Πριν από 22 χρόνια
Κείμενα που δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό «Αποκλίσεις», στην Αθήνα, το Μάη του 1987.
ΟΜΑΔΕΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ
Καθηγητές και μαθητές καθημερινά συναντιόμαστε στη σχολική αρένα φορώντας τις μάσκες του καθηγητή ή του μαθητή που η κοινωνία, το υπουργείο και η βουλή μας φόρεσαν αδιαφορώντας για μας. Βιώνουμε την αποξένωση από τον εαυτό μας αλλά και από τους άλλους. Δεν έχει σημασία αν σε λένε Γιώργο ή Μαρία γιατί αυτό που μετράει είναι ότι είσαι καθηγητής ή μαθητής. Το τι θα κάνεις είναι περιχαρακωμένο από τις διατάξεις των νόμων, των εγκυκλίων.
Και οι καθηγητές και οι μαθητές θέλουμε να βιώσουμε άλλης ποιότητας ζωή, άλλες σχέσεις χωρίς συρματοπλέγματα μέσα και έξω από το σχολείο. Νιώθεις απόγνωση, βρίσκεσαι σε αδιέξοδο. Οι κομματικές αφίσσες σε καλούν στα «συμπαθητικά» κόμματα και παρατάξεις. Η εμπειρία σου από κει πλουτίζεται από φωτισμένες ηγεσίες, από το ρόλο σου του κουκιού, από τις στημένες συνελεύσεις, από το πνίξιμο της ατομικότητας. Αν δε σε διαγράψουν, φεύγεις τρέχοντας.
Ανάμεσα στους ανθρώπους της κοινότητας του σχολείου αναγνωρίζεις κι άλλους σαν και σένα που θέλουν να σπάσουν τα δεσμά που τους φορά αυτή η κοινωνία κι αναζητούν ανθρώπινες σχέσεις, ισότητα κι ελευθερία. Το πρώτο βήμα είναι να βρεθείτε μαζί. θα συζητήσετε, θα αρνηθείτε, θα προτείνετε, θα δημιουργήσετε. Η αυτο-οργάνωση σε ομάδες που το περιεχόμενο τους θα το καθορίσουν τα μέλη τους θα σπάσει αρχικά την περιχαράκωση σε σύλλογο καθηγητών, μαθητικές κοινότητες, κρατικό συνδικαλισμό.
Η άμεση δημοκρατία, η συλλογικότητα, η κοινή άρνηση των δομών του σχολείου θα δημιουργήσει πυρήνες αντιπαράθεσης στην ιεραρχικότητα και την τοξικότητα του σχολείου, στην ιδεολογία του κράτους, των γονιών, των δασκάλων και των κομμάτων. Η υπακοή του πρόβατου-μαθητή ή καθηγητή θα αντικατασταθεί από την απαίτηση, η πειθαρχία στους νόμους θα αντικατασταθεί από την αντίθεση σε ό,τι υπάρχει και στη δημιουργία νέου. Η λειτουργία των ομάδων αυτών — άμεση δημοκρατία, συλλογικότητα, ελεύθερη έκφραση — σε βοηθάει να πετάξεις ό,τι σάπιο έχεις στο χαρακτήρα σου απ’ αυτή την κοινωνία, θα μπορείς να ζεις με τους συντρόφους σου ό,τι θα ζεις μ’ όλους σε μια αυριανή κοινωνία.
