οι γιορτές, στις οποίες δίνεται ιδιαίτερη σημασία, προσδιορίζουν το ρυθμό του έτους. Δεν είναι σχολικές με τη συνηθισμένη έννοια, αλλά είναι γιορτές με δραστηριότητες ανοιχτές για όλους τους ανθρώπους της τοπικής κοινωνίας. Το σχολείο εισπνέει και εκπνέει προς την κοινωνία.

Όσο περισσότερα μου λέγανε τόσο πιο πολύ βυθιζόμουν στις σκέψεις μου και χανόμουν από το περιβάλλον. Όλες αυτές οι πληροφορίες ήταν πάρα πολλές και πυκνές για να τις συλλάβω μονομιάς. Έφυγα από το Aachen κουβαλώντας μέσα μου το σπόρο αυτής της αποκάλυψης. Τέτοια σχολεία Waldorf όλων των βαθμίδων ιδρύονται από γονείς σε όλον τον κόσμο. Οι δυσκολίες είναι μεγάλες, αναμφισβήτητα, αλλά η θέλησή των ανθρώπων έχει ιδρύσει ελεύθερα σχολεία από το Νεπάλ ως τη Ρωσία, από την Αίγυπτο μέχρι την Εσθονία, από τη Γαλλία μέχρι την Αυστραλία και την Αμερική. Όλοι αυτοί τα κατάφεραν! Τα σχολεία αυτά στον κόσμο μετράνε ίσως χιλιάδες, εμείς γιατί όχι;

“Ο υψηλότερος μας μόχθος είναι να αναπτύξουμε ελεύθερες ανθρώπινες υπάρξεις που να είναι αφεαυτού ικανές να δώσουν έναν προσανατολισμό, να διδάξουν ένα σκοπό στις ζωές τους” – Rudolf Steiner

Αυτή ίσως να είναι η πιο περιεκτική φράση που περιγράφει το στόχο των σχολείων Waldorf που ίδρυσε ο Rudolf Steiner και στηρίζονται στη βαθιά κατανόηση του ανθρώπου μέσα από την ανθρωποσοφία. Ξετυλίγοντας το μίτο για να γνωρίσει κανείς τις φιλοσοφικές και εκπαιδευτικές απαρχές των σχολείων αυτών βρίσκεται μπροστά στην αίθουσα των θησαυρών της ανθρώπινης γνώσης. Πρόταση βαθιάς κατανόησης της ζωής η ανθρωποσοφία θέτει ερευνητικά ζητήματα για την κοινωνία, την ιατρική, τη γεωργία, την τέχνη, την επιστήμη, την εκπαίδευση. Είμαι βέβαιος πως οι απαντήσεις που βρίσκει ο αναζητητής της αλήθειας στην προσέγγιση αυτή δίνουν λύσεις για τα δεινά της ανθρωπότητας, για τον προορισμό της και προτείνουν μια εφικτή αντανάκλαση της “ουτοπίας” της κατανόησης, της αγάπης, της ειρήνης και της ελευθερίας.

Σχολείο Waldorf στην Ελλάδα ακόμη δεν υπάρχει, μα μου φαίνεται πως αξίζει ο κόπος να στηθεί, ειδικά τώρα που ο διάλογος για την παιδεία μπορεί να είναι γόνιμος, να γεννά την αυριανή Ελλάδα που ξανά αγκαλιάζει δημιουργικά τα προγονικά της αρχέτυπα και εκπέμπει το μήνυμα της ειρήνης, της αγάπης και της αδελφοσύνης στον κόσμο. Της Ελλάδας που -πιστή στις πνευματικές της αρχές- τους ξαναδίνει την ξεχασμένη αξία.

Βιβλιογραφία

Steiner, R., Philosophie der Freicheit, Dornach, Scheiz: Rudolf Steiner Verlag
Steiner, R., Eurythmie als sichtbare Sprache, bibliographie nr GA 279. Dornach, Scheiz: Rudolf Steiner Verlag, 1968.
Στάινερ, Ρ., Η αγωγή του παιδιού σύμφωνα με την επιστήμη του πνεύματος, Αθήνα: Ανθρωποσοφία, 1991.

Σχετικοί σύνδεσμοι

Δικτυακές τοποθεσίες για την εκπαίδευση Waldorf, αντιρρήσεις και διάλογοι:

The Rudolf Steiner Archive
Henry Barnes on Waldorf Education
New Myths About Rudolf Steiner by Peter Normann Waage
Anthroposophy and Ecofascism by Peter Staudenmaier
http://www.freunde-waldorf.de/
http://skepdic.com/steiner.html

Σύνδεσμοι σε σχολικούς δικτυακούς τόπους:

http://www.waldorfschule-aachen.de
http://www.steinerschule.ch/oberstufe/basel/unterrichtsangebot.html
http://www.eurythmie-muenchen.de/
http://www.waldorfschule.de
http://www.emersonwaldorf.org/
http://www.corvalliswaldorfschool.org/index.htm
http://www.waldorf-elmshorn.de
http://www.waldorf-salzburg.info
http://www.nant-y-cwm.co.uk/school.html
http://www.emil-molt-schule.de

[αναδημοσιευση Λ. Κ.eoniosiniohos.gr/dialogos/index.php?topic=984.0/ e-zine.gr/modules.php?name=News&file=article&sid=47]

2 κειμενα

κείμενο της Συνέλευσης για την υγεία από την κατάληψη του ΠIKΠA
σχετικά με την αναδιάρθρωση στο χώρο αυτό:


Υγεια


Μπροσούρα από κατ. Πραποπούλου για το κίνημα αυτομείωσης στην Iταλία.
Σημαντική ιστορική εμπειρία αντεπίθεσης στο πεδίο της κοινωνικής αναπαραγωγής:


Αυτομειωση