Οι ομάδες αντίστασης παρεμβαίνουν στη λειτουργία του σχολείου στόχος είναι η σύγκρουση με τις δομές του (ιεραρχία, ρόλοι, πρόγραμμα, αξιολόγηση, ποινές, εξετάσεις κλπ.) και η προώθηση απόψεων και πρακτικών που θα οδηγήσουν στη δημιουργία κι άλλων πυρήνων και στη γενικευμένη αντίσταση. Το σχολείο όμως είναι ένα κομμάτι μόνο αυτής της κοινωνίας. Ο αγώνας ενάντια στο σχολείο είναι ανάγκη να συνδέεται με αγώνες σε άλλους χώρους ζωής που ζεις εσύ ο ίδιος ή άλλοι. Κοινός σκοπός όλων είναι η δημιουργία αντίστασης όπου ζουν άνθρωποι (γειτονιά, εργοστάσιο κ.ά.) και ΣΥΝΔΕΣΗ όλων των κινημάτων για την ανατροπή αυτής της κοινωνίας μέσα από κοινές πρακτικές.
Γ.Δ.
========================================================
ΤΟ ΖΩΝΤΑΝΟ ΘΕΑΤΡΟ ΣΑΝ ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ
Το αστικό θέατρο καθρεφτίζει τις συνθήκες που υπάρχουν στην υπόλοιπη κοινωνία των ανισοτήτων.
Οι ειδικοί της κοινωνίας είναι οι ειδικοί του θεάτρου αυστηρά διαχωρισμένοι και ιεραρχημένοι. Ο παραγωγός διαθέτει το κεφάλαιο, ο συγγραφέας καταγράφει το μίζερο γούστο του κοινού, ο ηθοποιός είναι η μαριονέτα. Ο καθένας λειτουργεί ατομικά και όλοι μαζί για το κέρδος. Η παράσταση είναι εμπόρευμα που πουλιέται. Ο θεατής παθητικά κάθεται στην πολυθρόνα του για να συμπληρώσει ένα δίωρο ακόμη αποχής από τη δημιουργία γεγονότων.
Το εκσυγχρονισμένο σχολείο — που θα έχει την τύχη να έχει αμφιθέατρο — έχει ανάγκη και θεατρικής κουλτούρας. Οι θεατρικές παραστάσεις όμως έχουν όλα τα χαρακτηριστικά του αστικού θεάτρου, μόνο που τη θέση του σκηνοθέτη την παίρνει συνήθως ένας καθηγητής που αυνανίζεται με τα πολιτιστικά. «Έτσι ένας αστικός θεσμός αναπαράγεται στο σχολείο δίνοντας την ψευδαίσθηση της δημιουργίας στους μαθητές.
Με μια άλλη λειτουργία όμως μια θεατρική ομάδα στο σχολείο μπορεί να γίνει πυρήνας αντίθεσης προς τις δομές του σχολείου και αμφισβήτησης προς όλη την κοινωνία. Μια τέτοια ομάδα καταργεί τους κοινωνικούς διαχωρισμούς μαθητών-καθηγητών καθώς και τους διαχωρισμούς που επιβάλλουν οι ρόλοι. Είναι μια κοινότητα με ίσα δικαιώματα έκφρασης και παρέμβασης των μελών της που ενώνονται από διάθεση επικοινωνίας και αντίθεσης προς ό,τι υπάρχει γύρω τους. Σπάνε όσα συναντάμε στο εμπορευματικό θέατρο. Ο συγγραφέας, ο σκηνοθέτης, ο ηθοποιός, ο θεατής εναλλάσσονται, λειτουργούν όλοι συλλογικά, δεν δημιουργούν σταθερό έργο αλλά την ίδια τη ζωή που κινείται. Δεν υπάρχουν σταθερά κείμενα ή υπάρχουν πολύ μικρά κομμάτια που γράφονται απ’ όλους και αλλάξουν και δίνουν περιθώρια στο θεατή να συμμετέχει, να παίξει, να τραγουδήσει ή να χορέψει.
Μέσα από μια τέτοια εμπειρία το σύμβολο της εξουσίας στο σχολείο ο λυκειάρχης γκρεμίζεται, ο καθηγητής είναι περιττός, η ηθική της υποκρισίας δεν έχει θέση. Όσα λέγονται, όσα γίνονται δεν έχουν σχέση με τη ζωή και τις γέρικες ιδέες της οικογένειας, αρνούνται το σχολείο, την καταστολή. Πολλά παλιά και τωρινά φωτίζονται και γίνονται κατανοητά και ωθούν στην απαίτηση όσων θέλεις. Πολλές φορές μια αυτοσχέδια παντομίμα στο διάλειμμα δίνει στους έφηβους όσα δεν μπορούν οι μεγάλοι να τους δώσουν. Η θεατρική εμπειρία δεν βιώνεται εκτονωτικά ή σαν έκφραση αυθόρμητης αντίδρασης προς τη σχολική καταπίεση. Το αντίθετο θα έλεγα για να λειτουργήσει η ομάδα συλλογικά χρειάζεται να ξέρει τι θέλει και τι δε θέλει, τι περιεχόμενο και ποιος δεν έχει θέση μέσα ο’ αυτήν.
Είναι καθαρό ότι με ένα θεσμό άτυπο μέσα στο σχολείο που λειτουργεί τελείως διαφορετικά προς την τάξη, το μάθημα, τις κοινότητες, το σύλλογο εκπαιδευτικών, οι μαθητές όχι μόνο ελπίζουν αλλά ζουν το διαφορετικό, συνειδητοποιούνται, οργανώνονται, ετοιμάζονται να δώσουν καίρια χτυπήματα στο αυταρχικό και ιεραρχικό σχολείο και στην κοινωνία αυτή συνολικότερα.
Γ.Δ.
===================================================
ΜΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΧΩΡΙΣ ΣΧΟΛΕΙΑ
Η κοινωνία της γενικευμένης αυτοδιεύθυνσης και αυτοοργάνωσης αποκλείει την ύπαρξη φωστήρων και ευφυών ηγετών που, αφού μελέτη-σαν, σκέφτηκαν, έκριναν, παρουσιάζονται από τα πριν με έτοιμα μοντέλα και προγράμματα — επεξεργασμένα στην τελευταία τους λεπτομέρεια — και τα δίνουν προς εφαρμογή για το καλό όλων μας. Από τέτοια σχήματα έχουμε μπουχτίσει. Για να μην αναλωνόμαστε λοιπόν σε θεωρητικολογίες επαναστατικότατες, αλλά που απέχουν από την πρακτική μας παρασάγγες, ας προσέξουμε τα από τα έξω και πάνω προερχόμενα προγράμματα, για να μη χάσει τελικά το νόημα της, στο επίπεδο της πρακτικής, η λέξη αυτο-οργάνωση, όπου οι ίδιοι οι άνθρωποι ανάλογα με τις ανάγκες τους θα βρουν τι θέλουν, πώς θα το καταφέρουν και κανείς δε θ’ αποφασίσει για όλους, πριν απ’ όλους. Το ίδιο ισχύει και για το θέμα σχολείο. Αν θα υπάρχει, πώς θα λειτουργεί είναι υπόθεση όλων μας και όλοι μαζί θα το βρούμε και θα το ρυθμίσουμε.
Στα πλαίσια αυτά, κάποιες απόψεις για τα σχολεία και τους δασκάλους σε μια άλλη κοινωνία. Για να φτάσεις στο σημείο να θέλεις κάτι καινούριο και να συνθέσεις τα γενικά του χαρακτηριστικά, σημαίνει ότι γνώρισες, κατάλαβες και απόρριψες το παλιό. Η κοινωνία που ζούμε; Κοινωνία των ανισοτήτων, της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, του οργανωμένου εγκλήματος και ψέματος, της αλλοτρίωσης, του καθημερινού θανάτου. Οι θεσμοί της; Θεσμοί διαιώνισης της υπάρχουσας τάξης πραγμάτων. Τσελεμεντές του κράτους για να φτιάχνονται νόστιμα και καλοψημένα φαγητά και γλυκά, που τα καταβροχθίζουν οι κυρίαρχοι στα επιστημονικά ιδρύματα, στα εργοστάσια, στα χωράφια, στις διαπραγματεύσεις τους σε στρογγυλά τραπέζια, στα πεντάγωνα, στις πυρηνικές τους δοκιμές, στις πολεμικές τους αναμετρήσεις. Το σχολείο; θεσμός κοινωνικοποίησης. Οι δομές και η λειτουργία του γνωστά σ» όλους. Η άρνηση των σκοπών, μεθόδων και πρακτικών του, των ιεροτελεστιών, της αποχαυνωτικής ιεροεξεταστικής διαδικασίας με στόχο τη ρομποτοποίηση και την παραγωγή ειδικών ρόλων σύμφωνα με τις επιταγές της ιεραρχικής, εξουσιαστικής κοινωνίας, είναι επιτακτική ανάγκη κι όχι ιδιοτροπία.
Η άρνηση του ρόλου μας σαν εκπαιδευτικοί, η συνειδητοποίηση ότι η επιβολή πειθαρχίας στην τάξη και στο προαύλιο, η βαθμολογία, τα απουσιολόγια, τα βιβλία ύλης, οι εξετάσεις, οι επιτηρήσεις είναι τα όπλα που μας δίνει το κράτος για να καταστέλλουμε την ευαισθησία, τη φαντασία, τη δημιουργικότητα των παιδιών, για να δημιουργούμε πειθαρχικά ανθρωπάκια έτοιμα να αποδεχτούν και να μην αμφισβητήσουν, να δουλέψουν και να μην αντιδράσουν, να προσκυνήσουν αυθεντίες και να μην έχουν λόγο για τη ζωή τους, είναι ζήτημα καθημερινής αντίστασης με προοπτική το χτύπημα της κοινωνίας που μας εξαχρειώνει, που μας θέλει υποτακτικούς και που — το κυριότερο — μας έβαλε σε μια θέση για να διαιωνίσουμε αυτή την κατάσταση. Από την άρνηση επομένως της εξουσίας που δεχόμαστε και που ασκούμε στο σχολείο, γεννιέται μια νέα θέση για το σχολείο.
Από την απόρριψη αυτής της κοινωνίας στο σύνολο της, γεννιέται μια νέα κοινωνία. Μια κοινωνία όπου δεν υπάρχουν εξουσιαστές και εξουσιαζόμενοι, διευθυντές και εκτελεστές, όπου δεν υπάρχει διαχωρισμός σε διανοούμενους και εργάτες, όπου όλοι είμαστε ίσοι. Οι άνθρωποι δημιουργούν κοινότητες, μέσα στις οποίες λειτουργούν με βάση τη συντροφικότητα, συλλογικότητα, ανθρωπιά, διατηρώντας ταυτόχρονα και την ατομικότητα τους. Ο χώρος τους, οι ασχολίες τους και οι σχέσεις τους καθορίζονται και οργανώνονται απ’ αυτούς τους ίδιους. Επικοινωνούν, ερωτεύονται, εκφράζονται ελεύθερα, χωρίς προκαταλήψεις — αποδεσμευμένοι από υποκρισίες, διλήμματα, ηθικές αναστολές. Οι ανάγκες της κοινότητας βρίσκονται απ’ όλους και απ’ όλους καλύπτονται. Δουλεύουν όλοι σ’ όλα τα πόστα, σ’ όλους τους τομείς. Δεν υπάρχει ειδίκευση σ’ έναν τομέα και λούφα στους άλλους, δεν υπάρχουν κατηγορίες απασχόλησης και υποαπασχόλησης, δεν υπάρχει ιδιοποίηση, μεγαλύτερο κομμάτι της πίττας, μονοπώλιο γνώσης, ιδιοκτησία και αποκλειστικότητα στο κορμί και στα αισθήματα του άντρα, της γυναίκας, του παιδιού, δεν ακούγεται για τον έναν «μάθε παιδί μου γράμματα» και για τον άλλον «στο γιαπί, στο πηλοφόρι, στο μυστρί». Επομένως, πιο ειδικά, καταργείται ο διαχωρισμός μαθητές – δάσκαλοι και φυσικά ο συγκεκριμένος χώρος μέσα στον οποίο υλοποιείται αυτή η διαφοροποίηση. Το παιδί γεννιέται και μεγαλώνει σ’ αυτό το ελεύθερο περιβάλλον. Μεγαλώνει και μαθαίνει όσα βλέπει να γίνονται γύρω του, όσα ακούει να λέγονται γύρω του.
Βιώνει και μετέχει. Αποκτάει εμπειρίες και συνεισφέρει. Μπαίνει στις διαδικασίες, παίρνει μέρος στις συνελεύσεις, ακούει προβληματισμούς και απόψεις, μιλάει. Η λειτουργία της κοινότητας είναι ανοικτή σ’ αυτό, ξέρει τι σημαίνει, ξέρει ότι ανήκει σ’ αυτήν, του αρέσει να δουλέψει γι’ αυτήν, θα μάθει απ’ όλους όσα ξέρουν κι αυτοί και όσα είναι απαραίτητα για τις ανάγκες της κοινότητας και τις δικές του.
θα οργώσει το χωράφι, θα μαστορέψει τα μηχανήματα, θα δουλέψει στις μηχανές, θα παίξει μουσική, θα διαβάσει, θα έχει όλο τον ελεύθερο χρόνο να ασχοληθεί και να αφοσιωθεί σ’ ό,τι του αρέσει περισσότερο. Δε θα δεχθεί τη μουρμούρα και τη διαπαιδαγώγηση του μπαμπά και της μαμάς, γιατί απλά το γεννήσανε και δεν είναι ιδιοκτησία τους.
Δε θα ανεχτεί τη διαπαιδαγώγηση του δάσκαλου – ειδικού, γιατί απλά δεν υπάρχουν ειδικοί και αυθεντίες. Δε θα ενταχθεί στην κατηγορία του επιστήμονα ή του χειρώνακτα, γιατί απλά δεν υπάρχουν κατηγοριοποιήσεις.
Αφού δεν υπάρχει ειδική αποστολή, ειδικός προορισμός — δεν υπάρχουν επομένως και μέσα και μορφές για την παραγωγή και αναπαραγωγή τους. Άρα το σχολείο αυτοκαταργείται, οι δάσκαλοι – καθηγητές σαν ειδικότητα, σαν αποκλειστικοί διαφωτιστές – καθοδηγητές είναι άχρηστοι. Δεν υπάρχουν κλίκες επαϊόντων και μάζες ασχέτων όπου οι πρώτοι μονοπωλούν, προβάλλουν και προβάλλονται, απαιτούν, μπατσεύουν. Υπάρχουν παρέες, άνθρωποι που σκέφτονται ελεύθερα, εκφράζονται αδέσμευτα, δίνουν και παίρνουν, λένε και ακούνε. Το να πεις δεν ταυτίζεται με το δάσκαλο, το ν’ ακούσεις δεν ταυτίζεται με το μαθητή. Ή μάλλον όλοι είμαστε δάσκαλοι και μαθητές ταυτόχρονα, όχι με την έννοια του κοινωνικού ρόλου, αλλά με την έννοια που εμείς καθορίζουμε: της αμοιβαιότητας, κατανόησης, ανταλλαγής.
Κ.Ζ.
* Δημοσιεύτηκαν στο πρώτο (και μοναδικό δυστυχώς) τεύχος του περιοδικού «Αποκλίσεις», στην Αθήνα, το Μάη του 1987, ενός περιοδικού που κυκλοφόρησε κυρίως από αναρχικούς και ελευθεριακούς εκπαιδευτικούς (και κάποιους μαθητές-φοιτητές)